Υπάρχουν πιο πολλές πιθανότητες ένας πατέρας επιστήμονας να κάνει και τον γιο του επιστήμονα από ό,τι το παιδί ενός καλλιτέχνη να ακολουθήσει το επάγγελμα του πατέρα του. Και αυτό γιατί οι επιδόσεις στα μαθήματα του σχολείου, όπως και τα ταλέντα, θεωρείται ότι είναι περισσότερο κληρονομικά σε αντίθεση με ό,τι εκτιμούνταν μέχρι χθες.

Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας που έκαναν σε διδύμους ειδικοί από το King’s College του Λονδίνου, στα κληρονομικά χαρακτηριστικά, δηλαδή στο γενετικό υλικό (DNA), οφείλεται περίπου το 60% των σχολικών επιδόσεων. Για να καταλήξουν σε αυτό το συμπέρασμα, οι ειδικοί ανέλυσαν τις σχολικές επιδόσεις περισσοτέρων από 16.000 βρετανών διδύμων, ηλικίας 16 ετών. Μάλιστα, δεν συμμετείχαν μόνο ολόιδιοι δίδυμοι (μονοζυγωτικοί) αλλά και διαφορετικοί (ετεροζυγωτικοί).

Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της μελέτης που δημοσιεύεται στην επιστημονική επιθεώρηση «PLos ONE», τα γονίδια επηρεάζουν 58% στη συνολική βαθμολογία σε εξετάσεις επιπέδου Πανελλαδικών, όταν το περιβάλλον (είτε σχολικό είτε οικογενειακό) επηρεάζει μόνο 29% τις επιδόσεις στις συγκεκριμένες εξετάσεις. Αυτό σημαίνει ότι ένα παιδί που έχει υιοθετηθεί θα έχει περισσότερο κλήση στα μαθήματα που είχαν οι φυσικοί γονείς του, παρά σε αυτά που έχουν οι θετοί. Επίσης βρέθηκε ότι τα αγόρια επηρεάζονται περισσότερο από τα γονίδια, από ό,τι τα κορίτσια.

Μάλιστα δεν επηρεάζονται μόνο τα φύλα, αλλά και οι κατηγορίες μαθημάτων που θα εκδηλωθεί η έφεση του απογόνου. Ετσι, σύμφωνα πάντα με τα αποτελέσματα της μελέτης, στα μαθήματα θετικών επιστημών όπως τα Μαθηματικά, η Φυσική, η Χημεία και η Βιολογία τα γονίδια που κληρονομούμε είναι 52%, ενώ η επίδραση των γονιδίων στα καλλιτεχνικά μαθήματα, όπως είναι η ζωγραφική και η μουσική, ανέρχεται στο 42%, είναι δηλαδή μικρότερο.

Οι αποκλίσεις των βαθμών όμως μεταξύ των μαθητών λόγω των διαφορών του περιβάλλοντος δεν ξεπερνούν το 36% κατά μέσον όρο για όλα τα μαθήματα μαζί. Οι ειδικοί διευκρινίζουν ότι ο κάθε μαθητής έχει και 6% αποκλίσεις στις βαθμολογίες του που οφείλονται σε παράγοντες προσωπικού χαρακτήρα. «Η έρευνά μας δείχνει ότι η διαμόρφωση των επιδόσεων των μαθητών οφείλεται περισσότερο στη φύση παρά στην ανατροφή», εξηγεί ο βρετανός ερευνητής Ρόμπερτ Πλόμιν, ειδικός στη Γενετική Συμπεριφορά.

ΠΕΡΑΙΤΕΡΩ ΕΡΕΥΝΕΣ. Προηγούμενες έρευνες έδειξαν ότι μεγάλος αριθμός γονιδίων φαίνεται να εμπλέκεται στις επιδόσεις των μαθητών, αλλά πολλά από αυτά δεν έχουν ακόμα ταυτοποιηθεί. Ο καθηγητής Μάικλ Ο’Ντόνοβαν του Συμβουλίου Ιατρικών Ερευνών της Βρετανίας, το οποίο χρηματοδότησε τη νέα έρευνα, δήλωσε πως «χρειάζονται περαιτέρω έρευνες για να αξιολογηθούν οι επιπτώσεις που έχουν αυτά τα ευρήματα στις εκπαιδευτικές στρατηγικές».

Οι ερευνητές επισήμαναν ότι ο γενετικός παράγοντας έχει τόσο μεγάλη επιρροή στις βαθμολογίες των εξετάσεων, επειδή το εκπαιδευτικό σύστημα έχει στόχο να δώσει σε όλα τα παιδιά την ίδια εκπαίδευση. «Οσο εξισώνονται οι περιβαλλοντικές συνθήκες στα σχολεία τόσο οι γενετικές διαφορές κερδίζουν έδαφος», καταλήγουν.

Δεν υπάρχει ένα κοστούμι για όλους

Δεν πρέπει να σχηματισθεί η εντύπωση ότι η προσπάθεια για καλύτερες επιδόσεις είναι περιττή, καθώς σε καμία περίπτωση δεν ισχύει τέτοιου είδους βιολογικός προκαθορισμός (ντετερμινισμός). Η λογική του τύπου «δεν έχω τα κατάλληλα γονίδια» είναι λάθος. Η εκπαίδευση δεν πρέπει να είναι ένα κοστούμι ίδιου μεγέθους για όλους.

Ρόμπερτ Πλόμιν, ειδικός στη Γενετική Συμπεριφορά