Θα περίμενε κανείς η μεταρρύθμιση στην Παιδεία να είναι το Νο 1 θέμα σήμερα. Στα στοιχεία της έρευνας που παρουσίασε πρόσφατα η ΓΣΕΕ κυριαρχεί, όπως κάθε χρόνο άλλωστε, η τεράστια ιδιωτική συμμετοχή στις δαπάνες για την Παιδεία καθώς και οι τεράστιες ανισότητες στο εσωτερικό του εκπαιδευτικού συστήματος.

Η αναγκαία μεταρρύθμιση, βέβαια, δεν μπορεί να έχει ως ορίζοντα τις εκάστοτε «παρούσες συνθήκες» και να βασίζεται σε μονοκομματικές θέσεις. Αντίθετα, πρέπει να έχει προοπτική δεκαετιών, σαφή και καθαρό στόχο για τη χώρα και τους πολίτες. Επομένως, να βασίζεται στη μακρόχρονη εθνική και διεθνή εμπειρία και γνώση ανάλογων προσπαθειών, να αξιολογεί εφαρμοσμένες πρακτικές, να απαντά επί του συγκεκριμένου, να ανατρέπει παθογένειες και να έχει ευελιξία προσαρμογής στις συνεχόμενες αλλαγές.

Για να μπορέσει η μεταρρύθμιση να υλοποιηθεί και να μετρηθούν τα αποτελέσματά της επιδεχόμενη συνεχώς αλλαγές και βελτιώσεις, θα πρέπει να βασίζεται σε αρχές όπως η ισότητα στην πρόσβαση και οι ίδιες ευκαιρίες σε κάθε σημείο της χώρας για όλα τα παιδιά και τους νέους, η ενσωμάτωση των διεθνών εξελίξεων, η σωστή διαχείριση των υπαρχόντων πόρων και υποδομών, η αξιολόγηση και σωστή αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού και όλα αυτά με εθνική συναίνεση. Η εθνική συναίνεση δεν είναι μια επικοινωνιακή παράσταση όπου οι αντίπαλοι φωτογραφίζονται μαζί. Είναι μια δύσκολη πολιτική διεργασία που απαιτεί θεσμούς, τεκμηρίωση και συμβιβασμούς με στόχο το εθνικό καλό.

Η εθνική συναίνεση βάζει θεμέλια για να χτιστούν οικοδομήματα που μπορεί να φτάσουν στον ουρανό. Ο διχασμός τού εμείς και εσείς καταστρέφει κάθε οικοδόμημα και ανατινάζει γέφυρες.

Η ιστορία των εκπαιδευτικών μεταρρυθμίσεων έχει πολλά να μας διδάξει για τον διχασμό, την ιδεοληψία και την απόρριψη του άλλου de facto.

Το 2010 από την αρχή της κρίσης η πολιτική απόφαση ήταν (όπως έγινε στη Φινλανδία, στο Ισραήλ, στην Ιρλανδία) η θεμελιώδης αλλαγή του εκπαιδευτικού συστήματος, το οποίο είχε να επιδείξει και θετικά και αρνητικά. Ωστόσο ήταν σαφές ότι έπρεπε να προετοιμάσει τις νέες γενιές Ελλήνων και τη χώρα για τη νέα πραγματικότητα της παγκοσμιοποίησης, της τεχνολογίας και των μεγάλων μετακινήσεων πληθυσμών.

Ετσι ξεκίνησε ο Εθνικός Διάλογος. Τον περιγράφω, γιατί έχει σημασία, σε λίγες λέξεις: υπάρχει από το 1985 θεσμοθετημένη Εθνική Επιτροπή Διαλόγου για την Παιδεία με τη συμμετοχή των κομμάτων, στην οποία ουδέποτε ο ΣΥΡΙΖΑ συμμετείχε. Υπάρχει το Εθνικό Συμβούλιο Παιδείας με τη συμμετοχή φορέων της εκπαίδευσης και της οικονομίας. Οι μεταρρυθμίσεις που άρχισαν να υλοποιούνται το 2010 σε όλα τα επίπεδα της εκπαίδευσης αφού εγκρίθηκαν από τα δύο αυτά όργανα, συζητήθηκαν στη συνέχεια στην Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής.

Πριν από αυτό είχε ληφθεί υπόψη όλη η δουλειά που είχε γίνει τα τελευταία δέκα χρόνια επί κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ και ΝΔ αλλά και αξιολόγηση από ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες του ΟΟΣΑ.

Θυμίζω επίσης ότι έγιναν πέντε κύκλοι συναντήσεων με τους φορείς της εκπαίδευσης, της εργασίας, με τους οικονομικούς φορείς, με τις μικρομεσαίες και μεγάλες επιχειρήσεις, με τους φορείς του αγροτικού τομέα και με τους κοινωνικούς φορείς γονέων, ατόμων αναπηρίας, φορείς ισότητας των δύο φύλων κ.λπ., γιατί το εκπαιδευτικό σύστημα αφορά το σύνολο της οικονομίας και της κοινωνίας και όχι μόνο τους εκπαιδευτικούς.

Τέλος, υπήρξε ηλεκτρονική διαβούλευση με αρκετές χιλιάδες προτάσεις. Ετσι επετεύχθη η πρωτοφανής συναίνεση. Από το 2010-2012 με την υποστήριξη του ΟΟΣΑ, εμπειρογνωμόνων της ΕΕ και με δεκάδες λαμπρούς έλληνες επιστήμονες και τη χρηματοδότηση από το ΕΣΠΑ παρουσιάστηκε και άρχισε η υλοποίηση μιας συνολικής μεταρρύθμισης από το νηπιαγωγείο μέχρι τα ερευνητικά προγράμματα.

Ψηφίστηκαν νομοσχέδια που αφορούσαν:

n Το σύστημα επιλογής των στελεχών εκπαίδευσης.

n Την αξιολόγηση και την αξιοκρατία στην εκπαίδευση.

n Το νέο σχολείο με νέα προγράμματα σπουδών, με αυτοαξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου που όχι μόνο ολοκληρώθηκαν αλλά εφαρμόστηκαν πιλοτικά, για να σταματήσουν το 2015.

n Τα πειραματικά σχολεία και το ψηφιακό σχολείο.

n Τον νόμο για τα ΑΕΙ.

Ενώ κατατέθηκαν έπειτα από ευρεία διακομματική συναίνεση αλλά δεν πρόλαβαν να ψηφιστούν τα νομοσχέδια για το νέο λύκειο, την τεχνολογική εκπαίδευση και την έρευνα καθώς και σχέδιο δράσης για την ανάπτυξη έρευνας, τεχνολογίας και καινοτομίας, που είχε εκπονηθεί από διακεκριμένους έλληνες επιστήμονες με επικεφαλής τον Σταμάτη Κριμιζή.

Ολα τα παραπάνω είχαν επιστημονική τεκμηρίωση, σχέδια προσομοίωσης ώστε να λαμβάνονται υπόψη οι ιδιαιτερότητες της χώρας, προϋπολογισμό και καταγραφή του ανθρώπινου δυναμικού και των τεχνικών υποδομών.

Ολα υπήρχαν στο Διαδίκτυο ως κτήμα του ελληνικού λαού και όλα εξαφανίστηκαν τον Μάρτιο του 2015.

Αυτή η συλλογική προσπάθεια πολιτικών, επιστημόνων, τεχνοκρατών αλλά και κοινωνικών φορέων ήταν μια μεταρρύθμιση που το χρονοδιάγραμμά της επεκτεινόταν μέχρι το 2015 και αν εφαρμοζόταν, σήμερα θα μπορούσαμε να αξιολογήσουμε αποτελέσματα.

Προφανώς χρειαζόταν διορθώσεις και αλλαγές όπως γίνεται σε όλες τις χώρες όπου οι εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις αξιολογούνται έπειτα από πιλοτικές φάσεις εφαρμογής.

Αντ’ αυτού, επήλθε η αντίληψη των «δύο κόσμων», όπου ο ερχόμενος κατέστρεφε τον προηγούμενο.

Η παραπάνω εκπαιδευτική μεταρρύθμιση δεν υπαγορεύτηκε από κανένα Μνημόνιο (το υπουργείο Παιδείας μπήκε μετά το δεύτερο Μνημόνιο), αλλά ήταν μια καθαρά εθνική πρωτοβουλία, με πρωτοφανή συναίνεση, ενταγμένη στο ευρωπαϊκό πλαίσιο που ακολουθεί η πλειονότητα των κρατών-μελών.

Η σημερινή κυβέρνηση επέλεξε την πλήρη κατεδάφιση αυτής της προσπάθειας, λειτουργώντας με Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου και σωρεία αποσπασματικών ρυθμίσεων, με μόνη προτεραιότητα την επικοινωνιακή διαχείριση και χωρίς μέχρι στιγμής κατάθεση συνολικής πρότασης.

Η χώρα θα μπει σε τροχιά βιώσιμης ανάπτυξης μόνο όταν αλλάξει το σχολείο και το πανεπιστήμιο. Το τέλος της κρίσης θα σηματοδοτήσει μια βαθιά και συνολική αλλαγή του εκπαιδευτικού συστήματος, μέσα από την αξιοποίηση ό,τι θετικού μέχρι σήμερα έχει γίνει. Εστω και τώρα.

Η Αννα Διαμαντοπούλου είναι πρόεδρος του Δικτύου για τη Μεταρρύθμιση στην Ελλάδα και την Ευρώπη, πρώην επίτροπος ΕΕ, πρώην υπουργός και ιδρυτικό μέλος της πολιτικής κίνησης Ωρα Αποφάσεων