Αντιδραστικός. Τέτοιος ήταν από παιδί. Ποτέ δεν ανέπτυσσε πρωτοβουλία. Ποτέ δεν δρούσε. Μόνο αντιδρούσε: στα κελεύσματα της δασκάλας, στα καθήκοντα που του επιβάλλονταν, κ.ο.κ. Ως εκ τούτου, ποτέ δεν έφταιγε ο ίδιος για τίποτε. Πάντα (του) έφταιγαν οι άλλοι. Σ’ αυτή τη νοοτροπία (κράμα αντιδραστικότητας και ανευθυνότητας) δεν ήταν μόνος. Είχε την ολόθερμη κάλυψη των γονιών του. «Ο Μιχαλάκης είναι μια χαρά παιδί. Τον παρασύρει εκείνος ο ανεπρόκοπος ο Σωτήρης, ο φίλος του. Απ’ αυτόν κολλάει όλα τα στραβά και τα ανάποδα». Γονείς και Μιχαλάκης, λοιπόν, σε αγαστή σύμπνοια, είχαν σφυρηλατήσει την ιερή συμμαχία της τερατώδους αθωότητας μεταξύ εαυτών και αλλήλων. Ωσπου το παιδί μεγάλωσε κι έπρεπε να βρει μια δουλειά. Με τέτοιες προδιαγραφές χαρακτήρα, όμως, τι δουλειά να βρει ο Μιχαλάκης, ο οποίος, ειρήσθω εν παρόδω, ήταν βαθιά πονόψυχος και ήθελε να βλέπει τους ανθρώπους γύρω του ευτυχισμένους; Το ερώτημα, βεβαίως, είναι ρητορικό. Ετσι, λοιπόν, ο Μιχαλάκης έγινε πολιτικός. Κι όχι μόνο έγινε, αλλά και διέπρεψε. Σφράγισε με την παρουσία του μια ολόκληρη εποχή, αυτήν που συνηθίσαμε να ονομάζουμε Μεταπολίτευση. Η Μεταπολίτευση ήταν επί της ουσίας το έπος του Μιχαλάκη.

Απόλυση. Λέξη ανύπαρκτη στο λεξιλόγιο του Μιχαλάκη. Γι’ αυτόν υπήρχε μόνο η πρόσληψη.

Γραμμή. Για τον Μιχαλάκη είναι πάντα κόκκινη. Το έντονο χρώμα σηματοδοτεί την ανυποχώρητη στάση του ανδρός ωσότου προβεί στην επόμενη υποχώρηση. Πρόκειται για ένα nec plus ultra επί χάρτου.

διάβολος. Δεν αφήνει τον Μιχαλάκη να κάνει τη δουλειά του, δηλαδή να δίνει χαρά στον κόσμο (βλ. λήμμα «Ευεργέτης».) Φύσεις σαν τον ήρωά μας χρειάζονται πάντα έναν εξωγενή παράγοντα που προσωποποιεί το απόλυτο εμπόδιο στην πραγμάτωση των οπωσδήποτε αγαθών προθέσεών τους.

Ελλάδα. Μόνο γι’ αυτήν ζούσε ο Μιχαλάκης. Εμφορείτο από «μιαν ορισμένη ιδέα για την Ελλάδα», όπως ο στρατηγός ντε Γκολ για τη Γαλλία. Ετοίμαζε μάλιστα ένα σχέδιο γι’ αυτήν (είναι η μόνη δράση που ανέλαβε στη ζωή του), όταν τον (μας) χτύπησε κατακέφαλα το Μνημόνιο. Οπότε επέστρεψε στα γνωστά του χούγια: ανάθεμα στο Μνημόνιο, στη Μέρκελ και στην τρόικα!

Ευεργέτης. Τύποι σαν τον Μιχαλάκη αποδεικνύονται μεγάλοι ευεργέτες με ξένα λεφτά, όταν βεβαίως αυτά υπάρχουν. Αλλά εδώ έχουμε να κάνουμε με πλεονασμό. Για τον Μιχαλάκη λεφτά πάντα υπήρχαν, έστω και σαν αντικατοπτρισμός στην έρημο.

Μαμά. Υπάρχει πίσω από κάθε Μιχαλάκη. Είτε για να καταριέται τους άλλους που παρασύρουν το βλαστάρι της (βλ. λήμμα «Αντιδραστικός») είτε γιατί θέλει να τον δει υπουργό και (γιατί όχι;) πρωθυπουργό. Η ζωή του ήρωά μας είναι από πολλές πλευρές ένας κοπιώδης αγώνας για την εκπλήρωση των φιλοδοξιών της μαμάς του. Αυτό φαίνεται το αντελήφθησαν οι προαιώνιοι εχθροί του γένους, που δεν ανακάλυψαν μόνο το μποζόνιο, αλλά εφηύραν και μια σατανική γυναικεία φιγούρα, ονόματι Ανγκελα Μέρκελ, για να κάνει τη ζωή κόλαση στους Μιχαλάκηδες. Η Μέρκελ ενσαρκώνει τη μητρική μορφή στον αντίποδα του προτύπου «μαμά Μιχαλάκη». Πρόκειται για ένα είδος ομοιοπαθητικής εκδίκησης εις βάρος των ηθών και των εθίμων της φυλής μας, για την κορύφωση της παγκόσμιας ανθελληνικής συνωμοσίας, για ένα καταχθόνιο έργο του Σατανά, που μόνο η γραφίδα ενός Μητροπολίτη Πειραιώς μπορεί να περιγράψει.

Τυχαίο. Τίποτα δεν είναι. Π.χ., είναι τυχαίο ότι όλη αυτή η καλά ενορχηστρωμένη εκστρατεία (βλ. λήμμα «Μαμά») αναπτύσσεται την εποχή που πληθαίνουν οι ενδείξεις ότι βρήκε (ή σίγουρα θα βρει) πετρέλαιο ο Μιχαλάκης; Διότι δεν πρέπει να γελιόμαστε. Του Μιχαλάκη ένα πράγμα του έλειπε για να συμπεριληφθεί στη χορεία των μεγάλων και των κραταιών: οι υδρογονάνθρακες. Ενώ ήταν από σπίτι, ενώ τιμούσε τον πατέρα και τη μητέρα του και τον υπερτιμούσαν κι αυτοί, κάπου σκόνταφτε το πράγμα. Τώρα που τίποτε δεν μοιάζει ικανό να τον σταματήσει ξεσπά όλος αυτός ο υποβολιμαίος ορυμαγδός για να αναχαιτίσει (απ’ αυτό το πλευρό να κοιμούνται οι εμπνευστές του!) την προδιαγεγραμμένη επέλασή του προς το μέλλον!

Υστεροφημία. Δεν τον απασχόλησε ποτέ. Γι’ αυτό πηγαίνει στα ευρωπαϊκά συμβούλια, στις συνόδους κορυφής κτλ., συζητείται η περίπτωσή του κι αυτός δεν ανοίγει το στόμα του. Ποτέ δεν το ‘παιζε επηρμένος εκτός έδρας ο Μιχαλάκης.

Χαρτιά. Του τα ‘φερναν κι αυτός τα υπέγραφε. Συμφωνούσε στα μείζονα για να επιτύχει τα ελάχιστα και μετά να επαναδιαπραγματευτεί με το είδωλο του Μιχαλάκη στον καθρέφτη.