«Ελπίζουμε πως το γεγονός ότι ορθώς ελέγχεται από τη Δικαιοσύνη μια ΜΚΟ δεν θα αποτελέσει ευκαιρία για κάποιους να πλήξουν την ιδέα της αυτοοργάνωσης και του εθελοντισμού, ούτε και τα κινήματα των πολιτών» καταλήγει η ανακοίνωση που εξέδωσε το γραφείο του πρώην πρωθυπουργού Γιώργου Παπανδρέου, μετά την υπόθεση Ρόντου.

Προφανώς έχει δίκιο: διεθνώς οι ΜΚΟ αποτελούν δυναμική έκφραση του εθελοντικού κινήματος –αλλά όχι πάντα. Σε αρκετές περιπτώσεις κάποιες λειτουργούν ως κάλυψη για άλλες δραστηριότητες, ημικατασκοπικού τύπου, ενίοτε. Ή όπως είπε ο επίσης πρώην υπουργός Εξωτερικών Θ. Πάγκαλος: ως «οχήματα πολιτικής επιρροής με άλλον τρόπο».

Στην Ελλάδα η «φάμπρικα» των ΜΚΟ διαδέχθηκε ένα άλλο νεοελληνικό εφεύρημα: τις Αστικές Μη Κερδοσκοπικές Εταιρείες που άνθησαν –κάποιοι υπολογισμοί τις ανέβαζαν σε 2.500 –την περίοδο του περίφημου «Πρώτου Πακέτου Ντελόρ», παρέχοντας επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση, αλλά μόνο στα χαρτιά. Κάποιες από τις ΜΚΟ που σχετίζονται με το υπουργείο Εξωτερικών προσέφεραν έργο. Αρκετές όμως βαρύνονται με την υπόνοια ότι ήταν –πάλι κατά τον Θ. Πάγκαλο –«μια απάτη μέσω της οποίας διάφοροι κολλητοί, φίλοι και γνωστοί παίρνουν χρήματα χωρίς να εργάζονται».

Η έννοια ΜΚΟ με το διεθνές της περιεχόμενο «εκεί που δεν φθάνει το κράτος αναλαμβάνει η κοινωνία των πολιτών» προσδιορίστηκε για πρώτη φορά στην Ελλάδα το 1995 και ο όρος «μη κυβερνητικές οργανώσεις» εμφανίσθηκε στην ελληνική νομοθεσία μόλις το 1999 με τον Νόμο 2731/99 για την αναπτυξιακή βοήθεια.

Χωρίς αμφιβολία ο άνθρωπος που έδωσε μεγάλη βαρύτητα στην αξιοποίηση των ΜΚΟ από το υπουργείο Εξωτερικών ήταν ο Γ. Παπανδρέου επί των ημερών του οποίου άνθησαν σαν ένας νεωτερισμός, σαν αυτούς που συνήθιζε. Σε μια μελέτη που έκανε το Ιδρυμα Ανδρέας Παπανδρέου αναφέρεται ότι «ήταν ο πρώτος έλληνας υπουργός που αντιλήφθηκε τη σημασία τους και κατά τη διάρκεια της θητείας του στο υπουργείο Εξωτερικών αναπτύχθηκε για πρώτη φορά ο μηχανισμός αξιοποίησης της λεγόμενης διπλωματίας των πολιτών».

Οι στόχοι είναι ευγενείς, αλλά οι ΜΚΟ σε πολλές περιπτώσεις εξελίχθηκαν σε μάστιγα και κατά περίπτωση σε σκάνδαλο. Κυρίως γιατί ποτέ δεν ήταν σαφές το περιεχόμενο και η σκοπιμότητα όλων των χρηματοδοτήσεων, ενώ πολύ συχνά συνδέονταν ανεπισήμως με κάποια υποτιθέμενα «εθνικά συμφέροντα» στην ευρύτερη περιοχή –και ως εκ τούτου και τα μυστικά κονδύλια του υπουργείου.

Το 1999 ο Γ. Παπανδρέου, αμέσως μόλις διαδέχθηκε τον Θ. Πάγκαλο, δημιούργησε δύο νέους θεσμούς. Ο ένας ήταν η Επιτροπή για τις ΜΚΟ με επικεφαλής τον δημοσιογράφο Νικήτα Λιοναράκη, που θεωρούνταν γκουρού του κινήματος των ΜΚΟ εκείνη την εποχή και είχε καταγράψει περίπου 31.000 (!) οργανώσεις που προσέφεραν εθελοντικό έργο πάσης φύσεως. Ο Παπανδρέου τον θεωρούσε από τους στενότερους συνεργάτες του, ώς τον θάνατό του το 2007.

Από ένα σημείο και πέρα πάντως η ιδέα των ΜΚΟ εντάσσεται στην επιχείρηση πολιτικής ανάδειξης του ιδίου του Γ. Παπανδρέου –κάτι σαν «πρότζεκτ» που ενισχύει το προφίλ του.

Τα πράγματα πήραν άλλη τροπή όταν ο Αλεξ Ρόντος αναλαμβάνει δράσεις στα Βαλκάνια, αμέσως μετά την επίθεση του ΝΑΤΟ στη Γιουγκοσλαβία. Ο Ρόντος περιβάλλεται μεν από αχλύ μυστηρίου, αλλά θεωρείται εξπέρ στην ανθρωπιστική βοήθεια. Εχει γνώσεις, προσωπική συγκρότηση και «είχε την εκτίμηση παραγόντων με διαμετρικά αντίθετες αντιλήψεις, όπως ο Νίκος Κοτζιάς» λέει σήμερα παράγων που συνεργάσθηκε μαζί του.

Στην πραγματικότητα για αυτόν ιδρύθηκε ο δεύτερος θεσμός, η Υπηρεσία Διεθνούς Αναπτυξιακής Συνεργασίας (ΥΔΑΣ) και πάντως αυτός την οργάνωσε και την προσανατόλισε στη χρηματοδότηση ΜΚΟ που έχουν συγκαλυμμένες πολιτικές επιδιώξεις με πλαίσιο: «Λεφτά για τον εκδημοκρατισμό στα Βαλκάνια».

Εν τω μεταξύ το σύνθημα σε πολλούς κύκλους είναι «φτιάξε κι εσύ μια ΜΚΟ, μπορείς». Εκτός από τις ποικίλες εσωτερικές δράσεις που ήδη χρηματοδοτούσε το υπουργείο όχι μόνο με εθνικούς αλλά και με κοινοτικούς πόρους –και με προφανείς επιδιώξεις πολιτικής εκμετάλλευσης -, πολλοί αρχίζουν να καταθέτουν προτάσεις για την επιμόρφωση των βαλκανικών λαών και των κρατών που προέκυψαν από τη διάλυση της Σοβιετικής Ενωσης, ώστε να επιστρέψουν στον δυτικό τρόπο σκέψης και οργάνωσης. Φιλοδοξούν να μάθουν αυτούς τους λαούς πώς θα οργανώσουν το κράτος τους, το νομικό τους σύστημα, την εκπαίδευση, τα δικαιώματα των γυναικών και των μειονοτήτων, τη συμμετοχή στα κινήματα ειρήνης κ.λπ.

Η αποναρκοθέτηση των παλαιών πεδίων μαχών ήταν η πιο θεαματική και καλοπληρωμένη, αν και όχι σαφής ως προς τη σκοπιμότητά της. Στον βαθμό που υλοποιήθηκε στρατολογήθηκαν κυρίως πρώην εμπόλεμοι από τον εμφύλιο στη Βοσνία. «Ηταν κάτι καθάρματα από όλες τις πλευρές» θυμάται σήμερα παράγων της εποχής. Αυτοί χρησιμοποιήθηκαν για να εξουδετερώσουν νάρκες όχι μόνο στην πρώην Γιουγκοσλαβία, αλλά και αλλού. Π.χ. στον Λίβανο οργανώθηκε ειδική κυβερνητική αποστολή για επιθεώρηση του έργου για το οποίο η ελληνική κυβέρνηση έλαβε τις ευχαριστίες της κυβέρνησης του Λιβάνου, όπως είπε αργότερα ο Γ. Παπανδρέου στη Βουλή.

Στο πλαίσιο των καθηκόντων του, αλλά όχι μόνο, ο Ρόντος έχει τη δική του αντίληψη για διάθεση των κονδυλίων που προβλέπονται για ανθρωπιστική βοήθεια και συναφείς δράσεις. Αυτό τον φέρνει σε αντίθεση με τον υφυπουργό Γιάννη Ζαφειρόπουλο –στενό φίλο του πρωθυπουργού Κ. Σημίτη –που αρνείται να υπογράψει όσα αποφασίζει ο, κατά τα λοιπά, υφιστάμενός του. Ο Ρόντος όμως έχει την κάλυψη του Γ. Παπανδρέου και τον Ιανουάριο του 2002, μόλις τρεις μήνες από την ανάληψη των καθηκόντων του, ο Ζαφειρόπουλος θα παραιτηθεί.

Στην επιστολή του προς τον πρωθυπουργό θα τονίσει την: «Απόλυτη διαφωνία του με τον κ. Γιώργο Παπανδρέου ως προς τον τρόπο οργάνωσης και άσκησης της πολιτικής μας στον άκρως ευαίσθητο και κρίσιμο τομέα των διεθνών οικονομικών σχέσεων της χώρας μας και τις διαδικασίες υλοποίησης του ελληνικού σχεδίου για την οικονομική ανασυγκρότηση των Βαλκανίων». Στους διαδρόμους ακούγεται ότι υπήρξε και δεύτερη επιστολή του με σκληρό κατηγορητήριο κατά του «συστήματος Παπανδρέου», η οποία του… επεστράφη από το Μέγαρο Μαξίμου.

Ο Ανδρέας Λοβέρδος, που πήρε τη θέση του, προσπάθησε να μη διαταράξει ισορροπίες ανάμεσα στο υπουργείο Εξωτερικών και το Μέγαρο Μαξίμου λόγω Ρόντου, αλλά κατά το δυνατόν δεν έβαζε την υπογραφή του σε δράσεις που δεν γνώριζε επακριβώς. Αλλοι παράγοντες της εποχής που είχαν στενή συνεργασία με τον Ρόντο σήμερα αποφεύγουν να μιλήσουν, όπως έκαναν και στις άλλες περιπτώσεις που το θέμα ήλθε στην επικαιρότητα. Ολοι πάντως συμφωνούν ότι καίει και όπως είπε ο υπουργός Δημόσιας Τάξης Νίκος Δένδιας «η ΜΚΟ για την αποναρκοθέτηση είναι η κορυφή του παγόβουνου».

Κανείς δεν ήλεγχε κανέναν

Ακόμη και όταν δεν επρόκειτο για απάτη, στις χρηματοδοτήσεις των ΜΚΟ υπήρχε μια πολύ ευρύχωρη αντίληψη για το δημόσιο χρήμα: ούτε όσοι το έπαιρναν κατέθεταν πάντα τα απαιτούμενα παραστατικά ούτε όσοι το έδιναν τους ήλεγχαν. Σε αυτό το κενό άνθησε η καταχρηστική σχέση

Η «ανθρωπιστική βοήθεια» που κόστισε 135 εκατομμύρια!

Ακόμη και σήμερα δεν υπάρχουν πλήρη παραστατικά για τη χρήση της χρηματοδότησης των ΜΚΟ από το υπουργείο Εξωτερικών. Πάντως για τη δεκαετία του 2000 τα ποσά έφθασαν τα 135 εκατ. ευρώ διαμοιρασμένα σε εκατοντάδες οργανώσεις. Από τη στιγμή που η έννοια της «ανθρωπιστικής βοήθειας» μπήκε στον εθνικό προϋπολογισμό, στους καταλόγους του υπουργείου Εξωτερικών εμφανίζονται διαρκώς νέες ΜΚΟ που διεκδικούν πολύ περισσότερα από όσα μπορεί να διατεθούν. Η ΥΔΑΣ από τα 11,3 εκατ. ευρώ που διέθεσε το 2000 έφθασε τα 18 εκατ. το 2003 για να αρχίσει έκτοτε σταδιακή μείωση έως τα 3,2 εκατ. ευρώ που δόθηκαν το 2009, έτος κρίσης πλέον.