Ταλαντευόμουν αν θα πάω. Από την μία το Μακεδονικό με προβλημάτιζε, από την άλλη πλευρά η αδιαφορία, ο καναπές, που θεωρείται ότι είμαστε ευχαριστημένοι με όσα περνάμε. Σχεδόν μαζοχιστές. Συν η μαύρη προπαγάνδα της κυβέρνησης για να αποτρέψει την συμμετοχή στο συλλαλητήριο. Συν η συγκέντρωση αντεξουσιαστών που βρήκαν την μέρα να κάνουν συγκέντρωση και νά ‘ναι κλειστός ο σταθμός του μετρό. Συν κάτι απειλές ότι θα χυθεί αίμα από κάποιους που κάποιοι τούς αναγόρευσαν από την τηλεόραση σε πολιτική δύναμη. Ε, όλα αυτά με έκαναν να κατέβω να διαμαρτυρηθώ για όσα συμβαίνουν ερήμην μας και υποβαθμίζουν την ζωή μας καθημερινά, την παιδεία την υγειονομική περίθαλψη. Ηταν ένα ξέσπασμα εκατόν σαράντα χιλιάδων ανθρώπων που καταμέτρησε η Αστυνομία με σβησμένη ημερομηνία.

Αστείο; Τραγικό; Μια ακόμη φαρσοκωμωδία της ηγεσίας που παίζει ενσυνείδητα τα πολιτικά παιχνίδια της κυβέρνησης. Είχε προηγηθεί καταμέτρηση στη Θεσσαλονίκη προφανώς με τον ίδιο τρόπο. Αλώθηκαν όλα. Χάθηκε η αξιοπρέπεια. Χάθηκε η υπερηφάνεια της ηγεσίας της Αστυνομίας. Κρίμα.

Ηταν η μεγαλύτερη συγκέντρωση που έχει γίνει. Χωρίς σκηνοθέτες, χωρίς στημένα πλάνα, χωρίς πελώρια κενά να καλύπτονται από πανό . Ηταν μια αυθόρμητη κάθοδος εκατοντάδων χιλιάδων λαού να διαδηλώσουν ειρηνικά για την Μακεδονία, για τα καλοσερβιρισμένα ψέματα, για την πτωχοποίηση, για τον εκφοβισμό.

Ηταν όλοι εκεί. Μικρά παιδιά, νέοι, ηλικιωμένοι. Κάθε ηλικία.

Με τις γαλανόλευκες σημαίες να ανεμίζουν και να τραγουδούν. Χωρίς βία, χωρίς επεισόδια, χωρίς καταστροφές. Πολιτισμένα. Για ώρες η Αθήνα έβαλε τα γιορτινά της. Και ήταν τα χρώματα της ελληνικής σημαίας που κυμάτιζαν περήφανα για πρώτη φορά στις καρδιές όλων.

Και τραγουδούσαν μαζί αδελφωμένοι. Τραγούδια του Θεοδωράκη το «Της δικαιοσύνης ήλιε νοητέ» σε ποίηση Ελύτη. Πού να το φανταζόταν… Διαπερνούσε τα στήθη και τις καρδιές των πολιτών και έφθανε μέχρι τον ουρανό.

Ηταν τόσο διάχυτος ο ενθουσιασμός του πλήθους. Ηταν μια όαση στη μαυρίλα της ζωής, στα τόσα βάσανα και ταλαιπωρίες από το πιο μικρό έως το πιο μεγάλο.

Ηταν μια αγανάκτηση για όσα υπομένει και δεν μπορούσε να εκφρασθεί, να διαμαρτυρηθεί.

Ηταν η ελληνική κοινωνία χωρίς κομματικές ετικέτες, χωρίς κομματικές οργανώσεις να σε κατευθύνουν. Ηταν μια ενωτική αυθόρμητη εκδήλωση που εντυπωσίασε πολύ.

Εχω συμμετάσχει τις καλές μέρες σε κομματικές εκδηλώσεις στην Αθήνα, αριστοτεχνικά οργανωμένες από τη νεολαία ώστε να φαίνονται πολύ μεγαλύτερες. Να εντυπωσιάζουν με τον όγκο τους, τον παλμό τους, που κι αυτός δινόταν ανάλογα με τα συνθήματα.

Αυτό εδώ όμως το συλλαλητήριο ξεπέρασε κάθε προσδοκία. Οχι μόνο σε πλήθος. Αλλά και σε ποιότητα, χαρακτήρα, ήθος. Δεν έγινε το παραμικρό επεισόδιο, δεν υπήρχαν κουκουλοφόροι, ούτε οι γνωστοί άγνωστοι. Δεν υπήρχε Μarfin, δεν υπήρχαν νεκροί, δεν υπήρχαν τραυματίες, ούτε πόλεμος, ούτε καν προστριβές. Δεν υπήρξαν σπασμένα αυτοκίνητα και βιτρίνες. Το Μοναστηράκι είχε ανοιχτά τα μαγαζιά. Δεν υπήρχε φόβος. Υπήρχε γαλήνη και μια υποβόσκουσα αγανάκτηση, που όμως εκφράσθηκε χωρίς κανένα παρατράγουδο.

Ανεξάρτητα του Μακεδονικού και τι πιστεύει ο καθένας, αυτό το συλλαλητήριο πρέπει να το δούμε όπως ήταν. Μια ευκαιρία για ξέσπασμα όσων αισθάνονται ότι καταδυναστεύονται. Ηταν ένα μήνυμα προς όλους. Κι έτσι πρέπει να εκληφθεί.

Το μήνυμα το έλαβαν. Και προέκυψε ξαφνικά το μεγαλύτερο σκάνδαλο του αιώνα! Novartis λέγεται. Το κρατούσαν, όπως και άλλα, για να το βγάλουν την κατάλληλη στιγμή. Ετσι έκριναν ότι θα επισκιάσουν την απήχηση του συλλαλητηρίου.

Φοβάμαι ότι κι αυτό θα αποδειχθεί φούσκα, όπως το Βατοπέδι. Θά ‘χουν όμως κάνει τη δουλειά τους με τρόπο γκεμπελικό και επιπόλαιο. Συκοφάντει συκοφάντει, στο τέλος κάτι θα μείνει. Η εξουσία είναι γλυκιά και περισσότερο γι’ αυτούς που την ονειρεύονταν χρόνια.

Ο Δημήτρης Χ. Παξινός είναι πρώην πρόεδρος ΔΣΑ