Στη Θράκη σημειώνονται το τελευταίο διάστημα, μετά τον Αύγουστο του 2012, επανειλημμένα φαινόμενα βίας και τρομοκρατίας. Με αφετηρία και όχημα την αντίδραση της τοπικής κοινωνίας στη δημιουργία κέντρων κράτησης μεταναστών, το γνωστό νεοναζιστικό μόρφωμα αναπτύσσει ένα ευρύ φάσμα επιθετικών ενεργειών. Στόχο έχει κυρίως τους μουσουλμάνους κατοίκους της περιοχής: επιθέσεις στα στέκια τους, «περιδιάβαση» στα τζαμιά κατά τη γιορτή του μπαϊραμιού, νυχτερινές μηχανοκίνητες πορείες και τρομοκράτηση των μειονοτικών χωριών, ξυλοδαρμοί πολιτών. Η κλιμάκωση της βίας οδήγησε στα γνωστά γεγονότα της Ξάνθης, με τον τραυματισμό μειονοτικού και τον εκφοβισμό νεαρών μαθητών. Τα φαινόμενα τρομοκράτησης επεκτείνονται εις βάρος των Ρομά της περιοχής αλλά και πολιτών με αντιρατσιστική δραστηριότητα. Στη Θράκη βρίσκεται λοιπόν σε εξέλιξη μια επιχείρηση βίας, από ντόπιους πυρήνες αλλά και από μετακινούμενους λάτρεις ενός νέου, ιδιότυπου, ακροδεξιού προσκυνηματικού τουρισμού.

Είναι ευτύχημα που οι θιασώτες αυτής της τρομοκρατίας είναι απομονωμένοι στην κοινωνία. Το απέδειξε η παλλαϊκή συγκέντρωση της 6ης Απριλίου στην Ξάνθη, η μεγαλύτερη που έχει καταγραφεί στην πόλη, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Αστυνομίας. Χιλιάδες κόσμου, χριστιανοί και μουσουλμάνοι, όλων των πολιτικών και επαγγελματικών χώρων, πορεύτηκαν μαζί. Το μήνυμα σαφές, διατυπωνόταν στην ανοιχτή επιστολή την οποία συνέταξαν οι πολιτικοί, συνδικαλιστικοί, επιστημονικοί και κοινωνικοί φορείς που οργάνωσαν τη συγκέντρωση: «Επαναλαμβάνουμε και σήμερα ότι η πολυπολιτισμική Θράκη ήταν και θα παραμείνει μια ανεκτική κοινωνία, σε πείσμα όσων επενδύουν στη μισαλλοδοξία και στον διχασμό και δεν διστάζουν να χρησιμοποιούν ωμή πολιτική βία για να το πετύχουν. […] Καμία συμμορία δεν θα εκτρέψει τους δημοκρατικούς μας θεσμούς σε επικίνδυνα μονοπάτια, κανείς δεν θα απειλήσει τις ανθρωπιστικές αρχές και τις αξίες που καθοδήγησαν τον αγώνα για την κοινωνία ειρήνης και σεβασμού στο διαφορετικό, κανείς δεν θα μεταβάλει την Ξάνθη σε κοινωνία φόβου και απειλής».

Οι φορείς, απευθυνόμενοι στην Πολιτεία, ζήτησαν «να επιδεικνύει τα απαιτούμενα αντανακλαστικά για να αντιμετωπίσει και να αποτρέψει τα φαινόμενα βίας». Εδώ είναι η ουσία: η θεσμική ανοχή σε πράξεις που ευθέως απειλούν την ειρήνη και την ασφάλεια στην περιοχή και υποδαυλίζουν μια σπειροειδή ανατροφοδοτούμενης έντασης και σύγκρουσης αντίθετων εθνικισμών. Οι πράξεις βίας και τρομοκράτησης εις βάρος της μειονότητας δεν δημιουργούν απλώς κλίμα φόβου. Απειλούν ευθέως τα εθνικά μας συμφέροντα γιατί μπορούν να ενεργοποιήσουν μια σειρά από επικίνδυνες διεργασίες: τροφοδοτούν τον τουρκικό εθνικισμό, ωθούν τους πιστούς μουσουλμάνους σε φονταμενταλιστικές ατραπούς και τους καθιστούν πιο δεκτικούς σε ακραία ισλαμικά κινήματα, ωθούν τη μειονότητα στην επιρροή του προξενείου της Κομοτηνής. Τέτοιες ενδομειονοτικές δυναμικές θέτουν σε διακινδύνευση τις σχέσεις της χώρας μας με τη γείτονα. Οτιδήποτε τις προκαλεί πρέπει να αποτρέπεται διά ροπάλου. Εξωτερική πολιτική ασκούν συντεταγμένα όσοι έχουν την ευθύνη και όχι αυτόκλητοι περιφερόμενοι θίασοι. Θυμίζουμε πώς πριν από 20 χρόνια πολίτες διώχτηκαν και καταδικάστηκαν (για διατάραξη των διεθνών σχέσεων της χώρας) επειδή κόλλησαν αφίσες με «αποκλίνουσες» θέσεις για το όνομα της ΠΓΔΜ. Πού να ήξεραν πως εάν έδερναν και τρομοκρατούσαν μειονοτικούς θα έπεφταν πιο μαλακά…

Η Πολιτεία οφείλει, λοιπόν, να διασφαλίσει την κοινωνική ειρήνη και την ομαλή συνύπαρξη στη Θράκη. Εχει αποδείξει ότι μπορεί να το κάνει. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το Πρόγραμμα Εκπαίδευσης Μουσουλμανοπαίδων, που κινείται στην κατεύθυνση της ομαλής συνύπαρξης των δύο κοινοτήτων με όχημα την εκπαίδευση και την ενσωμάτωση. Τα αποτελέσματα του προγράμματος εντυπωσιάζουν: η αύξηση των μειονοτικών μαθητών της Θράκης στα δημόσια σχολεία από το 1997 φτάνει το 400%, στο Λύκειο 440%. Η μαθητική διαρροή στην υποχρεωτική εκπαίδευση έπεσε από το 65% στο 30%! Εξίσου σημαντικό επίσης ότι τα κορίτσια της μειονότητας που φοιτούν στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση πλησιάζουν πλέον τον εθνικό μέσο όρο. Στην κατεύθυνση αυτή πρέπει να κινηθούμε και στο μέλλον. Απομονώνοντας τους ακραίους και των δύο πλευρών, τιμωρώντας τα εγκλήματα μίσους, περιορίζοντας τις διακρίσεις εις βάρος της μειονότητας, διασφαλίζοντας ισονομία σε ένα κοσμικό (και όχι θεοκρατικό) κράτος δικαίου, στήνοντας νέες γέφυρες συνεννόησης.

Ο Κωστής Παπαϊωάννου είναι πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου