Το σπίτι του στο χωριό Βολισσός της Βορειοδυτικής Χίου είναι μόλις 50 τ.μ., έχει τζάκι και ξυλόσομπα, ένα κρεβάτι, ένα γραφείο, τα βιβλία του, και είναι γεμάτο βαζάκια με παστά, λιαστά, τουρσιά και σάλτσες δικής του παραγωγής, καμωμένα από τον ίδιο τους ζεστούς μήνες για να μπορέσει να βγάλει τον δύσκολο χειμώνα που έρχεται. «Οι «παλιοί»», σχολιάζει, «είχαν το κεφάλι τους ήσυχο όταν ήταν γεμάτο το κελάρι τους. Οι σημερινοί άνθρωποι θέλουν να έχουν γεμάτο τον τραπεζικό λογαριασμό τους και αν τους κοπούν τα χρήματα νιώθουν ότι πεθαίνουν…».

Ο Γιάννης Μακριδάκης μαζεύει τα μακριά ξανθά μαλλιά του σε έναν άτσαλο κότσο κάθε πρωί που δουλεύει στο κτήμα του, κι έχει ένα βλέμμα φευγάτο όπως όλοι εκείνοι που ατενίζουν ανοιχτούς ορίζοντες. Οταν όμως επιστρέφει στη βάση του, μεταμορφώνεται σε… αγκάθι. Μπαίνει στον ιστότοπό του yiannismakridakis.gr (800 επισκέψεις καθημερινά), αρχίζει να στέλνει επιστολές πολιτικού περιεχομένου που δημοσιεύονται μέχρι και σε γαλλικές εφημερίδες (π.χ. στην οικονομική «Les Echos» της 28/3/2012), και ενοχλεί πλήθος δημάρχους, νομάρχες, υπουργούς, μεγαλοπαράγοντες, ξένους επενδυτές και αυτόκλητους σωτήρες του τόπου. Διότι ξεσηκώνει κόσμο ενάντια στην οικοδόμηση τεράστιων ξενοδοχειακών συγκροτημάτων στη Χίο, ενάντια στη δημιουργία χώρου απόθεσης κοντέινερ σε παραλίες της, ενάντια στην «πράσινη ανάπτυξη» που υπόσχεται μια ισπανική πολυεθνική εταιρεία με αιολικά πάρκα στις κορυφογραμμές του νησιού, αλλά και υπέρ της βελτίωσης των χώρων «φιλοξενίας» των προσφύγων «που είναι στην πραγματικότητα κέντρα κράτησης» κ.ο.κ.

ΟΥΔΕΙΣ ΠΡΟΦΗΤΗΣ. Στους διαδρόμους της Τοπικής Αυτοδιοίκησης τον αποκαλούν «τροχοπέδη στην ανάπτυξη του τόπου» και ορισμένοι τον χαρακτηρίζουν οπισθοδρομικό και γραφικό θιασώτη της βουκολικής ζωής. Οταν όμως στις 18 Αυγούστου η πυρκαγιά κατέστρεψε τη μισή Χίο, και όταν στις 6 Σεπτεμβρίου στο θαλάσσιο στενό που τη χωρίζει από τη Σμύρνη πνίγηκαν 60 απελπισμένοι από ασιατικές χώρες και ανάμεσά τους 31 παιδιά, τότε τα ειρωνικά χαμόγελα πάγωσαν στα πρόσωπα των εχθρών του. Διότι η κριτική του Μακριδάκη στις περιβαλλοντικές επεμβάσεις φάνηκε προφητική. Και η ηλεκτρονική κραυγή του για περισσότερη ανθρωπιά ταρακούνησε πολλούς, θυμίζοντας τα απανωτά κύματα ελλήνων προσφύγων μέσα από μαρτυρίες του 1941.

Τελικά, είναι γεγονός ότι με τον ακτιβισμό του από τα μέσα του 1990 έχει καταφέρει να φυτέψει τον σπόρο της αμφισβήτησης για τα γιγάντια επενδυτικά έργα που υπηρετούν μια στρεβλή αντίληψη για την ανάπτυξη. Και έχει ξυπνήσει έναν προβληματισμό γύρω από την επιχείρηση «Ξένιος Ζευς», τους μετανάστες «χωρίς χαρτιά» και την πολιτική λύση του μεταναστευτικού. Παράλληλα, με τα μυθιστορήματα ή τις νουβέλες που γράφει από το 2008 (με μεγάλες δόσεις ντοπιολαλιάς) γνωρίζοντας αναπάντεχη εμπορική επιτυχία ( «Ανάμισης ντενεκές», «Λαγού μαλλί», «Η δεξιά τσέπη του ράσου», «Το ζουμί του πετεινού» κ.λπ. – από τις εκδόσεις Εστία) έχει καταφέρει να ξεχωρίσει από το λογοτεχνικό σινάφι καλλιεργώντας το όραμα μιας καθημερινότητας με περισσότερη ουσία. Αυτή η πολύμορφη δραστηριότητά του συνιστά και μια πρόταση αντιμετώπισης της κοινωνικής κρίσης. Γι’ αυτό δεν είναι τυχαίο ότι έχει δώσει συνεντεύξεις σε γερμανικές εφημερίδες, στους «Νιου Γιορκ Τάιμς», στο κρατικό κανάλι της Αυστραλίας.

«Αλλο είναι η ζωή και άλλο είναι αυτό που ζούμε», επιμένει ο Μακριδάκης, ο οποίος έχει έφεση στα συνθήματα. «Εχουμε μετατρέψει τους εαυτούς μας σε αριθμούς», λέει, «και έχουμε ενταχθεί ως εργαλεία σε ένα πλαστό οικονομικό σύστημα, το οποίο τώρα μας αποβάλλει. Για να βγούμε από την κρίση και να αλλάξει η Ευρώπη, το πρώτο βήμα είναι να αλλάξει ο καθένας από εμάς τη θεώρησή του απέναντι στον εαυτό του και στις επιλογές του. Να κοιτάξουμε λίγο πίσω και να δούμε πόσο έχει υποβαθμιστεί η ζωή μας». Με αυτό το σύνθημα, λοιπόν, και με όχημα τη νουβέλα «Το ζουμί του πετεινού» περιοδεύει από χθες σε όλη τη χώρα για να υποστηρίξει την αναγκαιότητα να επαναπροσδιορίσουμε τις προτεραιότητές μας. Σήμερα μιλά στο βιβλιοπωλείο της Εστίας στην Αθήνα, αύριο στο Μοσχάτο, έπειτα στο Πανεπιστήμιο Θράκης, στη Θεσσαλονίκη και στη Χαλκιδική.

ΓΗ ΚΑΙ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ. Ο πρωταγωνιστής του βιβλίου του είναι ένας μεσήλικος αγρότης που – όπως και ο ίδιος – ζει με όσα του δίνει η γη του ώστε να ικανοποιεί τις πρωτογενείς ανάγκες του χωρίς να δεσμεύεται από τρίτους. «Εγώ θέλω τη ζωή μου να την παράγω και όχι να την εξαγοράζω», λέει ο Μακριδάκης δίνοντας το στίγμα της βιοθεωρίας του. Ταυτόχρονα, εμψυχώνει διαδικτυακά το Κίνημα 18, το οποίο δημιούργησε μετά τις πυρκαγιές προκειμένου να οργανωθεί από τη Χίο έως την Κρήτη, τη Μάνη ή τη Χαλκιδική «ένα μέτωπο υπεράσπισης του φυσικού πλούτου και του πολιτισμικού κεφαλαίου της χώρας» στο όνομα μιας ήπιας ανάπτυξης. «Με άλλα λόγια, προτείνω μια αλλαγή κατεύθυνσης», λέει, «με τον σχεδιασμό πολλών έργων μικρής κλίμακας που θα είναι συμφιλιωμένα με τις ιδιαιτερότητες του κάθε τόπου και θα έχουν ως στόχο μια υψηλή ποιότητα ζωής».

Δεν είναι μέλος κανενός κόμματος ο Μακριδάκης. Στις πρόσφατες εκλογές παραλίγο να ενταχθεί στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας του ΣΥΡΙΖΑ και τώρα αρθρογραφεί συστηματικά στη ριζοσπαστική εβδομαδιαία «Εποχή». «Ο ΣΥΡΙΖΑ ψάχνεται και είναι φυσικό ακόμη και να κάνει μικρούς συμβιβασμούς», σχολιάζει. «Ομως πιστεύω πως χρειάζεται να προχωρήσει σε μια πιο δυναμική αντιπολίτευση: να γίνει η ομπρέλα που θα ενώσει και θα υποστηρίξει νομικά-πολιτικά όλα τα κινήματα κοινωνικής αλληλεγγύης, και παράλληλα να αντιμετωπίσει ενεργά την άνοδο του ρατσισμού».

Γιος καπετάνιου, ο Μακριδάκης μεγάλωσε σε ένα αστικό σπίτι, πήρε πτυχίο από το Πανεπιστήμιο της Πάτρας το 1993, εργάστηκε ως μαθηματικός σε φροντιστήρια και… Σήμερα τροφοδοτεί με μαρούλια, ντομάτες, μελιτζάνες τη μάνα του και έχει μάθει στη φιλενάδα του – η οποία πέρυσι εγκατέλειψε την Αθήνα – πώς να κάνει τουρσιά και παστελαριές. Ξέρει φυσικά ότι υπάρχουν πολλές ενστάσεις για τον τρόπο ζωής του. «Μου λένε ότι κάνω αυτή τη ζωή επειδή δεν έχω υποχρεώσεις. Ο καθένας όμως δημιουργεί τις υποχρεώσεις που επιλέγει. Μου λένε ότι απορρίπτω τα δώρα του πολιτισμού και της επιστημονικής και τεχνολογικής προόδου. Λάθος. Εγώ λέω να αξιοποιήσουμε αυτή την πρόοδο και τους ευρύτερους ορίζοντες για μια πιο αρμονική ζωή. Μου λένε ότι ο δρόμος μου είναι μοναχικός. Ομως συμβαίνει το αντίθετο. Στο χωριό βλέπεις τον άλλον ως συμπληρωματικό άνθρωπο, όχι ως ανταγωνιστικό άτομο».

ΕΙΠΕ

Κάθε φθινόπωρο εγκυμονεί την άνοιξη και η άνοιξη ακολουθείται από το φθινόπωρο. Το ίδιο συμβαίνει με την ύφεση και την ανάπτυξη. Δεν υπάρχει διαρκής ανάπτυξη. Το οικονομικό σύστημα παλεύει για κάτι που είναι νομοτελειακά αδύνατο να συμβεί

ΕΙΠΑΝ ΓΙ’ ΑΥΤΟΝ

Είναι ένας συγγραφέας με δυσεύρετες ισορροπίες και καθαρές πηγές νοήματος

Κωστής Παπαγιώργης