Επαναλαμβάνουμε μεν συνεχώς (και εξ ανάγκης) εαυτούς, αναμηρυκάζοντας πάθη και ανατέμνοντας λάθη. Ομως εδώ που έχουμε φτάσει (και αν δεν θέλουμε αυταπατώμενοι να εμπαίζουμε εαυτούς και αλλήλους), πρέπει επιτέλους να δούμε και να πούμε τα πράγματα ωμά. Και οπωσδήποτε με αυτοκριτική ευτολμία. Εστω και αν η κοινή λογική (που διέπει πάντοτε την απλή αλήθεια) θεωρείται συνήθως πεπατημένη. Εξού και –κατά Τσόρτσιλ –εν πολλοίς περιφρονημένη. Εχουμε λοιπόν και λέμε:

1. Αν η διαχείριση της αδυσώπητης χρεοκοπικής ολίσθησης αποτύχει, αυτή «που θα πάει φούντο» είναι η χώρα! Εν συνόλω. Και αυτός που θα πληρώσει τα βάναυσα επίχειρα είναι ο πολίτης. Οπου και αν ανήκει. Κυβερνώντες ή αντιπολιτευόμενοι. Αυτουργούντες, συνεργούντες ή ανεχόμενοι. Και αυτό δεν είναι λογοπαίγνιο.

2. Αν αυτό το απλό συλλογιστικό παράγωγο, της πιο απλουστευτικής (έως και αφελούς) διαλεκτικής δεν γίνει κατανοητό (και επομένως λογικώς αποδεκτό), το μέλλον δεν θα είναι καθόλου αβέβαιο. Είναι –αντιθέτως –απολύτως προβλεπτό. Και επομένως βεβαιότατο. Ισοδύναμο εθνικής καταστροφής. Γιατί τελικά η χρεοκοπική κατιούσα θα αποβεί δυνάμει πτωχευτικός επίλογος. Με μη αναστρέψιμη φορά. Ή τουλάχιστον με αδυναμία εθνικής ανάνηψης.

3. Αυτό ακριβώς δακτυλοδεικτεί (και ταυτοχρόνως οριοθετεί) τις βαρύτατες συνευθύνες του σύνολου πολιτικού φάσματος. α) Των μεν κυβερνώντων αν δεν κατανοήσουν: αφενός, ότι δεν διαθέτουν «κατά μόνας» τις απαιτούμενες αντοχές (και δυνατότητες) για να σηκώσουν τα επαχθέστατα βάρη και, αφετέρου, ότι δεν μπορούν χωρίς συλλογικότερη διαχείριση να διατυπώσουν (και προπαντός να περαιώσουν) ακόμη πιο επώδυνες αποφάσεις, που οι έως και ανήκεστες παθογένειες απαιτούν. β) Των δε αντιπολιτευομένων αν δεν ενεργήσουν με γενναιόφρονα πολιτική ανυστεροβουλία και διαθέσεις υπερβάσεων. Συνεπιμεριζόμενοι το διακριτό μερίδιο των ευθυνών που τους ανήκουν. Που είναι ουσιαστικές.

Υπό το φως αυτών των συντεταγμένων, αν αίφνης η χώρα υφίστατο επιθετική προσβολή, με κίνδυνο ακρωτηριασμού της ακεραιότητάς της, θα μπορούσαν είτε οι μεν είτε οι δε να ενεργούν όπως αυτή τη στιγμή πράττουν; Και κυρίως οι θεσμικοί διαχειριστές, των οποίων οι ευθύνες είναι σαφώς μεγαλύτερες και ιστορικά βαρύτατες; Μόνο μωροί, το λιγότερο, θα αλληλομαχούσαν «έως τελικής πτώσεως» μετατρέποντας την αναγκαιότητα των αντιστάσεων σε μήλον κομματικής Εριδος! Και προσδιορίζοντας το δέον γενέσθαι με όρους ιδεολογικο-παραταξιακών περιχαρακώσεων! Και αυτή ακριβώς τη στιγμή, περισσότερο χρεώνονται όσοι σκιαμαχούν στις εν πολλοίς αλωμένες επάλξεις. Της εξουσίας οι μεν για να μη την παραδώσουν. Και της μάχης οι δε για να την αλώσουν!

Ο υπό (θεμιτή) διεκδίκηση λοιπόν οίακας αφορά διάτρητο σκάφος. Επομένως, και η άσκηση της εξουσίας και οι πρακτικές των διεκδικητών της πρέπει να διέπονται από τη συνεχή συνειδητοποίηση αυτών των κρίσιμων παραμέτρων. Και να προάγονται με όρους «εξ ανάγκης» έστω συγκλίσεων. Οχι ασφαλώς με καταστολή δημοκρατικών διαδικασιών. Οπωσδήποτε όμως με συνειδητή περιστολή των ιδεολογικών φανατισμών και υποστολή κομματικοπαγών αντιλήψεων. Οχι μόνο γιατί το απαιτούν οι ορατοί κίνδυνοι που βρίσκονται ήδη εντός των τειχών, αλλά και γιατί ο τόπος διάγει κατάσταση με προεμφυλιακό πρόσημο. Και με άμεσο τον κίνδυνο μοιραίας υποτροπής! Με έως και ολέθριες συνέπειες.

Κατακλείδα: Την ώρα που ο εθνικός οργανισμός καταπονείται από αποσυνθετικά σύνδρομα, εκτός των τειχών ακούονται ολοένα και απειλητικότερα προκλητικές (και πολιορκητικές) ιαχές. Που διαζωγραφίζουν στον ορίζοντα ευκρινή σήματα κινδύνου. Τα οποία μόνο μυωπάζοντες δεν βλέπουν. Και εθελότυφλοι τα υποτιμούν. Η άλλη τομή της καθολικής ευθύνης.