Ο γενετικός χάρτης των προσμείξεων των πληθυσμών δημοσιεύθηκε στην επιστημονική επιθεώρηση «Science». Η έρευνα έγινε από μεγάλη επιστημονική ομάδα, με επικεφαλής τούς Γκάρετ Χέλενταλ από το Ινστιτούτο Γενετικής του University College του Λονδίνου, Σάιμον Μάιερς από το Τμήμα Στατιστικής του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης και Ντάνιελ Φάλους του Ινστιτούτου Μαξ Πλανκ.

Οπως εξηγούν οι ειδικοί, τα ίχνη των προσμείξεων φαίνονται στις μεταλλάξεις γονιδίων, δηλαδή στις αλλαγές που παρουσιάζει η αλληλουχία του DNA. Αυτές οι μεταλλάξεις μεταφέρονται από τους γονείς στα παιδιά και έτσι είναι κοινές σε έναν συγκεκριμένο πληθυσμό.

Βάσει αυτών των μοτίβων, οι γενετιστές μπορούν να διαβάσουν το γονιδίωμα ενός ανθρώπου και να ανακαλύψουν σε ποια φυλή ή σε ποιον πληθυσμό ανήκουν οι πρόγονοι κάθε τμήματος του DNA του.

Η ομάδα, υπό τον Μάιερς, ανέπτυξε μια στατιστική τεχνική που αναγνωρίζει με μεγάλη ακρίβεια τα τμήματα των χρωμοσωμάτων (μέρος του DNA). Στη συνέχεια, κατόρθωσαν και χρονολόγησαν αυτές τις μεταλλάξεις και έτσι ανακάλυψαν πότε έγιναν οι προσμείξεις των πληθυσμών.

Η χρονολόγηση γίνεται μετρώντας το μήκος των τμημάτων των χρωμοσωμάτων ενός ανθρώπου. Τα συγκεκριμένα χρωμοσώματα είναι αυτά που προέρχονται από άλλους πληθυσμούς. Οταν γίνονται γονείς δύο άτομα από διαφορετικούς πληθυσμούς, τα παιδιά τους φέρουν στο γονιδίωμά τους μεγάλα τμήματα του DNA τόσο του πατέρα όσο και της μητέρας.

Σε κάθε επόμενη γενιά, το μέσο μέγεθος αυτών των τμημάτων μειώνεται. Ανάλογα με το μέγεθός τους, οι γενετιστές μπορούν να υπολογίσουν πόσες γενιές έχουν περάσει από την ανάμειξη των πληθυσμών.

«Είμαστε από τους πρώτους που προσπαθούμε να χρονολογήσουμε αυτά τα γεγονότα μέσω του DNA και να βρούμε τις επιμείξεις» τονίζει ο Σάιμον Μάιερς.

Οι επιστήμονες ελπίζουν να προχωρήσουν και άλλο την έρευνά τους, μελετώντας περισσότερους ανθρώπους στο μέλλον. «Πιστεύουμε ότι αν μεγαλώσουμε το δείγμα μας θα μπορέσουμε να βρούμε ίχνη και των μεταναστεύσεων που έγιναν σε μικρότερη γεωγραφική κλίμακα» λέει στους «Νιου Γιορκ Τάιμς» ο Χέλενταλ.

Οι ερευνητές τονίζουν ότι δεν συνεργάστηκαν με ιστορικούς για την ανάλυση των αποτελεσμάτων, αλλά πιστεύουν ότι οι ιστορικοί θα βρουν χρήσιμα στοιχεία. «Αναπαριστούμε την Ιστορία χρησιμοποιώντας μόνο DNA».

Για «μελέτη-ορόσημο» κάνει λόγο ο Τζον Νοβέμπερ, γενετιστής στο Πανεπιστήμιο του Σικάγου, λόγω της ευρείας κλίμακάς της και της πολυπλοκότητάς της.