Αρωμα… μίζας για την προμήθεια των πυραύλων TOR-M1 αναδίδεται από τον λαβύρινθο των οφσόρ που ερευνούν «ΤΑ ΝΕΑ» σε συνεργασία με τη Διεθνή Σύμπραξη Ερευνητών Δημοσιογράφων (ICIJ), την «Guardian», την «Washington Post», τη «Monde», τη «Süddeutsche Zeitung» και άλλα μεγάλα μέσα ενημέρωσης στον πλανήτη. Ενας από τους μεγαλύτερους γρίφους με τους οποίους έχουν έρθει αντιμέτωποι οι εισαγγελείς που ερευνούν τις μίζες που φέρεται να έλαβε ο πρώην υπουργός Αμυνας Ακης Τσοχατζόπουλος είναι ο ρόλος της υπεράκτιας εταιρείας Beeston Management SA. Δικαστικοί κύκλοι αναφέρουν ότι η συγκεκριμένη οφσόρ δεν μπορεί να εντοπιστεί πουθενά –ότι είναι κάτι σαν φάντασμα.

Η ΣΥΝΑΛΛΑΓΗ. Από το πόρισμα των ανακριτών φαίνεται ότι o Φουάντ αλ Ζαγιάτ, ο σύρος έμπορος όπλων που παραμένει από τις αρχές του έτους ασύλληπτος για την εμπλοκή του στο σκάνδαλο των TOR-M1, έδωσε το 2001 εντολές για έκδοση επιταγών άνω των 5,7 εκατ. ελβετικών φράγκων σε διαταγή της Beeston Management. Το προαναφερόμενο ποσό έσπασε σε τρεις επιταγές, οι οποίες εκδόθηκαν τον Ιανουάριο, τον Μάρτιο και τον Ιούνιο του 2001 σε 2,845, 1,665 και 1,2 εκατ. ελβετικά φράγκα αντίστοιχα. Σημειώνεται ότι ο Ζαγιάτ δεν είχε μεταβιβάσει χρήματα μόνο προς τη συγκεκριμένη οφσόρ. Για παράδειγμα, το ίδιο χρονικό διάστημα είχε δώσει εντολές ύψους 16,2 εκατ. ελβετικών φράγκων προς τη λιβεριανή Blue Bell, μέσω της οποίας περιήλθε στην κατοχή της Αρετής Τσοχατζοπούλου η οικία στην οδό Δεινοκράτους 60 στο Κολωνάκι. Οι έρευνες για τον Ζαγιάτ έδειξαν ότι συνδεόταν μέσω της κυπριακής Drumilan Offset με την Drumilan International, την οποία χρησιμοποιούσε όπως φαίνεται για τις μίζες. Ωστόσο, προς το παρόν δεν έχει αποκαλυφθεί ποιοι κρύβονται πίσω από την Beeston Management, με αποτέλεσμα να μη γνωρίζουν οι Αρχές λεπτομέρειες για την πορεία των 5,7 εκατ. ελβετικών φράγκων που διακινήθηκαν από τη συγκεκριμένη οφσόρ.

Στα στοιχεία που αναλύθηκαν από «ΤΑ ΝΕΑ» περιλαμβάνεται και μία υπεράκτια εταιρεία, η οποία φαίνεται να σχετίζεται με τη μυστηριώδη Beeston Management. Το όνομά της είναι Beeston Trading Corporation, η έδρα της εντοπίζεται στις Βρετανικές Παρθένους Νήσους και η σύστασή της πραγματοποιήθηκε στις 10 Οκτωβρίου 2001, τρεις μήνες μετά την τελευταία εντολή του Ζαγιάτ για έκδοση επιταγής εκείνο τον χρόνο. Η ομοιότητα των επωνυμιών των δύο εταιρειών παραπέμπει στην περίπτωση των Drumilan Offset και Drumilan International, οι οποίες συνδέονταν με τον σύρο έμπορο όπλων όπως αποκαλύφθηκε από τις έρευνες των ανακριτών.

Επιπλέον, ο χρόνος δημιουργίας της Beeston Trading Corporation τον Οκτώβριο του 2001, λίγο μετά την περίοδο «κινητικότητας» εκατομμυρίων ελβετικών φράγκων, ενισχύει το σενάριο να έχει κάποιο ρόλο στην υπόθεση, σύμφωνα με ελεγκτές που έχουν ασχοληθεί σε βάθος με την υπεράκτια οικονομία.

«Η διακίνηση των χρημάτων με τον ανωτέρω περιγραφόμενο τρόπο υποδηλώνει προσπάθεια συγκάλυψης των ιχνών και στοιχείων ταυτότητας του αποστολέα και του λήπτη τους, γεγονός που καταδεικνύει ότι πρόκειται για προϊόντα αξιόποινης πράξης και συγκεκριμένα δωροδοκίας δημόσιων λειτουργών», επισήμαναν στο πόρισμά τους οι ανακριτές για τον τρόπο με τον οποίο μεταφέρθηκαν τα κεφάλαια από τον Ζαγιάτ και την οφσόρ Drumilan International προς τις Blue Bell και Beeston Management.

Από τα στοιχεία της ICIJ προκύπτει ότι η Beeston Trading, κατά τα φαινόμενα «ξαδερφάκι» της οφσόρ-φάντασμα που προσπαθούν να ξεκλειδώσουν οι εισαγγελείς, συστήθηκε από εταιρεία υπεράκτιων υπηρεσιών που έχει την έδρα της στο Λονδίνο, όπου ο Ζαγιάτ περνούσε μεγάλο μέρος του χρόνου του, εκτός από την Κύπρο και τον Λίβανο. Ο μεσάζων για τη δημιουργία της Beeston ονομάζεται Unitrust Corporate Services Ltd. και η δηλωμένη διεύθυνση εντοπίζεται δίπλα από το Γκρίνουιτς Παρκ, στην οδό Στόκουελ 4-10. Η εν λόγω λονδρέζικη εταιρεία-μεσάζων είναι ιδιαίτερα δραστήρια στη σύσταση οφσόρ κυπριακών συμφερόντων. Αντίθετα, η Unitrust φαίνεται να έχει χρησιμοποιηθεί μόνο για δύο από τις 107 υπεράκτιες ελληνικού ενδιαφέροντος –την Bradbeer και την Baynes που συνδέονται με κατασκευαστή που έχει έδρα στη Γλυφάδα.

Οπως προκύπτει από το αρχείο του μητρώου όπου ήταν εγγεγραμμένη η Beeston Trading Corporation δεν υπάρχει ούτε μία καταγραφή για τους διευθυντές της εταιρείας ή τους μετόχους ή τους πραγματικούς δικαιούχους. Δεν υπάρχουν επίσης στοιχεία για το μετοχικό κεφάλαιο της εταιρείας –το μόνο που φαίνεται είναι η διεύθυνση του μεσάζοντα, της Unitrust, καθώς και ότι η Beeston Trading κατέστη ανενεργή τον Μάιο του 2004.