Οι αιχμές του Πρωθυπουργού κατά του Γερούν Ντεϊσελμπλούμ, ότι παραπλάνησε τον ίδιο και τον Γιάνη Βαρουφάκη, αλλά και κατά του προέδρου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Μάριο Ντράγκι, ότι πήρε μια «πολιτικά και ηθικά ανορθόδοξη» απόφαση να περιορίσει τη ρευστότητα του Δημοσίου, έδωσαν χθες ξανά πικρή γεύση στη διαπραγμάτευση με τους δανειστές, καθώς ο ολλανδός πρόεδρος του Eurogroup αντέδρασε ενοχλημένος.

«Η ελληνική κυβέρνηση στοιχημάτισε ότι αν διαπραγματευθεί μαζί μας, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα χαλαρώσει τους κανόνες της» σχολίασε μιλώντας στην ολλανδική τηλεόραση ο κ. Ντεϊσελμπλούμ. «Ωστόσο, χωρίς μια στέρεη συμφωνία με το Eurogroup δεν θα υπάρξει εύκολη πρόσβαση στο παράθυρο της ΕΚΤ».

Την καταγγελία του κ. Τσίπρα επιβεβαίωσε χθες ο κ. Βαρουφάκης, λέγοντας ότι «δεν υπήρξε προσήλωση στην μπέσα». Εμείς, είπε, πήγαμε με την αίσθηση ότι η συμφωνία είναι συμφωνία. Οτι όταν σφίγγουμε το χέρι για το «α» και όχι για το «β» σημαίνει το «α» και όχι το «β».

Ανεξαρτήτως του τι ακριβώς είπε ο κ. Ντεϊσελμπλούμ στον Πρωθυπουργό, πάντως, ο ίδιος ο κ. Ντράγκι είχε πριν από τις εκλογές διευκρινίσει, αναφορικά με την Ελλάδα, ότι οι τράπεζές της δεν μπορούν να δανειοδοτούνται εφόσον η χώρα δεν βρίσκεται σε πρόγραμμα.

Συγκεκριμένα, στις 2 Οκτωβρίου του 2014 είχε πει ότι για να επωφεληθούν οι ελληνικές τράπεζες από το νέο –τότε –πρόγραμμα ενίσχυσης της ρευστότητας της ΕΚΤ «πρέπει να υπάρχει ένα πρόγραμμα –χωρίς πρόγραμμα δεν θα υπάρχουν αγορές». Στις 22 Ιανουαρίου, μιλώντας για το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ, διευκρίνισε περαιτέρω ότι μόνο αν η χώρα βρίσκεται σε πρόγραμμα και μετά τη θετική αξιολόγηση της τρόικας θα μπορούν να αγοράζονται ελληνικά ομόλογα. Επιπλέον, η ανακοίνωση της ΕΚΤ ανέφερε ότι «κατά τη διάρκεια της αξιολόγησης η επιλεξιμότητα θα αναστέλλεται και θα ανακτάται μόνο σε περίπτωση θετικής έκβασης της αξιολόγησης».

Στις 4 Φεβρουαρίου η ΕΚΤ ανακοίνωσε ότι τα ελληνικά ομόλογα δεν είναι πλέον επιλέξιμα για τον φθηνό δανεισμό από την ΕΚΤ, καθώς «δεν είναι επί του παρόντος πιθανό να εκτιμηθεί μια επιτυχής ολοκλήρωση της αξιολόγησης». Ετσι, οι τράπεζες χρηματοδοτούνται πλέον μόνο από τον μηχανισμό έκτακτης ανάγκης, τον ELA.

Είναι προφανές ότι η συμφωνία της 20ής Φεβρουαρίου δεν ήταν αρκετή για την ΕΚΤ ώστε να προεξοφλήσει μια επιτυχή έκβαση της αξιολόγησης, έτσι όπως την απαιτούσε. Αλλωστε, αυτό αποδεικνύει και το γεγονός ότι ακόμη δεν έχει ολοκληρωθεί η αξιολόγηση αυτή.

Ο Πρωθυπουργός, όμως, αναφέρθηκε και στην απόφαση της ΕΚΤ να θέσει περιορισμούς στην αγορά εντόκων γραμματίων από τις ελληνικές τράπεζες. Στις 18 Φεβρουαρίου τις κάλεσε να μην αυξήσουν περαιτέρω τη συμμετοχή τους, που ήταν περίπου στα 9 δισ. ευρώ, σε σύνολο εντόκων γραμματίων 15 δισ. ευρώ.

Από την άλλη πλευρά, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ανανεώνει συστηματικά τη χρηματοδότηση των ελληνικών τραπεζών μέσω του ELA, έστω και «με το σταγονόμετρο». Ο κ. Ντράγκι φροντίζει να κινείται στο όριο για να μην προκαλέσει την αντίδραση άλλων μελών του συμβουλίου της ΕΚΤ, κυρίως της Γερμανίας, που θεωρούν ότι ακόμη και αυτή η χρηματοδότηση παραβιάζει το καταστατικό της τράπεζας.

ΝΕΑ ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΣΗ. Σημειωτέον, πάντως, ότι την Παρασκευή στη Ρίγα ο πρόεδρος της ΕΚΤ προειδοποίησε για το ενδεχόμενο να θέσει κι άλλους περιορισμούς, αυξάνοντας το κούρεμα των τίτλων που δέχεται ως ενέχυρο από τις ελληνικές τράπεζες.

Μετά τα αιχμηρά του σχόλια, ο κ. Ντεϊσελμπλούμ προτίμησε χθες να βάλει την αντιπαράθεση στην άκρη. Παρότι οι κατηγορίες του κ. Τσίπρα δεν βοηθούν τη διαπραγμάτευση και δεν φαίνονται σωστές, είπε, «ΟΚ, ας το αφήσουμε να φύγει».