Το έχει πει ο Ζακ Σεγκελά, ο επιλεγόμενος «πάπας» της πολιτικής διαφήμισης: «Ακόμη και ο Θεός χρειάζεται να διαφημιστεί. Γι’ αυτό χτυπούν οι καμπάνες». Δεν ξέρω αν είχε αυτόν στο μυαλό του ο μοναχός Ευδόκιμος, ο άνθρωπος (του Θεού) όμως δεν μάσησε τα λόγια του. «Είμαι ευχαριστημένος που έρχεται εδώ η Μενεγάκη γιατί έτσι διαφημίζεται η μονή» είπε στο μικρόφωνο της lifestyle εκπομπής που, στα απόνερα της γέννας της παρουσιάστριας, έστειλε ρεπόρτερ στην Ανδρο ο οποίος ανακάλυψε το «ησυχαστήριό» της, ένα μοναστήρι δηλαδή όπου καταφεύγει όταν θέλει να συνομιλήσει με τον εαυτό της.

Δεν ξέρω με τι να απορήσω περισσότερο. Με το τηλεοπτικό ενδιαφέρον που εγείρει ένας μοναχός ή με το ότι η μονή του έχει ανάγκη από διαφήμιση; Οπως και να ‘ναι, αυτή η γκλάμορ ευλαβικότητα που καθιερώθηκε ως κλασική αξία μόδας εδώ και μια δεκαπενταετία, ταμπουρωμένη πλέον στον «ναό» της απενοχοποίησης, πετάει από το καμπαναριό τα προικιά της επί πιστών και απίστων. Σινιέ φυλαχτά που σχεδιάζουν αργόσχολες κυρίες και πουλιούνται σε τιμή κοσμήματος, κομποσχοίνια με μπριγιάν, βήμα βήμα η «τέλεια φανουρόπιτα» αναρτημένη σε κοσμοπολίτικα σάιτ, οι πνευματικοί των σελέμπριτι στην πρώτη σειρά της τηλεοπτικής δημοσιότητας μαζί με τους μακιγιέρ και τους κομμωτές τους. Αν αύριο γίνει περιφορά Επιταφίου στο Bricolage θα το αντιμετωπίσω ψύχραιμα!

Ο μεγαλύτερος κίνδυνος για μια τάση όμως είναι η αποχαλίνωσή της. Από το γκλάμορ στο κιτς μια προσευχή δρόμος είναι. Λαμπάδες με τον Βαρουφάκη αλλά και σε σχέδιο πιτόγυρου κυκλοφορούν ήδη ανάμεσά μας.