Είναι κοινό μυστικό ότι η κατάσταση με το νερό στην Ελλάδα πηγαίνει κάθε χρόνο από το κακό στο χειρότερο. Τα τελευταία μάλιστα χρόνια, κάτω από την επίδραση και των συνθηκών της κλιματικής αλλαγής, το πρόβλημα τείνει να λάβει εκρηκτικές διαστάσεις.

Η σημαντική ταπείνωση της στάθμης των υπόγειων νερών, η εξάντληση των υδατικών αποθεμάτων σε ταμιευτήρες, ποταμούς και πηγές, η εξαφάνιση λιμνών και σημαντικών υγροτόπων, καθώς κι η υφαλμύρωση των παράκτιων υδροφορέων κατά μήκος της ακτογραμμής, αποτελούν σημάδια μιας πορείας που δυστυχώς, δεν έχει επιστροφή. Αν στην ποσοτική, προστεθεί και η ποιοτική υποβάθμιση του νερού που έχει απομείνει, ολοκληρώνεται η εικόνα μιας γενικευμένης περιβαλλοντικής καταστροφής.

Το πρόβλημα οφείλεται στο γεγονός ότι τα υδατικά ισοζύγια στις υδρολογικές λεκάνες της επικράτειας έχουν από καιρό διαταραχθεί. Με αποτέλεσμα εκτός των ανανεώσιμων, να καταναλώνεται εδώ και χρόνια κι ένα σημαντικό μέρος των μόνιμων υδατικών μας αποθεμάτων. Ένα μεγάλο μέρος δηλαδή του νερού που κάθε χρόνο ξοδεύεται σε διάφορες χρήσεις, δεν πρόκειται να αναπληρωθεί ποτέ. Η αιτία του προβλήματος βρίσκεται στις υδροβόρες αναπτυξιακές δραστηριότητες. Με πρώτη ασφαλώς την αγροτική, που απορροφά το 85% του ετήσια καταναλισκόμενου νερού. Η επί χρόνια συντήρηση μιας οικονομικής ανάπτυξης που δεν υπήρξε ποτέ συμβατή με τη φέρουσα ικανότητα της ελληνικής γης, έχει σήμερα ολέθρια και δυστυχώς μη αντιστρεπτά αποτελέσματα. Σε μια τέτοια, ήδη επιβαρημένη κατάσταση, προστέθηκαν τελευταία κι οι επιπτώσεις που συνοδεύουν την παγκόσμια, λόγω υπερθέρμανσης, απορρύθμιση του κλίματος. Που για τη δική μας περιοχή της Μεσογείου, παίρνει τη μορφή της αύξησης της συχνότητας των ακραίων φαινομένων. Στο εξής, τα διαστήματα έντονης ξηρασίας θα εναλλάσσονται ολοένα και συχνότερα με περιόδους ισχυρών βροχοπτώσεων. Αυξάνοντας κατακόρυφα τους κινδύνους της λειψυδρίας και των πλημμυρικών καταστροφών αντίστοιχα.

Η νέα αυτή πραγματικότητα σημαίνει ότι στο εξής, ακόμη κι αν σε ετήσια βάση θα δεχόμαστε συνολικά τα ίδια ύψη βροχής σε σχέση με το παρελθόν (κάτι που σήμερα αμφισβητείται), η κατανομή του νερού θα είναι τέτοια, ώστε να μην ευνοεί, όπως παλιά, την αποθήκευσή του σε φυσικές δεξαμενές. Το έδαφος, ως γνωστόν, δεν προλαβαίνει να διηθήσει το νερό

Η ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗ

των δυνατοτήτων που παρέχει η πράσινη ανάπτυξη είναι ίσως η τελευταία ευκαιρία, προκειμένου να μη βρεθούμε σαν τις μωρές παρθένες ανέτοιμοι

της βροχής όταν αυτή έχει μεγάλη ένταση. Με αποτέλεσμα το μεγαλύτερο μέρος του να απορρέει αναξιοποίητο και να χάνεται. Μ΄ άλλα λόγια στο μέλλον, θα περιοριστεί σημαντικά η ικανότητα των φυσικών δεξαμενών του νερού να εμπλουτίζονται και να ανανεώνουν τα αποθέματά τους.

Η κατάσταση αυτή αναμένεται να επιδεινωθεί ακόμη περισσότερο, ως αποτέλεσμα μιας σειράς «παράπλευρων απωλειών» της κλιματικής αλλαγής. Οι αναμενόμενες δασικές πυρκαγιές και τα συχνότερα φαινόμενα πλημμυρικών απορροών, σε συνδυασμό με την προχωρημένη αστικοποίηση της υπαίθρου, θα προκαλούν στο εξής εντονότερη διάβρωση των εδαφών. Γεγονός που θα ενισχύσει την επέκταση της ερημοποίησης και θα αποδυναμώσει ακόμη περισσότερο την ικανότητα συγκράτησης του νερού της βροχής και του χιονιού.

Μας περιμένουν δύσκολες μέρες. Αν δεν παραδεχτούμε την «άβολη αλήθεια» της σημερινής πραγματικότητας και δεν αντιδράσουμε άμεσα, το μέλλον θα γίνει εφιάλτης. Και δυστυχώς για τη χώρα, η σημερινή κυβέρνηση δεν δείχνει να αντιλαμβάνεται ούτε τη σοβαρότητα, ούτε και την κρισιμότητα της κατάστασης. Και επιμένει, μόνη στην Ευρώπη, να μην προχωρεί στην εφαρμογή των διατάξεων της ευρωπαϊκής οδηγίας-πλαισίου για το νερό. Σύμφωνα με την οποία θα έπρεπε ήδη να έχουν συνταχθεί και να εφαρμόζονται βιώσιμα σχέδια υδατικής πολιτικής σε κάθε λεκάνη απορροής. Εξαιτίας αυτής της κατάστασης, η χώρα μας έχει ήδη καταδικαστεί από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. Όσο για το αποκαλούμενο ψευδεπίγραφα «Εθνικό Πρόγραμμα Διαχείρισης και Προστασίας των Υδατικών Πόρων» που παρουσιάστηκε πρόσφατα από το ΥΠΕΧΩΔΕ, αυτό μας ξαναγυρνά δεκαετίες πίσω. Όταν τα υδατικά προβλήματα αντιμετωπίζονταν αποκλειστικά μέσω της κατασκευής φραγμάτων και μεγάλων τεχνικών έργων! Εκτός δηλαδή περιβαλλοντικής πολιτικής και μακράν της σύγχρονης αντίληψης της διαχείρισης της ζήτησης του νερού. Η εξάντληση των αποθεμάτων του νερού σε συνθήκες κλιματικής αλλαγής δεν αντιμετωπίζεται ούτε με αποσπασματικά ημίμετρα ούτε και με… συμπτωματικές τεχνικές επεμβάσεις. Απαιτεί μείζονα πολιτική αλλαγή. Με κύριο χαρακτηριστικό τη μεταστροφή του αναπτυξιακού προτύπου της χώρας, στην κατεύθυνση μιας ισόρροπης οικονομικής, κοινωνικής και περιβαλλοντικής ανάπτυξης. Που θα επαναπροσανατολίσει τις οικονομικές δραστηριότητες, προκειμένου να γίνουν επιτέλους συμβατές με τα ανανεώσιμα υδατικά αποθέματα. Μόνον ο σχεδιασμός και η εφαρμογή μιας ολοκληρωμένης πολιτικής νερού, ενταγμένης σε μια ευρύτερη αειφορική στρατηγική για το Περιβάλλον και την Ανάπτυξη, μπορεί να μας βγάλει από το σημερινό αδιέξοδο.

Η αξιοποίηση των δυνατοτήτων που παρέχει η πράσινη ανάπτυξη είναι ίσως η τελευταία ευκαιρία, προκειμένου να μη βρεθούμε σαν τις μωρές παρθένες ανέτοιμοι, απροετοίμαστοι και ανοργάνωτοι μπροστά στις μεγάλες αλλαγές που μας επιφυλάσσει η υπερθέρμανση του πλανήτη.

Και στην περίπτωση του νερού, ούτε η επίκληση «ασύμμετρων» απειλών ούτε κι η διανομή «τριχίλιαρων» θα μπορέσουν να μας σώσουν από τον επερχόμενο εφιάλτη.

Ο Γιάννης Μυλόπουλος είναι καθηγητής της Πολυτεχνικής Σχολής του ΑΠΘ