Με την κρίση που περνάει η διαφημιστική αγορά οι καμπάνιες κοινωνικής ευθύνης θα είναι σε λίγο περισσότερες από των προϊόντων. Υπέρ αναξιοπαθούντων και νοσούντων, κοινωνικών αρετών και δημοσίων δράσεων. Μέχρις εδώ οι προθέσεις άριστες και στεγανοποιημένες ως προς κάθε αμφισβήτηση. Το κόνσεπτ είναι που, συχνά, μπάζει νερά. Κάποιες από τις καμπάνιες έχουν σκηνοθετική άποψη και αισθητικό ενδιαφέρον. Ως επί το πλείστον όμως εξαντλούνται στην εύκολη λύση των «σφιχτών» γκρο πλαν επωνύμων, που σε ξεκαρδιστικά τραγικό ή αμήχανα χαρούμενο τόνο εκφωνούν το μήνυμά τους. Και αναρωτιέμαι σε ποια εκτροπή επικοινωνιακής λογικής στηρίζεται το θεώρημα ότι θα γίνω καλύτερος άνθρωπος επειδή με προτρέπει ένας τηλεαστέρας, μια υπερτιμημένη εύμπουστη νεαρά που προσποιείται τη δημοσιογράφο, ένας ηθοποιός με αντίστροφη σχέση τουπέ και ταλέντου, ένας παρ’ ολίγον σταρ που γλείφει τα κόκαλα της δημοσιότητας ή ένας βεριτάμπλ σταρ που θυμήθηκε να περιλάβει και τον ρόλο του Καλού Σαμαρείτη στο παλμαρέ του. Διότι από τέτοια «πηγάδια» αντλούνται συνήθως. Με απλά, ομοιόμορφα ρούχα και μακιγιάζ Αννας Καλουτά ή Ροδόφλου Βαλεντίνο, κουβαλώντας όλα τα σουσούμια της δημόσιας εικόνας τους, μοιάζουν σαν να θέλουν να επικοινωνήσουν περισσότερο τη δική τους ευαισθησία παρά αυτό καθαυτό το μήνυμα. Το οποίο συχνά τρακάρει μετωπικά με τα έργα και τις ημέρες τους.

Είναι σαν εκείνες τις συλλογές υπογραφών πνευματικών ανθρώπων, προσφιλέστατη τακτική στη δεκαετία του 1990. Εκτός του ότι το «πνεύμα» σήκωνε σε κάποιες περιπτώσεις περισσότερο νερό από το οινόπνευμα, πάρα πολλοί δεν είχαν ιδέα για το θέμα περί του οποίου υπέγραφαν.