Βαρύτατες κατηγορίες απήγγειλε ο εισαγγελέας για την υπόθεση κυκλώματος που εξαπατούσε επενδυτές, για τη δράση του οποίου είναι κατηγορούμενα συνολικά 23 πρόσωπα, Έλληνες και αλλοδαποί.

Πέντε από τους εμπλεκόμενους, που συνελήφθησαν με εντάλματα και θεωρούνται ηγετική ομάδα, οδηγήθηκαν μετά το μεσημέρι στην Εισαγγελία Ποινικής Δίωξης με ένα βαρύτατο κατηγορητήριο, το οποίο, σύμφωνα με πληροφορίες, περιγράφει σε 60 σελίδες τον τρόπο δράσης του κυκλώματος σε βάρος δεκάδων επιχειρηματιών και άλλων, μέσω «πυραμιδικού» τύπου επενδύσεων.

Για την υπόθεση, που απασχολεί τους οικονομικούς εισαγγελείς και την αρμόδια Υποδιεύθυνσης Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος, ασκήθηκε ποινική δίωξη, κατά περίπτωση, για τα εξής αδικήματα: Ένταξη και διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης, απάτη, άμεση συνέργεια σε απάτη,νομιμοποίηση εσόδων από παράνομη δραστηριότητα και συνέργεια σε αυτήν.

Οι πέντε κατηγορούμενοι, δύο άντρες και οι τρεις γυναίκες, οδηγήθηκαν ενώπιον της 10ης τακτικής ανακρίτριας και ζήτησαν και έλαβαν προθεσμία, προκειμένου να προετοιμάσουν τις απολογίες τους. Οι απολογίες τους θα πραγματοποιηθούν την Παρασκευή, 13 Μαΐου και την Κυριακή, 15 Μαΐου, ενώ για την υπόθεση εκκρεμούν δύο εντάλματα σύλληψης, ένα διεθνές και ένα ευρωπαϊκό.

Τα κέρδη της οργάνωσης, σύμφωνα με την Αστυνομία, υπερβαίνουν τα 35 εκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ και τα 3 εκατομμύρια ευρώ.

Επικεφαλής της εγκληματικής οργάνωσης, όπως τόνισε την Τετάρτη ο διοικητής της Διεύθυνσης Ασφάλειας Αττικής, Χρήστος Παπαζαφείρης, ήταν δύο Ελληνες.

Ενας 48χρονος γνωστός χρηματιστής και ένας 53χρονος επιχειρηματίας, που δραστηριοποιείται κυρίως στην Ουκρανία, οποίοι συνελήφθησαν χθες, μετά από συντονισμένη αστυνομική επιχείρηση σε διάφορες περιοχές της Αττικής. Παράλληλα, συνελήφθησαν και τρεις γυναίκες, ηλικίας 35, 39 και 48 ετών. Ολοι κατηγορούνται για συγκρότηση και ένταξη σε εγκληματική οργάνωση, κακουργηματική απάτη και νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες.

Η υπόθεση είναι απλή και ταυτόχρονα εξαιρετικά πολύπλοκη όπως εξήγησε χαρακτηριστικά εξειδικευμένος στα οικονομικά αξιωματικός της ΕΛΑΣ Σαν απάτη είναι σχετικά απλή και τύπου PONZI , όπως είναι γνωστή και αναφέρεται σε οποιαδήποτε χρηματική απάτη στηρίζεται σε «πυραμίδα» επενδυτών .

Η πυραμίδα επενδυτών , συμφωνα με τη βιβλιογραφία, αποτελεί ένα παράνομο επενδυτικό σχήμα που περιλαμβάνει την πληρωμή απόδοσης σε επενδυτές από τα χρήματα που πληρώνονται από μεταγενέστερους επενδυτές, αντί από τα καθαρά κέρδη που συγκεντρώνονται από πραγματικές πωλήσεις.

Το σκεπτικό είναι ότι συστήνονται κάποιες δομές ,βρίσκονται τα πρώτα θύματα –επενδυτές από τους οποίους οι δράστες παίρνουν τα χρήματά τους υποσχόμενοι μεγάλα κέρδη

.Στην πορεία βρίσκονται νέοι επενδυτές και με τα χρήματα των νέων επενδυτών πληρώνονται οι παλιοί. Νέα κεφάλαια μπαίνουν στις δομές με τα οποία πληρώνονται με υποτιθέμενα κέρδη οι επενδυτές.

Η διαφορά με την κλασική πυραμίδα καθώς παράλληλα με το ότι αποδίδονται κέρδη, δίνονται πλαστές βεβαιώσεις κερδών και δημιουργείται αίσθημα κερδοφορίας και εμπιστοσύνης . Στηρίζονται σε αυτό ,το αίσθημα εμπιστοσύνης καθώς υπάρχει μια πρόσκαιρη εισροή κεφαλαίων ,στην συγκεκριμένη υπόθεση διήρκεσε από το 2005 έως το 2015 οπότε και σταμάτησαν να λειτουργούν οι δομές επειδή σταμάτησαν να έρχονται νέα κεφάλαια. Οπότε δεν μπορούσαν να πληρωθούν τα κέρδη των επενδυτών πολύ περισσότερο να επιστραφούν τα αρχικά κεφάλαια.

Το πολύπλοκο των υποθέσεων αυτών αφορά τις δομές που χρησιμοποιούνται και είναι δαιδαλώδεις. Στη συγκεκριμένη υπόθεση το 2005 οι εταιρικές δομές ήταν πιο απλές και το 2013 είχαν εξελιχθεί σε τόσο πολύπλοκες ώστε να είναι δύσκολο στις Αρχές να εντοπίσουν το πρόσωπο που κινεί τα νήματα.

Συγκατηγορούμενοι είναι 18 επιπλέον άτομα, εκ των οποίων 12 Ελληνες (μεταξύ αυτών και 3 δικηγόροι), 2 υπήκοοι Τουρκίας, 1 Ρωσίας και 1 Ινδίας, σε βάρος των οποίων ασκήθηκε επίσης ποινική δίωξη. Παράλληλα, σύμφωνα με αστυνομικές πηγές, στην υπόθεση εμπλέκονται και κρατικοί υπάλληλοι.

Η Υποδιεύθυνση Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος και Εμπορίας Ανθρώπων, στο πλαίσιο διενέργειας έρευνας για υπόθεση απάτης και υπεξαίρεσης χρημάτων που αφορούσαν επενδύσεις στην αγορά συναλλάγματος, αποκάλυψε πλήρως την εγκληματική δράση της οργάνωσης, η οποία δραστηριοποιείτο από το 2005 και ταυτοποίησε τα μέλη της, καθώς και τους συνεργούς τους.

Ως προς τον τρόπο δράσης της οργάνωσης και τη μεθοδολογία της, εξακριβώθηκε ότι οι εμπλεκόμενοι προέβαιναν στη σύσταση πολύπλοκων εταιρικών σχημάτων, τα οποία δήθεν έκαναν επενδύσεις στην αγορά συναλλάγματος εκτός χρηματιστηρίου. Οι κατηγορούμενοι διοικούσαν και ήλεγχαν αυτά τα εταιρικά σχήματα, είτε απ΄ ευθείας, είτε μέσω «offshore» εταιρικών συμπλεγμάτων, πίσω από τα οποία κρύβονταν οι ίδιοι. Ο τρόπος λειτουργίας των επενδυτικών δομών ήταν ο εξής: Οιεμπλεκόμενοι προσέγγιζαν διάφορα άτομα – επενδυτές και επικαλούμενοι τις «εξειδικευμένες» χρηματοοικονομικές γνώσεις τους και τους «ακαδημαϊκούς τίτλους» του 48χρονου χρηματιστή, ο οποίος παρουσιαζόταν ως «ειδήμων» στις αγοραπωλησίες συναλλάγματος, τους έπειθαν να επενδύσουν μεγάλα χρηματικά ποσά, υποσχόμενοι μεγάλα κέρδη και αποδόσεις μεγαλύτερες του 3% τον μήνα.

Στην προσπάθειά τους να γίνουν πειστικοί οι δράστες, έστελναν σε μηνιαία βάση ενημερωτικά σημειώματα προς τους επενδυτές, σύμφωνα με τα οποία η επένδυσή τους ήταν συνεχώς κερδοφόρα. Με τον τρόπο αυτό, έπειθαν τους επενδυτές, είτε να μην εξαργυρώσουν τα συνεχώς αυξανόμενα κεφάλαιά τους, είτε να επενδύσουν επιπλέον χρήματα. Παράλληλα, δελέαζαν και νέους επενδυτές να επενδύσουν μεγάλα χρηματικά ποσά.

Η είσοδος νέων κεφαλαίων στις επενδυτικές δομές έδινε τη δυνατότητα στα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης να πληρώνουν στους επενδυτές τα υποτιθέμενα κέρδη τους και σε ορισμένες περιπτώσεις το σύνολο των κεφαλαίων τους. Με αυτό τον τρόπο εδραίωναν το αίσθημα εμπιστοσύνης και ταυτόχρονα αποκόμιζαν μεγάλα χρηματικά ποσά, ως αμοιβή για τις υποτιθέμενες υπηρεσίες που παρείχαν. Ετσι, η οργάνωση κατάφερε να συντηρήσει τις «επενδυτικές δομές» μέχρι το Μάϊο του 2015, οπότε το σύνολο των κεφαλαίων τα οποία είχαν ως τότε «επενδυθεί» αναλώθηκαν.

Η Αστυνομία εξακρίβωσε ότι το ιστορικό δράσης της οργάνωσης ως προς τις «επενδυτικές δομές», έχει ως εξής:

Το 2005 ο 48χρονος χρηματιστής που συνελήφθη, ίδρυσε στις ΗΠΑ εταιρεία επενδύσεων σε συνάλλαγμα.

Το 2010 ο 48χρονος, μαζί με τον 53χρονο συλληφθέντα επιχειρηματία, ίδρυσε εταιρεία, με το ίδιο αντικείμενο, στην Ουαλία και δικαιούχο την 48χρονη σύζυγό του.

Το 2012 μετέφεραν την έδρα της πρώτης εταιρείας στις Βρετανικές Παρθένους Νήσους και την μετέτρεψαν σε αντισταθμιστικό αμοιβαίο κεφάλαιο.

Το 2012 και το 2013 ίδρυσαν δύο νέα πανομοιότυπα funds με έδρα τις Βρετανικές Παρθένους Νήσους.

Από την αστυνομική έρευνα διαπιστώθηκε επίσης, ότι η οργάνωση διέθετε τρεις δικηγόρους, οι οποίοι με την ιδιότητα του νομικού συμβούλου στα τρία funds συνέτασσαν παραπλανητικές επιστολές, με τις οποίες εξαπατούσαν τους επενδυτές.

Διέθετε επίσης πλήθος ατόμων που συνέδραμαν, με πολύπλοκες μεθόδους «ξεπλύματος» και μέσω τραπεζικών λογαριασμών, δικαιούχοι των οποίων ήταν offshore εταιρείες, στη μεταφορά και απόκρυψη από τις ελληνικές Αρχές μεγάλων ποσών. Συγκεκριμένα, τα μέλη της οργάνωσης και οι επενδυτές θύματα χρησιμοποίησαν τουλάχιστον εξήντα offshore εταιρείες, με έδρες το Μπελίζ, τις Βρετανικές Παρθένους Νήσους, τα νησιά Μάρσαλ, τις Σεϋχέλλες και την Ομοσπονδία Αγίου Χριστοφόρου και Νέβις. Παράλληλα, διατηρούσαν λογαριασμούς σε διάφορα μέρη, όπως Σαν Μαρίνο, Μπελίζ, Παναμά, Εσθονία, Λετονία, Ουκρανία, Μαυροβούνιο, Σιγκαπούρη, Κουρακάο, Αγία Λουκία, Αγιο Βικέντιο και Μπαχάμες.

Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός, ότι από το 2012, οπότε και ιδρύθηκαν τα τρία funds μέχρι το Μάϊο του 2015, που ανεστάλησαν οι λειτουργίες των δομών, διακινήθηκαν διατραπεζικά κεφάλαια, που εμπιστεύτηκαν οι επενδυτές στην εγκληματική οργάνωση, ύψους 190 εκατομμυρίων δολαρίων ΗΠΑ και 1,5 εκατ.ευρώ.

Το γεγονός, όμως, ότι αρκετοί επενδυτές, όμως, κατέθεταν τα χρήματά τους μετρητά απ΄ ευθείας στα μέλη της οργάνωσης, χωρίς αυτά να πιστώνονται στις τράπεζες των δομών, κάνει την Αστυνομία να πιστεύει ότι πιθανόν τα κέρδη είναι κατά πολύ μεγαλύτερα από τα 35 εκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ και τα 3 εκατομμύρια ευρώ, όπως προαναφέρθηκε.

Σε έρευνες που πραγματοποιήθηκαν σε οικίες, γραφεία και σε μία αποθήκη που χρησιμοποιούσε η εγκληματική οργάνωση, βρέθηκαν και κατασχέθηκαν πλήθος εγγράφων που σχετίζονται με τη σύσταση και τον τρόπο λειτουργίας των επενδυτικών δομών, συμβόλαια και συμφωνίες, πολλά παραστατικά τραπεζών, 25 ηλεκτρονικοί υπολογιστές και μεγάλος αριθμός συσκευών αποθήκευσης δεδομένων.

Οι συλληφθέντες οδηγήθηκαν στον αρμόδιο ανακριτή.