Η πρόταση για μετεκλογική κυβέρνηση εθνικής ενότητας, ευρείας πολιτικής συναίνεσης και της μέγιστης δυνατής κοινωνικής αποδοχής, είναι η μοναδική εγγύηση ότι ο τόπος και ο λαός μπορούν να βγουν από την περιδίνηση της κρίσης και των Μνημονίων.

Οι προϋποθέσεις για τον σχηματισμό μια τέτοιας κυβέρνησης είναι σχεδόν αυτονόητες. Πρόκειται για πολιτική κυβέρνηση με όλη τη σημασία της λέξης. Τη συναπαρτίζουν οι δυνάμεις του ευρωπαϊκού τόξου. Τη στελεχώνουν τα κατά τεκμήριο αξιοκρατίας στελέχη των συμβαλλόμενων χώρων. Στηρίζεται σε κοινοβουλευτική πλειοψηφία «συνταγματικού τύπου». Εχει χρονικό ορίζοντα τουλάχιστον μέχρι τη λήξη του Μνημονίου. Συγκροτείται στη βάση ενός κοινού προγράμματος με προοδευτικό και φιλολαϊκό προσανατολισμό που επικεντρώνεται σε ένα ρεαλιστικό σχέδιο πραγματικής εσωτερικής ανασύνταξης της χώρας. Ολοι οι άλλοι δρόμοι, αυτοδύναμων μονοκομματικών κυβερνήσεων, ετερόκλητων συμμαχιών, ευκαιριακών συμπράξεων, η «ειδικού σκοπού» και περιορισμένης ευθύνης και διάρκειας, είναι κλειστοί και ασύμφοροι. Οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια σε περαιτέρω όξυνση της κρίσης και εντέλει σε δραματικές περιπέτειες τη χώρα.

Είναι φανερό ότι και στα επόμενα τρία τουλάχιστον χρόνια θα κυριαρχούν οι υποχρεώσεις που αναλάβαμε με το τρίτο Μνημόνιο. Το γεγονός ότι με επαχθή και επώδυνο τρόπο διαλύθηκαν όλες οι ψευδαισθήσεις που καλλιεργήθηκαν για μονομερή κατάργηση των δανειακών συμβάσεων ή για δυνατότητες εναλλακτικής χρηματοδότησης της χώρας επιβάλλει να αναδεχθούμε το κόστος μιας τιτάνιας μεταρρυθμιστικής προσπάθειας που υπερβαίνει τις πολιτικές αντοχές οποιουδήποτε σημερινού κόμματος. Δεν συγχωρούνται κι άλλες αυταπάτες και ψέματα. Η αναζήτηση ισοδύναμων κατά την εξειδίκευση των μέτρων και την υλοποίηση των εφαρμοστικών νόμων, ιδίως αυτών που πλήττουν καίρια τους οικονομικά αδύνατους, δεν υποκαθίσταται με επικοινωνιακά τεχνάσματα και προπαγανδιστικές ακροβασίες. Απαιτείται, παράλληλα με την τήρηση των συμφωνηθέντων, διαρκής διαπραγμάτευση βήμα προς βήμα τόσο για την αναδιάρθρωση του χρέους όσο και για την αναθεώρηση του μείγματος της μνημονιακής συνταγής. Κι αυτό είναι δυνατόν μόνο από μια αξιόπιστη κυβέρνηση που κινείται σταθερά στο πλαίσιο μιας σαφούς λαϊκής εντολής.

Στην αφετηρία του κοινού προγράμματος και της προοδευτικής διακυβέρνησης βρίσκονται τρεις κρίσιμες κατευθυντήριες γραμμές.

Η πρώτη αφορά την επιλογή και κυρίως την πρακτική εφαρμογή ενός νέου παραγωγικού μοντέλου και τη χρηματοδότησή του χωρίς αλλαγές, χωρίς παρεκκλίσεις, με σαφείς τους στόχους, τους χρόνους και τις υποχρεώσεις. Η αναδιάρθρωση των μνημονιακών μέτρων εξαρτάται πρωτίστως από την επανεκκίνηση της ανάπτυξης και τον ανασχεδιασμό της κατανομής και της αξιοποίησης των διαθέσιμων πόρων σε συνεργασία με τα ευρωπαϊκά όργανα.

Η δεύτερη κατεύθυνση αφορά τις τέσσερις θεμελιακές μεταρρυθμίσεις για την εσωτερική ανασύνταξη της χώρας στη διοίκηση, τη φορολογία, την κοινωνική ασφάλιση και στο κοινωνικό κράτος.

Η τρίτη, που αποτελεί την περιβάλλουσα κάθε αλλαγής και μεταρρύθμισης και είναι προϋπόθεση για την υλοποίηση οποιουδήποτε στόχου, είναι η πολιτική ανατροπή. Μια ανατροπή που πρέπει να περιβληθεί με το κύρος και να αναπτύξει τη δυναμική μιας νέας μεταπολίτευσης. Η αλλαγή του πολιτικού συστήματος εκ βάθρων, η αναβάθμιση της δημοκρατίας, η κατοχύρωση της διαφάνειας και της αξιοκρατίας παντού και η νέα αυθεντική εκπροσώπηση των κοινωνικών δυνάμεων στο κομματικό σύστημα και στην εκλογική διαδικασία είναι επείγουσες προτεραιότητες. Η συνταγματική αναθεώρηση θα είναι το επιστέγασμα της εισόδου στην εποχή της Δ’ Ελληνικής Δημοκρατίας.

Η επόμενη μέρα δεν προετοιμάζεται με τους παράλληλους και ασύμπτωτους κομματικούς μονολόγους. Θα καθήσουν στο ίδιο τραπέζι όσοι θα προκύψουν τη Δευτέρα το πρωί; Ή θα αρκεστούμε στη διεκδίκηση της κομματικής δικαίωσης και στις αναμνήσεις μιας παλιότερης, πιο πλούσιας και πιο ανθρωπινής εποχής;

Ο Κώστας Σκανδαλίδης είναι υποψήφιος βουλευτής του ΠΑΣΟΚ – Δημοκρατική Συμπαράταξη στην Α’ Αθήνας