Ο πόλεμος εναντίον της Ελλάδας ήταν κρίσιμος, σημειώνει ο Πράσκα, και επειδή μπορούσε να προκαλέσει «επιπλοκές σε άλλα βαλκανικά ή ιταλικά σύνορα». Κι όμως εκείνες ακριβώς τις ημέρες, στις 15 Οκτωβρίου που ο Μουσολίνι πήρε την απόφαση, το Γενικό Επιτελείο Στρατού διέταζε την αποστράτευση αρκετών κλάσεων, τον αφοπλισμό τους και τη μετακίνησή τους σε ειρηνικές ζώνες! Ετσι, όταν χρειάστηκαν στο μέτωπο τόσο οι προγραμματισμένες όσο και οι έκτακτες ενισχύσεις, «ο ιταλικός Στρατός βρισκόταν σε πλήρη διάλυση και δεν ήταν δυνατόν να αποστείλει βοήθεια».

Ο αφοπλισμός του Στρατού δεν θα μπορούσε ωστόσο να προχωρήσει χωρίς την έγκριση του στρατάρχη Μπαντόλιο, σημειώνει ο Πράσκα. Και αναρωτιέται: «Πώς και δεν αντιτάχθηκε ο Μπαντόλιο σε μια τέτοια αναδίπλωση που στερούσε από τις εμπόλεμες μονάδες την δυνατότητα να λάβουν βοήθεια, ενώ υπήρχε επιπλέον ο φόβος επιπλοκών σε άλλα θέατρα πολέμου; Και εάν υποτεθεί ότι ο αρχηγός της κυβέρνησης, ο Μπενίτο Μουσολίνι, επέβαλε αυτή την παράλογη αναδίπλωση για λόγους κοινωνικούς, ο στρατάρχης δεν θα έπρεπε άραγε να υποβάλει την παραίτησή του;». Μετά από αυτό, ο Πράσκα προχωράει επιρρίπτοντας την ευθύνη στον Μπαντόλιο. «Για ακόμη μια φορά», γράφει, «αποδεικνύεται η υπονομευτική στάση του Μπαντόλιο που επηρέασε άμεσα την κακή μας μοίρα. Ο Μπαντόλιο προκαλούσε καθυστερήσεις στην προετοιμασία των επιχειρήσεων με την ελπίδα ότι θα μπορούσε να εμποδίσει τον πόλεμο. Αλλά δεν είχε τον απαραίτητο δυναμισμό για να αντιταχθεί αποφασιστικά στις φιλοπόλεμες προθέσεις του Μουσολίνι».