Η ιστορία επαναλαμβάνεται –για να αποδειχθεί ότι τα δημόσια οικονομικά δεν εξαρτώνται από το αν η διακυβέρνηση είναι δεξιά ή αριστερή, αλλά από τις πολιτικές που ασκούνται: και πέρυσι, για πολλοστή φορά στα χρόνια του Μνημονίου, οι υψηλότεροι φόροι απέφεραν χαμηλότερα έσοδα.

Το χειρότερο είναι ότι τα παθήματα δεν έγιναν μαθήματα: με την ατέρμονη διαπραγμάτευση του πρώτου εξαμήνου του 2015, η κυβέρνηση «πέτυχε» να ανεβάσει τον δημοσιονομικό λογαριασμό –πράγμα που την άφησε χωρίς όπλα την ώρα της συμφωνίας με τους δανειστές. Ετσι, η αύξηση των φόρων έγινε μονόδρομος –και στη συνέχεια η κυβέρνηση επιχείρησε να το περάσει ως… αναδιανεμητική πολιτική, υπερφορολογώντας τα υψηλότερα εισοδήματα.

Τα αποτελέσματα αυτής της πολιτικής είναι αποκαρδιωτικά: τα συνολικά χαμηλότερα φορολογικά έσοδα αποδεικνύουν ότι τα φορολογικά υποζύγια έχουν ξεπεράσει τα όριά τους –και από εδώ και πέρα θα αυξάνονται μόνον οι ληξιπρόθεσμες οφειλές.

Το ενδιαφέρον είναι ότι αυτό συμβαίνει σε μία στιγμή που η κυβέρνηση ετοιμάζεται να εξαπολύσει νέα φορολογική επίθεση στα υψηλότερα εισοδήματα –αγνοώντας ότι οδηγεί χιλιάδες φορολογουμένους στη φτωχοποίηση και την πραγματική οικονομία σε απόλυτο μαρασμό.

Αδυνατώντας να πείσει το εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ για την ανάγκη επιτάχυνσης των ιδιωτικοποιήσεων –που θα μπορούσαν να ελαφρύνουν τις δημοσιονομικές ανάγκες –η κυβέρνηση επιμένει σε μία αδιέξοδη φορολογική πολιτική. Το μόνο που θα πετύχει θα είναι να μεγαλώσει κι άλλο τον λογαριασμό –αλλά τότε δεν θα υπάρχει κανείς να πληρώσει.