Ενας προλετάριος δολοφόνος με τ’ όνομα Στράτος, μια τρύπα στο χώμα, το σκάψιμο της οποίας απαιτεί διαρκώς χρήματα (η Ελλάδα;) και ένα σύμπαν σε απόλυτη παρακμή πρωταγωνιστούν στο «Μικρό ψάρι» του Γιάννη Οικονομίδη –την ελληνική παρουσία στο επίσημο διαγωνιστικό του 64ου Φεστιβάλ Βερολίνου και μια από τις λίγες πραγματικά σπουδαίες στιγμές της διοργάνωσης. Ενα φιλμ νουάρ πιστό στην παράδοση του είδους, δίχως φάλτσες νότες (οι σεκάνς των φόνων είναι σοκαριστικές στη λεπτομέρειά τους) και πάνω απ’ όλα ένα υποβλητικό δράμα που αποτελεί και την κορυφαία στιγμή του σκηνοθέτη του –που με το «Μικρό ψάρι» κάνει ένα θεαματικό άλμα.

Και αυτό γιατί δίχως να χάσει τον ξεχωριστό του χαρακτήρα, το σινεμά του Οικονομίδη εδώ μεγαλώνει τον καμβά του. Είναι νωρίς να μιλήσουμε για προγνωστικά (αν και το όνομα του Βαγγέλη Μουρίκη ήδη ακούγεται για το βραβείο ερμηνείας), γιατί είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς πώς μεταφράζεται στους ξένους κριτικούς ένα σινεμά που πατάει τόσο πολύ στη γλώσσα: βλέποντας το φιλμ παρακολουθούσα τους υπότιτλους και αναρωτιόμουν κατά πόσο χάνεται στη μετάφραση αυτή η εντέχνως διαρθρωμένη μουσικότητα της βωμολοχίας. Είναι όμως και μια μεγάλη ελληνική ταινία με διεθνή δυναμική που ξεφεύγει από την ποζάτη αποστασιοποίηση του λεγόμενου Weird Wave –καιρός ήταν.

Στη συνέντευξη Τύπου που ακολούθησε (στην οποία οι έλληνες δημοσιογράφοι πρωταγωνίστησαν) ο Οικονομίδης μίλησε για το οξύμωρο τού να στήσει μια τόσο σκοτεινή, θεματικά, ταινία, δίχως να αφήσει απ’ έξω τον ελληνικό ήλιο που «καίει» τα εξωτερικά πλάνα, ενώ τόνισε πως όλες οι ταινίες του μιλούν, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο «για την κρίση που όμως είχε ξεκινήσει πολλά χρόνια πριν –από την εποχή του «Σπιρτόκουτου»». «Εμένα μου αρέσει πολύ αυτός ο ήρωας. Μου αρέσει η στάση του, μου αρέσει η ηθική του, μου αρέσει το κύμα που αφήνει πίσω του» τόνισε ο Βαγγέλης Μουρίκης σε τούρκο δημοσιογράφο, ενώ ο παραγωγός Χρήστος Κωνσταντακόπουλος σε σχετική ερώτηση δήλωσε πως «οι ελληνικές ταινίες έχουν κέρδος, αρκεί να προχωρά κανείς με ανοιχτό μυαλό. Είναι μικρές ταινίες, δεν έχουν μεγάλες απαιτήσεις με την έννοια ότι θα φέρουν πίσω τα χρήματα που κόστισαν. Η συγκεκριμένη ταινία είναι πιο μεγάλη αλλά είμαστε σίγουροι ότι θα κερδοφορήσει». Την ίδια ώρα, σε παράλληλα προγράμματα, εγκωμιαστικές κριτικές συγκεντρώνει η ταινία του Αθανάσιου Καρανικόλα «Στο σπίτι» όπου μια γεωργιανή οικιακή βοηθός ανακαλύπτει πως πάσχει από σοβαρή ασθένεια και, στη συνέχεια, εγκαταλείπεται από την οικογένεια που τη φιλοξενεί. Ενα φιλμ που μπορεί να κρατά αποστάσεις από το μελόδραμα, δεν χάνει όμως τον ανθρωπισμό του –δύσκολη ισορροπία, αν το σκεφτείτε.

Σε αυτούς τους δημιουργούς λοιπόν, αλλά και στους υπόλοιπους Ελληνες που συμμετέχουν εδώ, είτε με ταινίες μικρού μήκους είτε με προτάσεις προς παραγωγή, κανείς υπουργός Πολιτισμού δεν έστειλε ευχαριστήρια επιστολή όπως στον Τζορτζ Κλούνι (και δεν είναι θέμα προσωπικό –κανείς δεν θα έστελνε, όποια και να ήταν η χρονολογία…). Κι όμως, τούτη εδώ η φετινή διοργάνωση διαθέτει εντονότερο «ελληνικό» χρώμα από ποτέ.