Επειτα από μια διπλή ύφεση και μια παρατεταμένη περίοδο στασιμότητας η ευρωζώνη αρχίζει επιτέλους να βλέπει σημάδια ανάκαμψης. Η εμπιστοσύνη των καταναλωτών αυξάνεται, οι πωλήσεις λιανικής και οι νέες ταξινομήσεις αυτοκινήτων το ίδιο.

Δυστυχώς για την Ευρώπη, η ανάπτυξη κάνει τις χώρες να μην αναλαμβάνουν επείγουσα δράση εκεί που πρέπει –για παράδειγμα στην Ελλάδα. Καθώς όλη η υπόλοιπη Ευρώπη αναπτύσσεται άλλες κυβερνήσεις, που θεωρούν ότι βρίσκονται σε καλύτερη οικονομική θέση, είναι λιγότερο διατεθειμένες να συμβιβαστούν με την Αθήνα. Ολοι καταλαβαίνουν ότι ο συμβιβασμός προτιμάται από την κατάρρευση των διαπραγματεύσεων, την άτακτη χρεοκοπία και την έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ. Ομως, όσο μεγαλύτερη εμπιστοσύνη αποκτά η υπόλοιπη Ευρώπη για τη διατηρησιμότητα της ανάπτυξής της τόσο πιο σκληρή γραμμή υιοθετεί.

Το ίδιο συμβαίνει και με τις τράπεζες. Οσο η ανάκαμψη ενισχύει τους ισολογισμούς των τραπεζών τόσο μειώνονται τα κίνητρα των Ευρωπαίων να διορθώσουν δομικά προβλήματα, όπως είναι οι εγγυήσεις που απολαμβάνουν τράπεζες στη Γερμανία και τα προβλήματα με οικογενειοκρατούμενες τράπεζες στην Πορτογαλία.

Επίσης, ακόμη και εάν υπάρξει ανάπτυξη 2%, τα μεγάλα ελλείμματα ως ποσοστό επί του ΑΕΠ στην Ευρώπη δεν θα γίνουν ξαφνικά βιώσιμα. Η Ευρώπη εξακολουθεί να χρειάζεται αναδιάρθρωση χρέους, αν και οι ηγέτες της εξακολουθούν να το αρνούνται.

Τέλος, χρειάζονται πιο φιλόδοξες μεταρρυθμίσεις -δημοσιονομική ένωση και πολιτική ένωση –οι οποίες θα πρέπει να συνοδεύσουν τη νομισματική ένωση στην Ευρώπη εάν η ήπειρος θέλει να αποφύγει τη δημιουργία παρόμοιας κρίσης στο μέλλον. Εάν υπάρχει ένα μάθημα που πρέπει να μάθει κανείς από τα προβλήματα της Ευρώπης είναι ότι δεν μπορεί να υπάρξει νομισματική ένωση χωρίς δημοσιονομική και πολιτική ένωση.

Το πρόβλημα είναι ότι πολλά από τα προβλήματα που προκάλεσαν την κρίση στην ευρωζώνη εξακολουθούν να μην αντιμετωπίζονται.

Ο Μπάρι Εϊχενγκριν είναι καθηγητής Οικονομικών στο University of California, Berkeley, καθηγητής Αμερικανικής Ιστορίας και Θεσμών στο Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ και πρώην σύμβουλος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου