Πώς θυμάται ο κόσμος τον Καρλ Μαρξ; Σαν επαναστάτη φιλόσοφο, προφήτη της πάλης των τάξεων και της δικτατορίας του προλεταριάτου. Αλλά ποιος ήταν στην πραγματικότητα; Ενας διανοούμενος που πίστευε στη δημοκρατία και την ελευθερία του λόγου, αγαπούσε τις φυσικές επιστήμες και λάτρευε τις νέες τεχνολογίες. Με άλλα λόγια, ένας Καρλ Μαρξ που δεν ήταν καθόλου μαρξιστής. Ή με τα σημερινά δεδομένα, ένας βρετανός νεοεργατικός, ένας γερμανός προοδευτικός ή ένας λίμπεραλ Αμερικανός. Αυτός ο αναθεωρημένος Μαρξ ζει σε ένα νεοκλασικό κτίριο στην καρδιά του Βερολίνου. Στον αριθμό 22-23 της Γέγκερστασσε, έναν από τους πιο χαρακτηριστικούς δρόμους του Μίτε και δυο βήματα από τη Ζεντάρμενμαρκτ, την πλατεία των πρωσικών τελετών και του Κάιζερ, φιλοξενείται η Ακαδημία των Επιστημών. Εκεί, στον τέταρτο όροφο, προετοιμάζεται η έκδοση των Απάντων του Μαρξ. Συνολικά 114 τόμοι με κείμενα, επιστολές, σημειώσεις, μνημειώδη έργα. Το τιμ της Ακαδημίας διαβάζει, ελέγχει, ταξινομεί. Κυρίως, όμως, βουτάει στην Ιστορία.

Το σχέδιο της έκδοσης των Απάντων ονομάζεται Mega, ακρωνύμιο που πατάει σαν λογοπαίγνιο ανάμεσα στην ελληνική λέξη και τη γερμανική ονομασία Marx – Engels GesamtAusgabe. Από τη συστηματική έρευνα ανακαλύπτονται πράγματα που οι σύγχρονοι του Μαρξ ήθελαν να αγνοούν και η ιδεολογική ορθοδοξία των επιγόνων προτίμησε να λογοκρίνει. Οι «Θέσεις για τον Φόιερμπαχ», εξηγεί στην εφημερίδα «Ρεπούμπλικα» ο υπεύθυνος της Ακαδημίας Γκέραλντ Χούμπμαν δεν περιλαμβάνονταν αρχικά στη «Γερμανική Ιδεολογία». Εντάχθηκαν αργότερα ενώ, σύμφωνα με τον Μαρξ, θα έπρεπε να είχαν καταλήξει στα σκουπίδια. Οι «Θέσεις» είχαν γραφτεί με πένα. Τα αυθεντικά χειρόγραφα είναι γεμάτα σβησίματα και διορθώσεις, αλλά και σκιτσάκια με γυναικείες φιγούρες στο πλάι της σελίδας, τα οποία είναι πιθανό να είχε σχεδιάσει ο Ενγκελς. Σε αυτά τα πολύτιμα χειρόγραφα περιέχονται πολλά από τα πολιτικά συνθήματα του Μαρξ που έγιναν ευαγγέλιο στην Σοβιετική Ενωση. Πίστευε πράγματι ότι η συνείδησή μας καθορίζεται μόνο από την υλική μας ύπαρξη; «Οχι», απαντά ο Χούμπμαν. «Κοιτάξτε εδώ» λέει στον απεσταλμένο της «Ρεπούμπλικα» επιδεικνύοντας έναν τόμο: «Ο Μαρξ είπε: «Το μόνο που ξέρω είναι ότι δεν είμαι μαρξιστής»».

Οι επιμελητές του σχεδίου Mega ανακαλύπτουν έναν διαφορετικό Μαρξ. Οχι έναν ιδεολόγο του παρελθόντος αλλά έναν σύγχρονο πολιτικό ερευνητή. «Εναν επιστήμονα – λέει ο Χούμπμαν – που συνέχισε να ερευνά έως τα βαθιά του γεράματα και ο οποίος μπόρεσε να δει και να προβλέψει τη σημερινή κρίση. Μελέτησε στα ύστερα χρόνια του την εξέλιξη του καπιταλισμού, το πέρασμα από τον βιομηχανικό καπιταλισμό στον χρηματοπιστωτικό». Η στροφή, δηλαδή η φάση μετά το «Κεφάλαιο», αρχίζει με τη μελέτη της αμερικανικής οικονομίας: η αχανής έκταση της χώρας, η ανάγκη να κατασκευαστεί γρήγορα ένα σιδηροδρομικό δίκτυο και άλλες υποδομές, η όλο και μεγαλύτερη δίψα για πρώτες ύλες, η έκρηξη της γεωργίας ενίσχυσαν την εξάρτηση της πραγματικής οικονομίας από τη χρηματοπιστωτική. Αυτή η κρίσιμη καμπή στην ιστορία του καπιταλισμού δεν ήταν δυνατόν να ξεφύγει από την προσοχή του γερο-Μάρξ. Διαβάζοντας κανείς τις σημειώσεις τού τότε, έχει την αίσθηση ότι διαβάζει για την κρίση τού σήμερα.

Κι αν αυτές έφτασαν στα χέρια μας, αυτό οφείλεται σε ιστορική τύχη. Εργα, σημειώσεις και επιστολές του Μαρξ και του Ενγκελς επέζησαν στα αρχεία του κόμματος των γερμανών Σοσιαλδημοκρατών. Κόντρα σε κάθε λογική. Κι αυτό γιατί μετά την Επανάσταση των Μπολσεβίκων οι γερμανοί Σοσιαλδημοκράτες και οι σοβιετικοί Κομμουνιστές συνεργάστηκαν για την τακτοποίηση του αρχείου. Ενα μέρος του υλικού μεταφέρθηκε στη Μόσχα. Το υπόλοιπο παρέμεινε στο Βερολίνο της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης. Η δουλειά των σοβιετικών ερευνητών, όμως, τράβηξε σύντομα την προσοχή της NKVD, της μυστικής αστυνομίας του Στάλιν. Στον επικεφαλής δεν άρεσαν κάποιες απόψεις για την ανάγκη της ελευθερίας της έκφρασης και της ελεύθερης αντιπαράθεσης ανάμεσα στις πολιτικές και τις κοινωνικές δυνάμεις. Την περίοδο των σταλινικών εκκαθαρίσεων, οι σοβιετικοί μελετητές του Μαρξ είχαν άσχημη κατάληξη. Ο επικεφαλής τους, Νταβίντ Γιαρζάνοφ, καταδικάστηκε για προδοσία το 1938, λίγο πριν από το σύμφωνο ανάμεσα στη ναζιστική Γερμανία και τη Σοβιετική Ενωση. Οι υπόλοιποι γλίτωσαν παρά τρίχα την εκτέλεση. Στο Βερολίνο τα πράγματα δεν ήταν καλύτερα. Φοβούμενοι ότι τα αρχείο θα κατέληγε στην Γκεστάπο και από εκεί στην πυρά, οι γερμανοί Σοσιαλδημοκράτες ζήτησαν τη βοήθεια φίλων ακαδημαϊκών από την Ολλανδία. Από κάποιο καπρίτσιο της τύχης, οι ξένοι κατακτητές και οι ντόπιοι συνεργάτες τους δεν σκέφτηκαν ποτέ να ψάξουν στα υπόγεια του Πανεπιστημίου του Αμστερνταμ. Θα έπρεπε να έρθει το τέλος του πολέμου και ο θάνατος του Στάλιν για να ξαναρχίσει η μελέτη και μια νέα φάση συνεργασίας ανάμεσα στην Ανατολική Γερμανία και την ΕΣΣΔ. Αυτή τη φορά ήταν ο Μπρέζνιεφ που πάγωσε την έκδοση των Απάντων. Με την πτώση του Τείχους του Βερολίνου, ο δρόμος θα άνοιγε οριστικά. Και με την ενθάρρυνση του Χέλμουτ Κολ, ενός πολιτικού που μόνο μαρξιστής δεν ήταν.