Ο υπουργός Παιδείας Νίκος Φίλης ισχυρίζεται ότι έχει όραμα αναβάθμισης του δημόσιου σχολείου, γι’ αυτό άλλωστε δεν νοιάζεται αν όσοι γονείς στέλνουν τα παιδιά τους στα ιδιωτικά πληρώσουν επιπλέον 700 ευρώ τον χρόνο για ΦΠΑ. Προεξοφλεί ότι είναι εύποροι, ενώ πιστεύει ότι οι οικογένειες της μεσαίας τάξης που κάνουν το ίδιο έχουν παρασυρθεί από τη «νεοφιλελεύθερη ρητορική [που] απαξιώνει εκ προιμίου καθετί το δημόσιο και υπεραξιολογεί καθετί το ιδιωτικό» ή, ακόμα χειρότερα, στέλνουν τα παιδιά σε σχολεία για να τους δοθεί η δυνατότητα να κάνουν γνωριμίες.

Για τον Νίκο Φίλη, άνθρωπο που ξέρει την πιάτσα, η ιδεολογική εξήγηση της πραγματικότητας, ότι δηλαδή όλα είναι νεοφιλελεύθερα, τον βολεύει. Μένει στην επιφάνεια, λέει αφορισμούς. Στο κάτω κάτω, οι άνθρωποι που γνωρίζουν καλά ότι το δημόσιο σχολείο είναι μια αποθήκη «παρκαρισμένων» παιδιών, όπου συνήθως βαριούνται, μπορεί (κατά μια δημοφιλή έννοια στην κυβέρνηση) και να μην είναι ψηφοφόροι του.

Οπως κι αν το βαφτίζει η κυβερνητική ρητορική, το δημόσιο σχολείο είναι ένα μέρος όπου τα παιδιά μαθαίνουν κοινότοπα πράγματα. Παπαγαλίζουν γνώσεις που θα χρειαστούν μέχρι το επόμενο διαγώνισμα, ενώ πρέπει να πληρώσουν φροντιστήρια για να συμπληρώσουν την παπαγαλία με τα SOS. Και σπρώχνουν τον καιρό.

Αυτή την παρωδία σχολικής ζωής, ο Νίκος Φίλης δεν ξέρει πώς να την πειράξει. Συνεπώς, θα την αφήσει ανέγγιχτη. Θα μειώσει όμως τα μαθήματα και την ύλη που, όντως, σε κανέναν δεν θα λείψουν. Και θα θεσμοθετήσει το κρατικό Lower για τη γνώση της ξένης γλώσσας. Προφανώς, εφάμιλλο του ευρωπαϊκού.

Ακόμα ένα πυροτέχνημα. Ούτε κι ο ίδιος ο υπουργός πιστεύει ότι ένας, έστω ένας μαθητής μαθαίνει ξένη γλώσσα στο σχολείο. Κι αφού δεν μαθαίνει, ποιος θα νοιαστεί να πάρει πιστοποιητικό γλωσσομάθειας από εκεί; Για να το κάνει τι; Ούτε για να διαπραγματευτεί ένα τέταρτο Μνημόνιο δεν θα χρησιμεύσει.