Αναβάθμιση των προσπαθειών για την επίλυση του προβλήματος με το όνομα της FYROM σε επίπεδο κορυφής της ΕΕ προτείνει ο Βόλφγκανγκ Ισινγκερ, πρόεδρος της Διάσκεψης του Μονάχου για την Ασφάλεια. «Ειδικά για τη διαμάχη περί του ονόματος, η προσωπική μου άποψη είναι ότι πρέπει να γίνει υπόθεση σε επίπεδο ηγετών στην ΕΕ» είπε ο Ισινγκερ απαντώντας στα «ΝΕΑ» κατά τη χθεσινή παρουσίαση του προγράμματος της φετινής Διάσκεψης του Μονάχου, που θα πραγματοποιηθεί στο τέλος της επόμενης εβδομάδας στη βαυαρική πρωτεύουσα.

«Δεν μπορεί αυτή η ανεκδιήγητη, κατά την άποψή μου, διένεξη μεταξύ Αθήνας και Σκοπίων να παρατείνει την αστάθεια στην περιοχή», σημείωσε. «Θα πρέπει να βρεθεί φόρμουλα αποδεκτή και από τις τις δύο πλευρές προκειμένου να ανοίξει ο δρόμος για τα Σκόπια να ενταχθούν στις δομές της ΕΕ και του ΝΑΤΟ. Αυτή η προοπτική μπλοκάρεται επί πολλά χρόνια», συμπλήρωσε. Θεωρεί ότι δεν είναι επαρκής, όσο σωστή και αν είναι, η μεσολάβηση του Αμερικανού Μάθιου Νίμιτς. Πιστεύει ότι χρειάζεται «να αναβαθμιστούν οι προσπάθειες» και να ασχοληθεί με αυτό η ΕΕ σε επίπεδο κορυφής.

Ο γερμανός διπλωμάτης, πρόεδρος της Διάσκεψης του Μονάχου για την Ασφάλεια, διευκρίνισε ότι μεταξύ των 500 προσκεκλημένων –εκ των οποίων πάνω από 20 πρόεδροι και πρωθυπουργοί χωρών –έχουν προσκληθεί και θα συμμετάσχουν σημαίνοντες εκπρόσωποι από όλες χώρες της περιοχής. Εκτός της Ελλάδας με τη συμμετοχή του υπουργού Αμυνας Πάνου Καμμένου και της Κροατίας, που είναι χώρες-μέλη της ΕΕ, προσκλήθηκαν και θα βρίσκονται στο Μόναχο κορυφαίοι εκπρόσωποι από Αλβανία, Σερβία, Κόσοβο, «αυτονόητα και από τη Μακεδονία», είπε ο Ισινγκερ. Ο Πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, που επρόκειτο αρχικά να συμμετάσχει στη Διάσκεψη, ακύρωσε τελικά τη μετάβασή του στο Μόναχο. Αντίθετα, παρών θα είναι ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας Κυριάκος Μητσοτάκης.

Ο Ισινγκερ δήλωσε ιδιαίτερα ικανοποιημένος με το γεγονός ότι στην κυβερνητική συμφωνία για τον νέο μεγάλο συνασπισμό στη Γερμανία συμπεριλαμβάνεται η διαβεβαίωση ότι η Γερμανία δεσμεύεται να κρατήσει ανοιχτή την προοπτική ένταξης στην ΕΕ όλων των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων. «Πρόκειται για επιβεβαίωση της απόφασης της Θεσσαλονίκης που είχε ληφθεί πριν χρόνια, αλλά θεωρώ σημαντικό ότι αυτή η προοπτική επιβεβαιώνεται από το Βερολίνο», επισήμανε.