Τη Δευτέρα 29 Ιουλίου, απλώς με δύο ημέρες καθυστέρηση, αναμένεται να καταβληθεί στη χώρα μας η συμφωνημένη επόμενη δόση των 2,5 δισ. ευρώ από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, εφόσον η Βουλή ψηφίσει σήμερα –κατεπειγόντως –τον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας ώστε να αρθούν κάποιες επιφυλάξεις ευρωπαίων εταίρων. Την ίδια ημέρα πιθανώς θα αποφασίσει και το ΔΝΤ να εκταμιεύσει τη δική του συμβολή, άλλα 1,8 δισ. ευρώ. Στο νομοσχέδιο του φορολογικού κώδικα περιλαμβάνονται διατάξεις τις οποίες η τρόικα είχε χαρακτηρίσει «προαπαιτούμενες ενέργειες» προκειμένου να συνεχιστεί η χρηματοδότησή μας.

Ερώτημα πρώτο: Σημαίνει η εκπλήρωσή τους ότι από αύριο παίρνουμε μιαν ανάσα μέχρι τον Σεπτέμβριο που θα ξανάρθει η τρόικα; Κάθε άλλο. Πολλές ακόμη «προαπαιτούμενες» αλλαγές πρέπει να έχουν συντελεστεί έως τότε, άλλο τρόπο να πορευόμαστε από δόση σε δόση δεν έχουμε βρει. Χθες, με πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου εγκαινιάστηκε ξαφνικά η ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ.

Το κακό με τις πολιτικές και τα μέτρα που εφαρμόζονται τρία χρόνια τώρα για την εξυγίανση της ελληνικής οικονομίας, για να παράγει πάλι αυξανόμενα εισοδήματα και απασχόληση, είναι ότι υπαγορεύονται απ’ έξω. Ετσι τουλάχιστον παρουσιάζονται. Στον βαθμό που πράγματι υπαγορεύονται από οικονομολόγους/τεχνικούς της Επιτροπής, της ΕΚΤ, του ΔΝΤ, κινδυνεύουν να παρανοούν ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, τις ελλείψεις αλλά και τα όποια ισχυρά στοιχεία στην εγχώρια οικονομία, με αποτέλεσμα να αποδίδουν λιγότερο και τελικά να κοστίζουν πολύ περισσότερο από όσο είχαν υποθέσει οι σχεδιαστές τους. Η εξωτερική τους οπτική μαζί, προφανώς, με ιδεολογικές εμμονές υπαγόμενες σε διεθνές πλέγμα συμφερόντων εξηγούν κατά ένα μέρος την έως τώρα αποτυχία του ελληνικού προγράμματος. Επιπλέον όμως, η εμφάνιση όλων των επώδυνων οικονομικών μέτρων ως επιβαλλομένων από το εξωτερικό καλλιεργεί στην κοινωνία την αίσθηση ότι ζούμε υπό καθεστώς ξένης κατοχής, στην οποία καλούμαστε να αντισταθούμε. Μια τέτοια αυθόρμητη αίσθηση με την πολλαπλή πολιτική της εκμετάλλευση εξηγούν κατά ένα άλλο μέρος γιατί βρισκόμαστε σε χειρότερη κατάσταση από όσο θα ήταν ενδεχομένως εφικτό.

Ερώτημα δεύτερο: Μα μπορούσαν τα πράγματα να είχαν εξελιχθεί διαφορετικά; Οσοι από την αρχή, αφότου η απειλή άμεσης χρεοκοπίας κατέστησε φανερή την ανάγκη ευρωπαϊκής βοήθειας, προέβαλλαν το αίτημα να εκπονηθεί εθνικό σχέδιο για την κατανομή των αναπόφευκτων βαρών, παράλληλα για τη στήριξη των παραγωγικών δυνατοτήτων της χώρας από μειούμενους διαθέσιμους πόρους, λίγο κατόρθωσαν να επηρεάσουν τις πολιτικές αποφάσεις.

Η εκάστοτε κοινοβουλευτική πλειοψηφία φαινόταν να προτιμά οι επώδυνες αποφάσεις να θεωρούνται εξωτερικός καταναγκασμός, παρά να αναλάβει η ίδια την ευθύνη τους. Τα αντιπολιτευόμενα κόμματα παγίως έψεγαν την κυβέρνηση για ελλείπουσα διαπραγματευτική βούληση, υποσχόμενα ότι τα ίδια τη διέθεταν και θα την αξιοποιούσαν για να βελτιώσουν δραστικά τις συνθήκες ζωής στη χώρα, να μειώσουν φόρους, να αποκαταστήσουν εισοδήματα, θέσεις εργασίας… Στο μεταξύ οι κυβερνήσεις εναλλάσσονταν, διαπραγματεύονταν όσο καλύτερα μπορούσαν βέβαια με τους δανειστές, χωρίς συνολικό σχέδιο και ιεραρχημένους στόχους όμως, με πενιχρά αποτελέσματα. Αλλού, στη μακρινή Ισλανδία, μια κυβέρνηση Σοσιαλδημοκρατών και Αριστερών-Πρασίνων κατάφερε να βγάλει τη χώρα από την κρίση αφού συμφώνησε με το ΔΝΤ τους μακροοικονομικούς στόχους, αλλά κράτησε για εθνικές αποφάσεις τα μέτρα για την υλοποίησή τους, σώζωντας το κοινωνικό κράτος και προστατεύοντας τους ασθενέστερους, μας πληροφορούσε το περασμένο Σάββατο από αυτές τις στήλες ο Παύλος Τσίμας.

Στο πλαίσιο της Νομισματικής Ενωσης του ευρώ, ωστόσο, με την παρούσα ευρωπαϊκή πολιτική, πόσο ανοικτή είναι μια διέξοδος; –έρχεται το τρίτο ερώτημα. Πραγματικές μεγάλες δυσκολίες δείχνουν, πέρα από την Ελλάδα, η παρατεινόμενη ύφεση και η υψηλή ανεργία στην Ισπανία, στην Πορτογαλία, στην Ιταλία, ο διαρκώς επανερχόμενος κίνδυνος πολιτικής αποσταθεροποίησης παντού στον ευρωπαϊκό Νότο. Από ευρύ φάσμα οικονομικών αναλυτών ακούμε ότι ενιαία η Ευρώπη δεν θα επιβιώσει αν δεν αλλάξει ριζικά πολιτικές. Αμεσα τέτοια προοπτική δεν διακρίνεται. Φωτεινό σημάδι προβάλλει η έντονη πανευρωπαϊκά δημοκρατική αντιπαράθεση, ωθώντας αργά σε κάποια πρώτα βήματα. Τα αντισταθμίζουν όμως ενισχυόμενες τάσεις εθνικής αναδίπλωσης σε κάθε χώρα.

Είναι, άρα, απελπιστική η κατάστασή μας; ίσως ρωτούσε τελικά κάποιος. Κατηγορηματικά όχι, πρέπει να απαντήσουμε. Μέσα στην κρίση πολλοί μαθαίνουμε, κινήσεις αλληλεγγύης πληθαίνουν, αναλαμβάνονται καλές παραγωγικές πρωτοβουλίες, αλλά και επιμέρους πολιτικές όπως η τελευταία των πέντε δημάρχων. Ας προσπαθούμε να τις συνθέτουμε!