Οι αναρτήσεις στο Διαδίκτυο φώτιζαν κάτι «εξοργιστικό». Ηρθαν, ευτυχώς, οι εφημερίδες, και ειδικότερα ο δικός μας «Μικροπολιτικός», για να καταγράψει με ακρίβεια το γεγονός και να εκτονώσει κάπως τον θυμό του ψηφιακού πλήθους.

Ο αναπληρωτής υπουργός Πολιτισμού Νίκος Ξυδάκης άναψε ένα σιγκαρίλο εντός του Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης –κατά το τέλος της παρουσίασης του νέου χώρου σε δημοσιογράφους –και αυτό ενεργοποίησε το σύστημα πυρασφάλειας που άρχισε να χτυπά δαιμονικά.

Η είδηση άρχισε να κάνει τον γύρο και βέβαια με χαρακτηριστική άνεση διαστρεβλώθηκε τόσο που έδωσε τίτλους τύπου «το πούρο του Ξυδάκη», «απίστευτο» και άλλα. Ο ψηφιακός λιθοβολισμός από μέρος του ευέξαπτου κοινού είχε αρχίσει αφού το «πούρο» (που πάντως ήταν σιγκαρίλο) παρέπεμπε στην αλήστου εποχή ευμάρειας που τώρα συνδεόταν με υπουργό μιας κυβέρνησης που διακονεί τον λιτό βίο και τη σεμνότητα.

Ατυχής η πράξη του Ξυδάκη; Ατυχής. Εξάλλου ο ίδιος απολογήθηκε μέσω facebook. Το θέμα όμως δεν είναι εδώ αλλά σε μια άλλη πλευρά του συμβάντος, που πάντως επικάλυψε την είδηση ότι έως το τέλος του 2015 παραδίδεται ένας τόσο σπουδαίος χώρος στο κοινό. Αυτή είναι ότι μια κοινωνία που για είκοσι χρόνια είχε ως κυρίαρχο πρότυπο το πούρο, την Πόρσε Καγιέν, το φιλέτο με σάλτσα μαδέρα, το διακοποδάνειο και την απόδραση στη Μύκονο, κυνηγάει σήμερα με μυγοσκοτώστρα καθετί που θυμίζει εκείνη την εποχή. Μια ενοχικού τύπου τελετουργία που θεωρητικά επενδύθηκε από το παγκάλειο σάουντρακ του «μαζί τα φάγαμε» που εξίσωνε το αεριτζίδικο χρήμα μιας μεταπρατικής οικονομίας με την απόδειξη για την μπουγάτσα που δεν έκοψε ο μικροτυροπιτάς.

Πολύ περισσότερο σήμερα, κάθε αποτύπωμα ευμάρειας ή επίδειξης μοιάζει αδικαιολόγητο για τα μέλη ενός κυβερνητικού σχήματος που πρόταξε τον λιτό βίο από την πρώτη ημέρα του και έτσι κάθε δραστηριότητα των υπουργών του περνά από το μικροσκόπιο της νέας Ιεράς Εξέτασης των Ε9.

Οχι, ο Ξυδάκης δεν είναι νεόπλουτος και βέβαια δεν άναψε πούρο πανηγυρίζοντας για την κάθοδό του στη Σιέρα Μαέστρα. Ενα λιτό σιγκαρίλο άναψε σε λάθος τόπο και λάθος χρόνο, όμηρος όμως και ο ίδιος στο νέο ήθος που το κόμμα του διακήρυξε. Ενα ήθος που ελέγχεται από τις ορδές των κάποτε νεόπλουτων και σημερινών νεόπτωχων που θυμώνουν εύκολα, χαίρονται λίγο, διαβάζουν ελάχιστα και στον καπνό πάντα αναζητούν τη φωτιά μιας δικής τους πρότερης ενοχής.