Η πληθώρα και η ποικιλία των επικρίσεων που ακολούθησαν την απόφαση των 58 να αποκτήσουν οργανωτική υπόσταση με ορίζοντα τις ευρωεκλογές του Μαΐου αποδεικνύει ότι το εγχείρημα αυτό συνεχίζει να έχει δυναμική. Δεν κινητοποιούνται οι πολιτικοί αντίπαλοι για εγχειρήματα που δεν τα αισθάνονται απειλητικά για το δυνάμει δικό τους ακροατήριο.

Αλλά, προφανώς, κανένα πολιτικό εγχείρημα, που μάλιστα επιδιώκει να παίξει κεντρικό ρόλο, δεν καθορίζεται από το τι λένε γι’ αυτό οι άλλοι. Το αντίθετο. Σημασία έχουν οι λόγοι για τους οποίους θα κριθεί η αναγκαιότητα ή μη ενός εγχειρήματος που, ενδεχομένως, μπορεί να εξελιχθεί σε συνασπισμό οργανώσεων και κομμάτων ή και σε κόμμα.

Ο πρώτος και βασικός λόγος που, στη συγκυρία, κάνει αναγκαίο τον σχηματισμό ενός φορέα ο οποίος θα προσπαθήσει να εκφράσει όσο το δυνατόν ευρύτερα στρώματα του παραδοσιακού Κέντρου, της σοσιαλδημοκρατίας και των δυνάμεων της λογικής Αριστεράς, είναι γνωστός: τα υπάρχοντα κόμματα που κινούνται στον συγκεκριμένο χώρο έχουν χάσει την πολιτική ισχύ που τους επέτρεπε να εκφράζουν ευρύτερα κοινωνικά στρώματα (ΠαΣοΚ) είτε δεν πέτυχαν ανάλογο στόχο (ΔΗΜΑΡ). Ο φορέας αυτός δεν μπορεί να είναι ηγεμονικός, δεν είναι δυνατόν δηλαδή να θέλει να μονοπωλήσει τον χώρο που σήμερα καταλαμβάνουν ΠαΣοΚ και ΔΗΜΑΡ. Αλλά, ταυτόχρονα, δεν είναι δυνατόν να μην απευθυνθεί στο κοινό των συγκεκριμένων κομμάτων.

Οι ψήφοι δεν είναι ιδιοκτησία κανενός. Και το ΠαΣοΚ φαίνεται να το αντιλαμβάνεται. Η ηγεσία του γνωρίζει καλύτερα την αδυναμία ανάκαμψης του άλλοτε κραταιού πυλώνα του μεταπολιτευτικού δικομματισμού –οι λόγοι είναι εμφανείς: ο κυβερνητισμός και η διαφθορά, μαζί με τις κομματικές στρατηγικές στη διαχείριση της ελληνικής χρεοκοπίας, απομάκρυναν μεγάλο μέρος του κομματικού ακροατηρίου. Μεγάλο τμήμα του απομακρύνθηκε ανεπιστρεπτί προς κόμματα που είτε εκφράζουν τη διαμαρτυρία είτε υπόσχονται έναν νέο κυβερνητισμό. Αλλο μεγάλο τμήμα του έφυγε προς τον σκεπτικισμό, την πολιτική απογοήτευση και το αδιέξοδο, λόγω της έλλειψης πολιτικού φορέα με τον οποίο θα μπορούσε να ταυτισθεί.

Ο νέος φορέας, στον οποίο θα μπορούσε να βρει πολιτική διέξοδο η τελευταία αυτή κατηγορία, ξεκινάει με ένα αβαντάζ: την ιδεολογική καθαρότητα. Τα πολυσυλλεκτικά κόμματα της Μεταπολίτευσης συγχώνευαν στους κόλπους τους βαθύτατα συντηρητικές δυνάμεις, εσωστρεφείς, φοβικούς, εθνικιστές, κομματικές πελατείες ταυτόχρονα με ευρωπαϊστές και οπαδούς του εκσυγχρονισμού της κοινωνίας. Ο νέος φορέας βάζει ένα στοίχημα. Να μεγαλώσει, διεκδικώντας μια νέα πολυσυλλεκτικότητα, στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής και μεταρρυθμιστικής ταυτότητας, του σεβασμού στους νόμους και στους θεσμούς, σε μια σύγχρονη αντιπροσωπευτική δημοκρατία.

Ο νέος φορέας μπορεί να εξελιχθεί στο πρώτο αμιγώς ευρωπαϊκό κόμμα της Ελλάδας. Και γι’ αυτό έχει μέλλον.