«Η Μαρία Κάλλας είναι εκείνη που επανέφερε στο προσκήνιο την όπερα «Αννα Μπολένα», το 1957, σε παραγωγή του Λουκίνο Βισκόντι, στη Σκάλα του Μιλάνου. Από τότε η όπερα αυτή έγινε η μονάδα μέτρησης των μεγάλων σοπράνο», λέει ο γενικός διευθυντής της Metropolitan Opera Πίτερ Γκελμπ.

Ο Πίτερ Γκελμπ είναι ο άνθρωπος που προσπάθησε να αλλάξει την κατεύθυνση της σύγχρονης όπερας. «Προσπαθώ να την συνδέσω με την κουλτούρα της καθημερινότητας κατά έναν τρόπο που να έχει νόημα. Η όπερα είναι πολύ παλιό είδος τέχνης – η Μet έχει ιστορία 128 ετών -, αλλά κινδυνεύει με εξαφάνιση γιατί το κοινό της γερνάει. Ενας τρόπος ανανέωσης είναι και η τεχνολογία. Και ενώ γενικά θεωρείται ότι η τεχνολογία μάς κλείνει στο σπίτι, η συγκεκριμένη χρήση της προκαλεί μια κάποια κοινωνική εμπειρία. Σκεφτείτε ότι οι θεατές συχνά χειροκροτούν, αν τους αρέσει η παράσταση, έστω και αν οι πρωταγωνιστές βρίσκονται χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά».

Ο επικεφαλής της Μet, που δηλώνει «θαυμαστής του ελληνικού λαού και πολιτισμού», παρομοιάζει τον τρόπο μετάδοσης της όπερας με τον τρόπο που γίνονται οι αθλητικές μεταδόσεις. «Στις αναμεταδόσεις έχουμε το πρόβλημα ότι δεν πρέπει οι κάμερες να ενοχλούν τους θεατές που έχουν φυσική παρουσία στο θέατρο. Εχουμε επτά έως εννιά σταθερές κάμερες και δύο κινούμενες. Η μία από τις δύο κινούμενες είναι αιωρούμενη, η άλλη είναι ρομποτική, παράγει μέχρι και το 30% των μεταδιδόμενων εικόνων και τρέχει σε ράγες στο χείλος της σκηνής. Ο κάμεραμαν βρίσκεται κάτω από τη σκηνή και την ελέγχει με τηλεχειρισμό. Υπάρχουν επίσης κάμερες στα παρασκήνια όπου μια γνωστή τραγουδίστρια της όπερας – φέτος είναι η Ρενέ Φλέμινγκ – παίζει τον ρόλο του δημοσιογράφου που παίρνει συνεντεύξεις από τους πρωταγωνιστές. Πρέπει να αλλάξουμε τις μεθόδους προσέγγισης του κοινού», καταλήγει ο Πίτερ Γκελμπ. «Δεν έχω ψευδαισθήσεις ότι η όπερα μπορεί να γίνει ποπ, προσπαθώ όμως να την φέρω κοντά σε όσο το δυνατόν περισσότερο κόσμο».