Δεν ήταν έκπληξη το γεγονός ότι ο πρόεδρος της Ρωσίας Βλαντίμιρ Πούτιν υποστήριξε σθεναρά τη FIFA εναντίον της «προσβλητικής προσπάθειας» των ΗΠΑ «να επεκτείνουν τη δικαιοδοσία τους σε άλλα κράτη». Η θεσμική διαφθορά είναι το φόρτε του Πούτιν. Η διοικούσα επιτροπή του παγκόσμιου ποδοσφαίρου έχει γίνει το απόλυτο παράδειγμα για το πώς δουλεύει αυτό το σύστημα, όπως περίπου και ο ανατραπείς πρόεδρος της Ουκρανίας Βίκτορ Γιανουκόβιτς που ήταν μαριονέτα της Μόσχας.

Η αμερικανική δύναμη αποτελεί την εμμονή του Πούτιν. Βλέπει το μακρύ της χέρι παντού, να υπονομεύει τη Ρωσία και χώρες της πρώην σοβιετικής αυτοκρατορίας. Ετσι η κίνηση του υπουργείου Δικαιοσύνης των ΗΠΑ εναντίον της FIFA ταιριάζει σε κάθε ρωσική γεωστρατηγική θεωρία. (Βέβαια, ο Πούτιν ανησυχεί και για το Μουντιάλ 2018. Και καλά κάνει)

Δεν αποτελεί έκπληξη ότι αρκετοί ρώσοι στρατηγοί και αξιωματούχοι κάνουν αναφορές στα πυρηνικά, ενώ φθάνουν ακόμη και να απειλούν ότι θα αφανίσουν το ναυτικό της Δανίας. Ούτε το ότι έχουν ξεκαθαρίσει πως θα υπερασπιστούν την προσάρτηση της Κριμαίας με κάθε διαθέσιμο όπλο. Η δύναμη είναι η γλώσσα που καταλαβαίνει ο Πούτιν καλύτερα από οποιαδήποτε άλλη. Γνωρίζει πόσο άβολο είναι αυτό για την υπόλοιπη Ευρώπη.

Στην πραγματικότητα δεν υπάρχουν εκπλήξεις. Ο Πούτιν έχει στραφεί εναντίον της Δύσης, θεωρώντας ότι αυτό θα κρατήσει ενωμένη την κυβέρνησή του. Ισως ήταν οι διαδηλώσεις στη Μόσχα το 2011. Ισως ήταν μια αίσθηση δυτικής δολιότητας στη Λιβύη την ίδια χρονιά. Ισως θεώρησε ότι υπήρξε μια στιγμιαία αμερικανική αδυναμία. Ισως πράγματι ήταν η ανατροπή μέσω λαϊκής εξέγερσης του διεφθαρμένου Γιανουκόβιτς στην Ουκρανία. Ισως ήταν απλώς ο αξιωματικός της KGB μέσα του που ήρθε στην επιφάνεια, αναπολώντας τη χαμένη αυτοκρατορία. Εν τέλει, οι λόγοι έχουν δευτερεύουσα σημασία σε σύγκριση με την πραγματικότητα, η οποία είναι ότι ο Πούτιν επέλεξε να αναζωπυρώσει τον ρωσικό εθνικισμό καλλιεργώντας τον μύθο της δυτικής περικύκλωσης.

Οι ηγέτες του G7 θα συναντηθούν σύντομα χωρίς εκείνον. Ο ρώσος πρόεδρος δεν ενδιαφέρεται πλέον για τους κανόνες αυτής της ομάδας. Ο ελεγχόμενος ανταγωνισμός τον βολεύει καλύτερα.

Περίπου 15 μήνες έχουν περάσει από την προσάρτηση της Κριμαίας. Λίγα είναι ξεκάθαρα. Ενα από αυτά είναι η περιορισμένη αμερικανική αντίδραση στην κατάληψη από τη Μόσχα ουκρανικού εδάφους και τη διεξαγωγή ενός μικρού πολέμου στην Ανατολική Ουκρανία με περίπου 6.000 νεκρούς. Τη θέση της Αμερικής την έχει πάρει η γερμανίδα καγκελάριος Ανγκελα Μέρκελ. Μιλά συχνά με τον Πούτιν. Ηταν ειλικρινής στην καταδίκη των κινήσεών του. Χωρίς τη Γερμανία, οι κυρώσεις εναντίον της Ρωσίας δεν θα είχαν συντονισθεί σωστά. Ομως ένα βασικό πρόβλημα παραμένει. Η μεταπολεμική Γερμανία είναι στην ουσία μια ειρηνιστική δύναμη. Η αναφορά βίας αποτελεί σχεδόν ανάθεμα για την πλειονότητα των Γερμανών. Η Μέρκελ αρνείται επίμονα την αποστολή στρατιωτικού εξοπλισμού στην Ουκρανία ώστε το παιχνίδι να εξισορροπηθεί. Κακώς. Η δύναμη είναι εκείνη που χρησιμοποιεί ο Πούτιν για να εξασφαλίσει όσα θέλει: μια κουτσουρεμένη και δυσλειτουργική Ουκρανία η οποία αποκλίνει από την προσέγγιση με τη Δύση. Αυτή είναι η μεγάλη νίκη της Μόσχας και η αποτυχία του Βερολίνου και της Ουάσιγκτον.

Η σύγκρουση δεν θα τελειώσει σύντομα. Μέσω κομμάτων της Αριστεράς και της Δεξιάς –τον ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα, το Εθνικό Μέτωπο στη Γαλλία –ο Πούτιν προσπαθεί να αποδυναμώσει την Ευρωπαϊκή Ενωση και τη Δύση, όπου μπορεί. Η αναποφασιστικότητα δεν μπορεί να είναι η απάντηση.