Οι αριθμοί των δημοσκοπήσεων δείχνουν ότι οι κάλπες του σημερινού α’ γύρου των δημοτικών εκλογών στο Λονδίνο θα κλείσουν με ένα προβάδισμα της τάξης του 15% για τον υποψήφιο των Εργατικών Σαντίκ Καν έναντι του Συντηρητικού αντιπάλου του Ζακ Γκόλντσμιθ. Υπάρχουν, όμως, και κάποιοι άλλοι αριθμοί. Κι αυτοί δείχνουν ότι κάθε χρόνο ο πληθυσμός της αγγλικής μητρόπολης αυξάνεται κατά 100.000 κατοίκους. Οτι τα 8,7 εκατομμύρια σήμερα θα γίνουν 9 εκατομμύρια το 2020 και 10 το 2030. Και ότι αυτή η πληθυσμιακή αύξηση –μαζί με το γεγονός ότι στο Λονδίνο δημιουργείται το 80% των θέσεων εργασίας από τον ιδιωτικό τομέα –έχουν προκαλέσει μια τεράστια αύξηση στον στεγαστικό τομέα. Σε αριθμούς; 500% τις τελευταίες δύο δεκαετίες.

Ο διάδοχος του Μπόρις Τζόνσον επομένως θα βρεθεί αντιμέτωπος με τεράστιες προκλήσεις –από τη στέγαση έως τις μεταφορές. «Το Λονδίνο βρίσκεται σε ένα σταυροδρόμι. Εχει γίνει τόσο ακριβό, ώστε οι άνθρωποι των μεσαίων εισοδημάτων αισθάνονται αποκλεισμένοι» δηλώνει στη γαλλική «Φιγκαρό» ο Σαντίκ Καν. Από την πλευρά του, ο Ζακ Γκόλντσμιθ έχει υποσχεθεί ότι θα βρει λύσεις στο Στεγαστικό για όλους τους Λονδρέζους, ανεξάρτητα από το επίπεδο του εισοδήματός τους.

Η φούσκα στο Στεγαστικό δημιουργήθηκε από τη μεγάλη ζήτηση σε μια αγορά όπου η προσφορά είναι περιορισμένη. Αποτέλεσμα; Το κόστος στο Ουέστμινστερ είναι διπλάσιο πια σε σχέση με αυτό στο Μανχάταν. Παράλληλα, το ποσοστό των ιδιοκτητών στο Λονδίνο έχει πέσει από το 58% στο 49%, ενώ το ενοίκιο μπορεί να απορροφά ακόμη και το 60% του εισοδήματος των ενοικιαστών. Το κέρδος για τους πρώτους είναι εξασφαλισμένο. Κι αυτό εξηγεί γιατί πολλοί επενδυτές από τη Μέση Ανατολή ή τη Νοτιοανατολική Ασία αγοράζουν διαμερίσματα στο Λονδίνο αν και δεν έχουν την πρόθεση να ζήσουν ποτέ εκεί.

Το Λονδίνο έχει μετατραπεί σε ένα τεράστιο χρηματοκιβώτιο για τις περιουσίες ολόκληρου του κόσμου, γράφει ο ανταποκριτής της γαλλικής εφημερίδας. Παράλληλα, είναι ο επιθυμητός προορισμός για εκατομμύρια φτωχούς μετανάστες –όπως ήταν κάποτε οι πακιστανοί γονείς του υποψήφιου δημάρχου Σαντίκ Καν. «Ολος ο κόσμος θέλει να έρθει εδώ. Στη χώρα μου όλοι φεύγουν, τα χωριά αδειάζουν. Τουλάχιστον εδώ μπορείς να κερδίσεις τη ζωή σου» δηλώνει μια Ουκρανή, η οποία μοιράζεται ένα διαμέρισμα με άλλα οκτώ άτομα στο Βόρειο Λονδίνο.

Στα κόκκινα λεωφορεία που όλος ο κόσμος γνωρίζει από τις καρτ ποστάλ συνωστίζονται κάθε μέρα εργάτες οικοδομής και οικιακοί βοηθοί σαν τη Λένα από την Ουκρανία για να φτάσουν στις δουλειές τους. Χάνουν χρόνο έτσι, αλλά το μετρό είναι πολύ ακριβό για την τσέπη τους. Οι άνθρωποι αυτοί είναι μόλις μια υποδιαίρεση του 40% του λονδρέζικου πληθυσμού που δεν είναι αγγλικής καταγωγής. Για τον γεννημένο στο Λονδίνο Μπεν Τζούντα τίποτε δεν είναι όπως παλιά. «Το χρήμα και ο κόσμος που ήρθαν στην πόλη σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα άλλαξαν τη σύνθεσή της. Το νέο Λονδίνο είναι μια πόλη ρώσων ολιγαρχών και νιγηριανών οικιακών βοηθών» λέει. Η διατύπωση ίσως είναι υπερβολική. Το πρόβλημα όμως παραμένει. Και δεν είναι άλλο από την τεράστια ανισότητα.

«Διαρροή εγκεφάλων»

Αν από τη μια πλευρά το Λονδίνο υποδέχεται κάθε χρόνο 100.000 νέους κατοίκους – πλούσιους και φτωχούς –, από την άλλη παρατηρείται ένα είδος «διαρροής εγκεφάλων»: το 2014 εγκατέλειψαν την πρωτεύουσα 62.370 γηγενείς Λονδρέζοι.