Ο Πέτρος Τατσόπουλος φαίνεται να διαγράφηκε επειδή εξέφρασε την άποψη ότι «υπάρχουν άνθρωποι μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ που μπορεί να βλέπουν με συμπάθεια τις ιδέες των μελών της 17ης Νοέμβρη». Αυτή η διαγραφή, όπως και πολλές προηγούμενες, συνδέεται με μια περιοριστική αντίληψη για την έκταση της ελευθερίας έκφρασης όχι μόνο των βουλευτών ενός κόμματος αλλά και των στελεχών του, και πολλές φορές ακόμη και των επιστημονικών συνεργατών του. Εχουμε ένα κομματικό σύστημα (εκτός του ΚΚΕ) που κλείνει σε όλες τις πτώσεις τη φράση «ελευθερία έκφρασης», αλλά εννοεί την ελευθερία εσωκομματικής διαφωνίας και έκφρασης των αντιπάλων του και όχι των στελεχών του.

Η ουσία της διαγραφής Τατσόπουλου βρίσκεται σε μια άλλη δήλωσή του. Αυτός υποστήριξε ότι «αν θέλουμε να ξαναβρούμε την ουσία του πολιτικού λόγου πρέπει να αποσπάσουμε τα πρόσωπα από την πολιτική συνωμοσιολογίας». Σε αυτήν εδώ τη χώρα όντως έχουν ιδιαίτερη πέραση οι θεωρίες της συνωμοσιολογίας. Ακόμη και ο ίδιος ο διαγραφείς βουλευτής έχει κατά καιρούς εκφράσει την απόλυτη εκτίμησή του σε μια πρωθιέρεια των θεωριών συνωμοσίας, στη Ναόμι Κλάιν, με την οποία συνομιλεί και ο πρώην αρχηγός του. Μία συγγραφέας που υποβιβάζει τις οικονομικές και κοινωνικές σχέσεις σε πράξεις που λαμβάνουν χώρα στα κλειστά γραφεία των πολυεθνικών. Η αθλιότητα της θεωρίας σε όλο της το μεγαλείο, όπως έγραφε σε μια παρόμοια περίπτωση και ο παππούς Μαρξ.

Σήμερα ο Τατσόπουλος τα βάζει με τη συνωμοσιολογία, η οποία όμως ανέδειξε αυτόν ως βουλευτή και τον ΣΥΡΙΖΑ σε κόμμα εξουσίας. Αυτός στην ουσία διαγράφηκε όχι γιατί είπε μια προφανή αλήθεια, σχετικά με τους συμπαθούντες τη 17η Νοέμβρη, αλλά γιατί έδειξε, χωρίς ίσως και να το θέλει, ότι μεγάλο κομμάτι της δύναμης του πρώην κόμματός του οφείλεται στο πρόσφορο έδαφος που υπάρχει στην ελληνική κοινωνία για θεωρίες περί προδοτών και συνωμοτών. Η ισχύς της συνωμοσιολογίας δείχνει ότι οι ιδέες και το πρόγραμμα είναι τίποτα, ενώ η υποβάθμιση της πολιτικής αντιπαράθεσης το παν.

Οι θεωρίες συνωμοσιολογίας δεν πάνε όμως μόνες τους. Αυτές σερβίρονται στο πιάτο των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Τα τελευταία χρόνια η πολιτική αντιπαράθεση έχει μεταφερθεί από τους χώρους παραγωγής, από τα κομματικά γραφεία, τα επιστημονικά ιδρύματα, τις εφημερίδες στο Ιντερνετ. Πολιτικοί ξημεροβραδιάζονται εκεί για να υβρίζουν ο ένας τον άλλο και για να προλάβουν να πουν την «εξυπνότερη» ατάκα. Ενώ επίσης έχουμε και δημοσιογράφους που ξεχνούν ότι δημοσιογραφία είναι η είδηση, η ανάλυση και ο σχολιασμός της και θεωρούν ότι είδηση είναι ο φεϊσμπουκικός ναρκισσισμός.

Ο Τατσόπουλος είναι πρωτίστως καλός συγγραφέας και άνθρωπος του ορθού λόγου και από αυτή τη γωνία τρέφω μεγάλη εκτίμηση γι’ αυτόν. Αλλά όταν ο ορθός λόγος παρασύρεται από τον φετιχισμό του μέσου, αυτός που χάνει είναι ο συγγραφέας και οι πολιτικές του απόψεις και αυτός που κερδίζει είναι ο ανορθολογικός ναρκισσισμός.

Οσο η πολιτική παράγεται μόνο στα δίκτυα των ηλεκτρονικών μέσων θα μιλάμε για το φαινόμενο της «ρηχοποίησης» του πολιτικού και των ρηχών εκπροσώπων της. Η πολιτική ως μέσο για την προώθηση του δημόσιου συμφέροντος χρειάζεται άλλου είδους πολιτικούς. Μέχρι τότε θα βλέπουμε ακόμη και σοβαρούς ανθρώπους (πόσω μάλλον τους μη σοβαρούς) να παρασύρονται από το μέσο και να βρίζουν από τον Κουβέλη μέχρι τη Ραχήλ Μακρή. Μια αντιπαράθεση που μεταφέρεται και στην πραγματική πολιτική με άλλους να κατηγορούν τους αντιπάλους τους για αθεΐα (νόμιζα ότι δεν έχουμε ομολογιακό, αλλά κοσμικό κράτος) ή κάποιους τρίτους να αναζητούν ως ο νέος Κωνσταντίνος Καραμανλής (ή μήπως Λιάπης;) τη φυγή τους στο Παρίσι από τη δικτατορία του ΣΥΡΙΖΑ. Πράγματα που προσβάλλουν την πολιτική νοημοσύνη όλων μας.

Και αυτό δεν είναι το χειρότερο. Μέχρι τότε θα βλέπουμε την κοινωνία των πολιτών να εκχωρεί οικειοθελώς, σε μια ψευδεπίγραφη ελευθερία, στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης τη μεγαλύτερη κατάκτηση της νεωτερικότητας, το δικαίωμα της ιδιωτικής ζωής και σκέψης.

Πριν από τρεις αιώνες ο Ρουσό κατηγορούσε το θέατρο ότι διέστρεφε τις φυσικές σχέσεις για χάρη των πλαστών ανθρώπινων σχέσεων. Μάλλον ήταν υπερβολικός. Αλλά μήπως σήμερα χρειάζεται ένας συλλογικός διανοούμενος που στη θέση των πλαστών κοινωνικών δικτύων θα επαναφέρει τις πραγματικές κοινωνικές σχέσεις;

Ο Γιώργος Σιακαντάρης είναι επιστημονικός διευθυντής στο ΙΣΤΑΜΕ