Ιδανικό δημιούργημα της πολιτικής τού ταραχώδους τέλους του 20ού αιώνα και της ακόμη πιο δραματικής έναρξης του 21ου ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι. Ο κύριος Τηλεόραση, όπως τον αποκαλούσαν, συμπύκνωσε στα τριάντα περίπου χρόνια της κυριαρχίας του στη δημόσια, πολιτική και «ψυχαγωγική» σφαίρα μιας από τις μεγαλύτερες χώρες της Ευρώπης όλα τα ακραία χαρακτηριστικά ενός πολιτικού συστήματος που αξιοποίησε το γλυκερό ναρκωτικό τηλεοπτικών παραμυθιών μικροαστικής ψευδοευημερίας για να πετύχει τη λαϊκή ανοχή στον αυταρχισμό και στη σκανδαλώδη κατάχρηση εξουσίας του.

Η πλούσια και συστηματική έρευνα της «Εμπόλεμης Ζώνης» για την προσωπικότητα εκείνου που γνώριζε καλύτερα από τον καθένα να μετατρέπεται σε γελωτοποιό του πλήθους, προσφέροντας την αφασία της διασκέδασης στη θέση της πολιτικής σκέψης και κρίσης, κατάφερε να αφηγηθεί την ίδια στιγμή ένα «καπιταλιστικό παραμύθι» αλλά και να αποτυπώσει το ψυχογράφημα ενός λαού, μιας εποχής και του πρωταγωνιστή της. Είδαμε το πρώτο μέρος. Ακολουθεί δεύτερη συνέχεια, καθώς δεν πρόκειται απλώς για την ιστορία του Μπερλουσκόνι αλλά για την αποτύπωση της κολοσσιαίας «φούσκας» των μικροαστικών ονείρων η οποία έσκασε παταγωδώς στα χρόνια της μεγάλης κρίσης.

Παρακολουθήσαμε τον νεαρό Μπερλουσκόνι στα φοιτητικά του χρόνια να βγάζει «χαρτζιλίκι» τραγουδώντας σε κρουαζιερόπλοια Σινάτρα. Ακολούθησε η εντυπωσιακή του πορεία στον τομέα των κατασκευών. Και ήταν εδώ η σφραγίδα μιας Ευρώπης του κατασκευαστικού οργασμού της δεκαετίας του ’70, με τις οικοδομές πολυτελών γραφείων και σπιτιών να διαμορφώνουν τη λαμπερή βιτρίνα του νέου, επιδεικτικού πλούτου. Δικό του έργο η δημιουργία μιας ολόκληρης κωμόπολης στις παρυφές του Μιλάνου με 57.000 πολυτελή διαμερίσματα. Πού βρήκε τα χρήματα; Ακούγονται μαρτυρίες για τις σκοτεινές διασυνδέσεις του με τη Μαφία.

Η περιγραφή των «επιχειρήσεων Μπερλουσκόνι» δίνει ήδη την υποδειγματική δομή μιας αυτοκρατορίας που θέλει να κατακτήσει ολοκληρωτικά την εξουσία και διαμορφώνει τον κύκλο των πιστών στρατηγών της. Φυσικά χρειάζεται και η πολιτική υποστήριξη. Την πετυχαίνει.

Μαζί με τα γεγονότα, όμως, αναδεικνύονται και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τής μπερλουσκονικής προσωπικότητας, που λες και είχε ζυμωθεί με τα υλικά της νέας κουλτούρας μιας χώρας – και μιας Ευρώπης – η οποία, βγαίνοντας από την ψυχροπολεμική εποχή, γυρνούσε την πλάτη στις ιδεολογίες και την παράδοση του Διαφωτισμού για να ριχτεί με ενθουσιασμό στις επιφανειακές απολαύσεις της καταναλωτικής υστερίας. Φίλοι του, όπως ο δημοσιογράφος Γκουζάντε, αλλά και επικριτές του τον περιγράφουν σαν άνθρωπο με τρομακτικό «Εγώ». «Πίστευε ότι ήταν ακαταμάχητος» και γινόταν.

Εξ ου και η δεκαετία του ’80, με την έκρηξη της τηλεόρασης, του ‘ρχεται γάντι. Ξεκινάει από επένδυση στην καλωδιακή για να δημιουργήσει τη μεγαλύτερη ευρωπαϊκή μιντιακή επιχείρηση, εισάγοντας σε μια Ιταλία κουρασμένη από πολιτικά σκάνδαλα και απογοητευμένη από την πολιτική τα τηλεοπτικά ήθη του αφασικού λάιφσταϊλ.

Καθιερώνει την πολύ τηλεοπτική «ιδεολογία» του, που είχε πυρήνα της την αφήγηση τηλεοπτικών παραμυθιών, έξοχων ερεθιστικών της μικροαστικής λίμπιντο, τα οποία έδωσαν διέξοδο στη ρουτίνα και τη σεξουαλική μετριότητα ενός καταπιεσμένου κόσμου εργαζομένων που από το περιθώριο κομματικών και οικονομικών ελίτ μπορούσε να βγει στο τηλεοπτικό προσκήνιο.

Και πώς να παραβλέψουμε ότι η μπερλουσκονική τακτική βρήκε πλείστους όσους μιμητές στο εγχώριο τηλεοπτικό πεδίο στις δυο δεκαετίες που τα τηλεοπτικά ήθη του ίδιου λάιφσταϊλ οδήγησαν και εδώ την κούρσα της αφασικής ψευδοανάπτυξης.

Διόλου τυχαίο ότι ο Μπερλουσκόνι επένδυσε ταυτοχρόνως με το σεξ και στη σάτιρα, προβάλλοντας και ο ίδιος ένα ιδιόμορφο ίματζ που μπέρδευε τον παθολογικό εγωκεντρισμό του με τον αυτοσαρκασμό, γνωρίζοντας άριστα την απενοχοποιητική λειτουργία του γέλιου. Αποσπάσματα από μια έξοχη, σατιρική παράσταση του Μπενίνι που μιμείται τον Μπερλουσκόνι παρουσία του ίδιου προσθέτουν στο «ψυχογράφημα της εποχής» τη διάσταση εκείνη ενός μαζικού θεάματος το οποίο λατρεύτηκε από τα τηλεοπτικά πλήθη, τη σάτιρα. Στοιχείο μιας πνευματικής εν τέλει παρακμής, τα διαρκή χαχανητά ενός κόσμου που διψάει για διασκέδαση έμοιαζαν να λειαίνουν τις επικίνδυνες αιχμές της σκληρής πραγματικότητας.