Παρακολουθώντας τον ΣΥΡΙΖΑ να κυβερνά προσπαθώ να κατανοήσω τι διαφορετικό κάνουν τα στελέχη του από ό,τι έκαναν όταν ήταν αντιπολίτευση. Μιλάνε, λένε διάφορα, συχνά αντιφατικά μεταξύ τους, και όσο μιλάνε η χώρα γλιστρά σιγά σιγά όλο και πιο βαθιά στην αβεβαιότητα.

Λόγια, λόγια, λόγια. Η αρρώστια της ελληνικής Αριστεράς. Θυμάμαι, στις αρχές της δεκαετίας του 1990, τον ιστορικό ηγέτη του ΚΚΕ εσωτερικού Γιάννη Μπανιά να αναφέρεται με υπερηφάνεια σε μια συνάντησή του με τον ιστορικό ηγέτη της ιταλικής Αριστεράς (και του ευρωκομμουνισμού), τον Ενρίκο Μπερλινγκουέρ. Του άρεσε μάλιστα να τονίζει μια παραίνεση του Μπερλινγκουέρ προς τους συντρόφους του: «Τέρμα τα λόγια, να κάνουμε κάτι».

Η πολιτεία της ελληνικής Αριστεράς αποδεικνύει ότι τα λόγια είναι ευκολότερα. Δείτε, για παράδειγμα, τον Πρωθυπουργό. Εχει μερικά λόγια για οτιδήποτε συμβαίνει, αλλά όλα αποβαίνουν γενικότητες. Στο διά ταύτα, αντίθετα, αποδεικνύεται σε μεγάλο βαθμό κάτι που δεν πίστευαν πριν από τις τελευταίες εκλογές ούτε οι μεγαλύτεροι αντίπαλοι του ΣΥΡΙΖΑ: ότι δεν υπάρχει σχέδιο.

Και κάπως έτσι, χωρίς σχέδιο και χωρίς πρόγραμμα, η χώρα καταφέρνει, διαπραγματευόμενη χωρίς στόχο και χωρίς σχέδιο, να βρίσκεται χωρίς χρηματοδότηση, στα πρόθυρα μιας οδυνηρής πορείας αποσύνθεσης. Χωρίς χρήμα, χωρίς χρόνο, χωρίς συμφωνία με τους εταίρους και, όσο περνάει ο καιρός, όλο και με λιγότερους συμμάχους. Με τους πολίτες που καταλαβαίνουν να κάθονται σε αναμμένα κάρβουνα. Προσδοκώντας τα χειρότερα.

Σε τέτοιες περιπτώσεις η αισιοδοξία τελειώνει. Και το μόνο που μπορεί να τονωθεί είναι ο σαρκασμός –ανάλογος εκείνου που επεδείκνυε ένας πολύ καλός ποδοσφαιριστής, ο Μανώλης Πατεμτζής, που έχει κάνει καριέρα στον ΟΦΗ.

Oταν ο ΟΦΗ έπαιζε με καμιά μεγάλη ομάδα και επικρατούσε φόβος στα αποδυτήρια ο Πατεμτζής ήταν ο μόνος που έβλεπε στωικά την ισχύ των αντιπάλων.

–Μην ανησυχείτε, έλεγε. Θα τους σταματήσουν τα δίχτυα.