Οι διαπραγματεύσεις που οδήγησαν στην πιο πρόσφατη συμφωνία για την Ελλάδα ανέδειξαν τα δύο αντιμαχόμενα οράματα για την Ευρωπαϊκή Ενωση: την ευέλικτη, ανθρώπινη και πολιτική ένωση που θέλει η Γαλλία και τη νομικίστικη με επίκεντρο την οικονομία ένωση που προωθεί η Γερμανία. Οπως έγραψε πρόσφατα ο Φρανσουά Εσμπούρ, «με τη δημόσια συζήτηση για την αναγκαστική εκδίωξη της Ελλάδας (από την ευρωζώνη), η Γερμανία έδειξε ότι βάζει τους οικονομικούς παράγοντες υπεράνω των πολιτικών και των στρατηγικών. Η Γαλλία ιεραρχεί τους παράγοντες αυτούς διαφορετικά».

Το ερώτημα τώρα είναι πιο όραμα θα υπερισχύσει.

Οι Ελληνες, από την πλευρά τους, φαίνεται να βάζουν την εθνική τους ταυτότητα πάνω από τις τσέπες τους, με τρόπους τους οποίους οι οικονομολόγοι δεν κατανοούν και αδυνατούν να προβλέψουν. Είναι οικονομικά παράλογο για τους Ελληνες να προτιμούν να παραμείνουν μέλη της ευρωζώνης, όταν θα μπορούσαν να παραμείνουν στην ΕΕ με αποκατεστημένο εθνικό νόμισμα το οποίο δύνανται να υποτιμήσουν.

Ομως για τους Ελληνες, η συμμετοχή στην ευρωζώνη δεν σημαίνει μόνο ότι μπορούν να χρησιμοποιούν το ενιαίο νόμισμα. Θέτει τη χώρα τους μαζί με την Ιταλία, την Ισπανία, τη Γαλλία και τη Γερμανία ως «πλήρες μέλος» της Ευρώπης –μια θέση που συνάδει με το κύρος της Ελλάδας ως γενέτειρας του δυτικού πολιτισμού.

Εκεί που αυτή η στάση αντικατοπτρίζει το όραμα μιας «στενής ένωσης» που κινητοποίησε τους ιδρυτές της ΕΕ, η στενή, οικονομικίστικη ματιά της Γερμανίας στην ευρωπαϊκή ενοποίηση δεν μπορεί να εμπνεύσει τους απλούς πολίτες να υποστηρίξουν τους συμβιβασμούς που είναι απαραίτητοι για να κρατηθεί μαζί η ΕΕ. Ούτε μπορεί να αντέξει τις αναπόφευκτες επιθέσεις εναντίον των θεσμών της ΕΕ για κάθε δράση και νόμο με τα οποία διαφωνούν οι πολίτες και για τα οποία οι πολιτικοί των χωρών θέλουν να αποφύγουν να αναλάβουν την ευθύνη.

Η ΕΕ αντιμετωπίζει σήμερα εμφύλιο πόλεμο, όπως οι ΗΠΑ τη δεκαετία του 1860, ευτυχώς χωρίς βία. Δίχως πολιτικούς που θα μπορέσουν να αρθρώσουν το όραμα ενός κοινού μέλλοντος για το οποίο αξίζει κάποιος να εργαστεί και να κάνει θυσίες, η πλευρά που θέλει την ενότητα μπορεί να μη νικήσει. Ενας ευρωπαϊκός ύμνος, ένας κύκλος με αστέρια και συζήτηση για δημοσιονομική πειθαρχία και δημοσιονομικές μεταρρυθμίσεις δεν μπορούν να ανταγωνιστούν τα ισχυρά μηνύματα όσων αμφισβητούν την ΕΕ. Η Ενωση πρέπει να συνεχίσει την πορεία της προς μεγαλύτερη πολιτική και οικονομική σύμπνοια, αλλά κυρίως να προσφέρει μια αξιόπιστη προοπτική καλύτερης ζωής για όλους τους πολίτες της.

Ο πρόεδρος Ολάντ είπε ότι δεν επιθυμεί μια Ευρώπη «που πλέον δεν προοδεύει». Προς τα πού όμως; Προς την ισότητα, την ελευθερία, την αξιοπρέπεια και την αλληλεγγύη; Προς ένα κοινό ευρωπαϊκό σπίτι όπου επικρατεί η τάξη; Αυτές τις απαντήσεις πρέπει να δώσει η νέα γενιά των ευρωπαίων πολιτικών.

Η Αν-Μαρί Σλότερ είναι ακαδημαϊκός, αναλύτρια σε θέματα εξωτερικής πολιτικής και πρόεδρος του think tank New America