Η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (Fed) αποφάσισε τον Δεκέμβριο να προχωρήσει στην πρώτη αύξηση των επιτοκίων των τελευταίων χρόνων και αναμένεται να συνεχίσει να ακολουθεί πιο περιοριστική νομισματική πολιτική.

Αλλες όμως κεντρικές τράπεζες, ειδικά σε χώρες όπου η ανάπτυξη είναι μεγαλύτερη από αυτή στις ΗΠΑ, δεν αναμένεται να ακολουθήσουν το παράδειγμα της Fed. Αυτό σημαίνει ότι έχουμε μπει σε περίοδο που ακολουθούνται διαφορετικές νομισματικές πολιτικές με αβέβαιες συνέπειες για την παγκόσμια οικονομία. Πολλοί είναι αυτοί που φοβούνται ότι οι αναδυόμενες οικονομίες έχουν γίνει επικίνδυνα εξαρτημένες από τα χαμηλά επιτόκια και τις υψηλές τιμές των πρώτων υλών. Επίσης πολλές εταιρείες σε αναδυόμενες οικονομίες έχουν δανειστεί μεγάλα ποσά σε ξένο νόμισμα και ειδικά σε δολάρια και τώρα το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους αυτού γίνεται πιο υψηλό.

Την ίδια στιγμή και οι Ευρωπαίοι έχουν πάθει εξάρτηση από τα χαμηλά επιτόκια δανεισμού. Ομως η Ευρώπη ωφελείται από τη μείωση των τιμών των πρώτων υλών και του πετρελαίου. Αντίθετα, πολλές αναδυόμενες οικονομίες που βασίζονται σε μεγάλο βαθμό στις εξαγωγές πρώτων υλών έχουν δεχτεί πλήγμα από την πτώση αυτή των τιμών και αυτό φαίνεται πλέον και στην ανάπτυξη.

Η πραγματικότητα είναι ότι οι αναδυόμενες οικονομίες που ωφελήθηκαν μετά την κρίση του 2008 από την ανάπτυξη στην Κίνα, το φτηνό χρήμα και τις υψηλές τιμές των εμπορευμάτων θα πρέπει τώρα να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα.

Μακροπρόθεσμα, βέβαια, οι αναδυόμενες οικονομίες θα ωφεληθούν από την εξομάλυνση της νομισματικής πολιτικής αφού δεν θα υφίστανται πια τις ανισότητες και τις ανισορροπίες που οδήγησαν σε μη βιώσιμα μοντέλα ανάπτυξης. Το δύσκολο όμως είναι να φτάσουν εκεί χωρίς να τους συμβεί στην πορεία κάποιο ατύχημα.

Ο Μάικλ Σπενς είναι νομπελίστας στα Οικονομικά και καθηγητής Οικονομικών στη Stern School of Business στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης.