Ιδιο και διαφορετικό, µισοφτιαγµένο, µας υποδέχεται το Πεδίον του Αρεως ξανά, έπειτα από χρόνια στέρησης.

Καινούργιο και µαζί γνώριµο, πώς αντέξαµε τόσον καιρό χωρίς αυτή τη βόλτα; Γι’ αυτό κοντέψαµε να πάθουµε κατάθλιψη εδώ στη γειτονιά και δεν ξέραµε τι µας έφταιγε. Το πράσινο των παιδικών µας χρόνων, και των εφηβικών, και όλης της ζωής µας, επιτέλους ξαναγύρισε. Σαν να γνωρίζω ένα ένα τα φυλλαράκια που ξαναβλέπω, αλλά θα είναι ψευδαίσθηση.

Στα δροµάκια του τώρα ανάβουν φώτα µόλις πέσει η βραδιά, είναι πανέµορφο και ηρεµιστικό. Στη θέση του παλιού σιντριβανιού υπάρχει ένα καινούργιο, µοντέρνο, το νερό βγαίνει κατευθείαν από το έδαφος.

Ενας φύλακας όλη τη µέρα προσπαθεί να αποµακρύνει από εκεί τα παιδιά µε σκέιτ και ποδήλατο. Ισως φοβάται πως αν βραχούν οι µαµάδες θα τα βάλουν µαζί του.

Και πιο πάνω τα διώχνουν, περνάει κόσµος, ενοχλούν τα σκέιτ. Πού να πάνε τα παιδιά; Το αρχικό σχέδιο προέβλεπε ράµπα για σκέιτ, αλλά φαίνεται πως ήταν κάτι αφόρητα πρωτοποριακό για µια πόλη σαν την Αθήνα. Με υστερίες και προσφυγές στο Συµβούλιο της Επικρατείας, κατάφεραν οι δήθεν περίοικοι να µη γίνει η ράµπα. Τι τους πείραζε; Αβυσσος η ψυχή του περίοικου που µπορεί να καθυστερεί σαδιστικά ένα ολόκληρο πάρκο.

Το παλιό σιντριβάνι ήταν µια λιµνούλα µε βράχια και γύρω γρασίδι. Το καινούργιο σε καλεί να παίξεις µε το νερό, στον καύσωνα θα µπορούµε να περνάµε ανάµεσα στους πίδακες. Αν µας αφήνουν οι φύλακες δηλαδή. Φαντάζοµαι ότι ο αρχιτέκτονας θα το παρουσίαζε µε µια θεωρητική άποψη για κατάργηση των ορίων ανάµεσα σε µας, το νερό, τη βόλτα, κ.λπ.

Αυτό το παιχνίδι µε τα όρια του σιντριβανιού, είµαι περίεργη, πόσο καιρό θα το αντέξουµε και πού θα µας οδηγήσει.