Η κατάσταση της ελληνικής οικονομίας σήμερα χαρακτηρίζεται ως αρκετά σοβαρή, με την έννοια ότι εκτός του υπερβολικού δημοσίου ελλείμματος και δημοσίου χρέους πλήττεται και από την έντονη ανισοκατανομή του εισοδήματος, την υψηλή ανεργία και την τεχνολογική και καινοτομική κατάρρευση της παραγωγικής βάσης. Με αυτά τα δεδομένα, η οδός διάσωσης προϋποθέτει συνεκτικές και στοχοθετημένες παρεμβάσεις βραχυπρόθεσμου και μεσο-μακροπρόθεσμου χαρακτήρα, προκειμένου κατά την περίοδο 2010- 2015 να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις αποκατάστασης των προαναφερόμενων διαρθρωτικών ανισορροπιών. Το δυσάρεστο σ΄ αυτή την αναγκαιότητα είναι ότι η οικονομική στήριξη της ελληνικής οικονομίας από την Ε.Ε., μονεταριστικής κατά κύριο λόγο έμπνευσης, αλλά και η οικονομική πολιτική κινούνται στην κατεύθυνση της δημοσιονομικής πειθαρχίας για τη μείωση των δημοσίων δαπανών και ελλειμμάτων.

Η παντελής έλλειψη αναπτυξιακών στοιχείων καθώς και εισοδηματικών κοινωνικών ισοδύναμων στην επιβολή των μέτρων δημοσιονομικής πειθαρχίας συρρικνώνουν τη ζήτηση και κατανάλωση της μισθωτής δημόσιας και ιδιωτικής εργασίας, παρατείνουν τις συνθήκες οικονομικής κρίσης και ύφεσης της ελληνικής οικονομίας κατά τα επόμενα χρόνια και δημιουργούν τόσο όρους στασιμοπληθωρισμού όσο και όρους κραχ στην αγορά εργασίας με την αύξηση της ανεργίας. Μία τέτοια προοπτική θα στερηθεί της αντοχής της ελληνικής κοινωνίας, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη διάβρωση της κοινωνικής συνοχής.

Όμως πώς έφθασε η ελληνική οικονομία σ΄ αυτό το επίπεδο της δημοσιονομικής κρίσης και σ΄ αυτή την αύξηση του δημοσίου ελλείμματος και του δημοσίου χρέους;

Πράγματι, διερευνώντας την ελληνική οικονομία κατά την περίοδο 1994- 2008 διαπιστώνεται, εκτός των άλλων, ότι ήταν μία περίοδο σημαντικής αύξησης του ΑΕΠ και ανισοκατανομής του εισοδήματος, κατά την οποία θα έπρεπε να μειωθούν τα δημόσια ελλείμματα και το δημόσιο χρέος. Αντ΄ αυτού, ιδιαίτερα την τελευταία δεκαετία, παρατηρείται μια σταδιακή αύξηση του δημοσίου ελλείμματος και του δημοσίου χρέους, χωρίς να έχει βελτιωθεί σημαντικά το βιοτικό επίπεδο της πλειονότητας του πληθυσμού και να έχουν διευρυνθεί τα αναπτυξιακά αποθέματα της χώρας.

Με άλλα λόγια, η δημοσιονομική πολιτική του «ελληνικού παράδοξου» που ασκήθηκε κατά την περίοδο αυτή στην Ελλάδαπροσέφερε απαλλαγές και απελευθέρωση της φοροδιαφυγής στα υψηλά εισοδήματα και εξ αυτού του γεγονότος κατέφυγε σε δανεισμό για να καλύψει την απώλεια εσόδων του κρατικού προϋπολογισμού, χρεώνοντας με την επιδείνωση του βιοτικού επιπέδου τουλάχιστον κατά 20% τις μελλοντικές γενεές των μισθωτών φορολογουμένων για την αποπληρωμή του αυξημένου δημοσίου χρέους.

Ακριβώς στην αποπληρωμή του δανεισμού της περιόδου «του ελληνικού παράδοξου» αποβλέπει, κατά κύριο λόγο, ο σημερινός δανεισμός της ελληνικής οικονομίας με αυξημένο ασφάλιστρο κινδύνου λόγω της δημοσιονομικής κρίσης της χώρας μας.

Σ΄ αυτή τη φάση, η ελληνική οικονομία απαιτεί την άμεση ή την έμμεση οικονομική στήριξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή κρατώνμελών για τον επερχόμενο δανεισμό των 25 δισ. ευρώ με επιτόκιο αντίστοιχο με αυτό που δανείζονται και οι άλλες χώρες της Ένωσης. Η στήριξη αυτή που προσφέρεται στην Ελλάδα, με «αντάλλαγμα» για τον εφησυχασμό των αγορών τη λήψη επώδυνων μέτρων δημοσιονομικής πειθαρχίας, δεν σημαίνει ότι είναι αυξημένο το ενδιαφέρον του ευρωπαϊκού διευθυντηρίου για την ελληνική οικονομία, την οποία θεωρεί μία δομικά αποδυναμωμένη περιφερειακή οντότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Αντίθετα, η στήριξη αυτή με αφορμή τη δυσμενή κατάσταση της ελληνικής οικονομίας και των άλλων μεσογειακών χωρών αποβλέπει περισσότερο στην ενίσχυση της ισοτιμίας του ευρώ έναντι του δολαρίου, την οποία οι αγορές, ανεξαρτήτως αποτελέσματος, «στοιχηματίζουν» να φέρουν κατά το επόμενο διάστημα στη σχέση 1:1, με θετικές επιπτώσεις στις εξαγωγικές επιδόσεις των ευρωπαϊκών κρατών και με αρνητικές επιπτώσεις στη διαρροή κεφαλαίων από ευρώ σε δολάρια, με ό,τι αρνητικό συνεπάγεται για την ευρωπαϊκή οικονομία.

Σ΄ αυτό το ευρωπαϊκό και διεθνές πλαίσιο, η ελληνική οικονομία με τις πρόσφατες δυσμενείς εξελίξεις τοποθετείται για την περίοδο 2010- 2020 στη θέση μίας αδύναμης και ανίσχυρης οικονομικά, κοινωνικά και αναπτυξιακά περιφερειακής οντότητας της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

ΑΔΥΝΑΜΗ

Η ελληνική οικονομία με τις πρόσφατες δυσμενείς εξελίξεις τοποθετείται για την περίοδο 2010- 2020 στη θέση μίας αδύναμης οικονομικά, κοινωνικά και αναπτυξιακά περιφερειακής οντότητας της Ε.Ε.

Ο Σάββας Ρομπόλης είναι καθηγητήςτου Παντείου Πανεπιστημίου, επιστημονικός διευθυντής του ΙΝΕ/ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ