Καμιά φορά η αλλαγή παίρνει λίγο περισσότερο χρόνο για να γίνει. Από το 1989-90 έκαναν λόγο οι πολιτικοί σχολιαστές για το «τέλος της Μεταπολίτευσης». Ισως διότι τους γοήτευε σαν διαπίστωση, φορτισμένη με την αναγκαία δραματική ιστορικότητα. Παρ’ όλα αυτά, το τέλος της Μεταπολίτευσης, με όρους αλλαγής συνολικού υποδείγματος –ή, σε καθομιλουμένη, προτύπου –χώρας επήλθε αισίως ή μάλλον δυσάρεστα μία εικοσαετία αργότερα, δηλαδή το 2010. Τη Μεταπολίτευση διαδέχθηκε μια λέξη που αρχίζει επίσης από το γράμμα «μ» –το Μνημόνιο. Ακόμη εκεί είμαστε. Εστω κι αν –ειρωνεία πρώτη –το τέλος του Μνημονίου προαναγγέλλεται ήδη από πέρυσι τον Ιούνιο και μάλιστα –ειρωνεία δεύτερη –τόσο από τους μεν, δηλαδή τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ, όσο και από τους δε, δηλαδή τον ΣΥΡΙΖΑ και τους ΑΝΕΛ.

Με τη διαπραγμάτευση να έχει κάνει κοιλιά και την επίσκεψη Τσίπρα στο Κρεμλίνο να έχει ερεθίσει τα πιο σκληρά υποσυστήματα του κατεστημένου της Δύσης, η κυβέρνηση εμφανίζει συμπτώματα παλινδρόμησης. Τελευταίο, το εκπαιδευτικό νομοσχέδιο. Τι κάνει αυτό; Ουσιαστικά βάζει την Παιδεία σε ολική επαναφορά στην προ του 2010 κατάσταση. Δηλαδή επαναφέρει τους όρους της Μεταπολίτευσης. Αντίστοιχα, το νομοσχέδιο Κατρούγκαλου για τη Δημόσια Διοίκηση προωθεί επαναπροσλήψεις δημοσίων υπαλλήλων, δηλαδή επιχειρεί να αποκαταστήσει το status quo ante.

Το να πηγαίνεις πίσω στον χρόνο έχει τη γοητεία του. Στο κάτω κάτω, νιώθεις νεώτερος. Το πρόβλημα όμως, που το έχει όπως σε όλες τις κυβερνήσεις ο Πρωθυπουργός, είναι ότι αυτό προκύπτει σε μια φάση που οι εξελίξεις οδηγούν μπροστά και μάλιστα σε προδιαγεγραμμένο σημείο. Ο Αλέξης Τσίπρας επανέλαβε τα περί έντιμου συμβιβασμού με τους δανειστές στην παρέμβασή του στο Reuters. Εντιμος συμβιβασμός σημαίνει όμως μέτρα. Δηλαδή επαναβεβαίωση της φάσης του Μνημονίου, όπως και αν αυτό μετονομασθεί. Τα μέτρα μπορεί να ενσωματωθούν σε ένα νέο πακέτο μερικών δεκάδων δισ. αλλά η τρέχουσα κυβέρνηση δεν προσέρχεται με τίποτε περισσότερο από τις προηγούμενες στη διαπραγμάτευση. Αντιθέτως, μοιράζεται την αισιοδοξία τους ότι θα πετύχει κάτι καλύτερο. Ώς τώρα όμως καμία κυβέρνηση δεν πέτυχε τίποτε περισσότερο από ένα πακέτο που να εξασφαλίζει την κάλυψη των υποχρεώσεων της χώρας προς τους έξω συνδυαζόμενο με σκληρή λιτότητα για τους μέσα. Μπορεί η τρέχουσα κυβέρνηση να έχει τραβήξει τα πράγματα στα άκρα από τις 25 Ιανουαρίου και μετά. Αυτό όμως έχει κυρίως ζορίσει την ελληνική οικονομία που διολισθαίνει ξανά προς την ύφεση. Οι κ.κ. Σόιμπλε και Σία απλώς κάνουν πιο ζόρικες –για μας –δηλώσεις. Ακόμη χειρότερα: αυτό που δεν λένε οι Φλαμπουράρηδες της κυβέρνησης –εκτός αν δεν το καταλαβαίνουν –είναι ότι μπορεί το να φθάσουν τα πράγματα σε οριακό σημείο –δηλαδή σε χρεοκοπία και τα συναφή –να μη συμφέρει την Ευρώπη, αλλά η παράταση της διαπραγμάτευσης δεν συμφέρει εμάς.

Το συμπέρασμα είναι ότι τον Ιούνιο, με ή χωρίς εκλογές, ο Τσίπρας θα πρέπει να πάει μπροστά με μια κυβέρνηση που νοσταλγεί τη φάση της Μεταπολίτευσης, την οποία ενίοτε επιχειρεί να βελτιώσει, όπως ο Κατρούγκαλος με την κατάργηση της επιστράτευσης των απεργών! Ο κίνδυνος είναι η δύναμη της αδράνειας. Η πρόκληση είναι η σύνθεση του παρελθόντος με το μέλλον. Θα είναι όμως δύσκολη αν η ροπή είναι προς επιστροφή σε εντελώς παρωχημένη εποχή και η έξοδος από το Μνημόνιο δεν αποτελεί άμεση προοπτική.