Από τον Σεπτέμβριο του 2004 είχε δεχθεί εισηγήσεις ο Κώστας Καραμανλής να

«πάρει μερικά κεφάλια», ώστε να σταματήσει εν τη γενέσει τους τα φαινόμενα

διαφθοράς στην κυβερνητική παράταξη. Ο Πρωθυπουργός όμως όχι μόνον τις

αγνόησε, επιμένοντας στη λογική ότι διεφθαρμένη παράταξη είναι μόνον το ΠΑΣΟΚ,

αλλά προτίμησε να στραφεί κατά των ΜΜΕ με το νομοσχέδιο για τον βασικό μέτοχο.

Από τον Σεπτέμβριο του 2004 είχε δεχθεί εισηγήσεις ο Κώστας Καραμανλής να

«πάρει μερικά κεφάλια»

Χρειάστηκε να περάσουν δύο χρόνια, να αποπεμφθούν πενήντα στελέχη και να

αποκαλυφθεί το σκάνδαλο της ΜΕΒΓΑΛ για να εγκαταλείψει ατάκτως ο κ. Καραμανλής

τη θέση για ηθική υπεροχή της παράταξής του. Από πολιτικό πλεονέκτημα πρώτης

γραμμής, η περίφημη «διαφάνεια» έχει μετατραπεί πλέον σε αχίλλειο πτέρνα για

τη Ν.Δ.

Το «σύστημα ΠΑΣΟΚ». Ο Κώστας Καραμανλής έκανε σημαία τη διαφθορά στην

αντιπολίτευση, αρχικά με στόχο να εκμεταλλευθεί πολιτικά την κατάρρευση του

Χρηματιστηρίου, στη συνέχεια όμως για να διαβάλει συνολικά το ΠΑΣΟΚ στην κοινή

γνώμη. Όπως αναφέρει στέλεχος του επικοινωνιακού επιτελείου, εκείνη την

περίοδο όλη η επιχειρηματολογία της Ν.Δ., και ειδικά το εύρημα του Νίκου

Καραχάλιου περί «συστήματος ΠΑΣΟΚ», έδινε την εντύπωση πως η διαφθορά ήταν

πρόβλημα της σοσιαλιστικής κυβέρνησης, σύμφωνα με τον νυν γραμματέα, και πως η

ανάδειξη της Ν.Δ. στην εξουσία αρκούσε για να την εξαλείψει. Ο Κώστας

Καραμανλής επιχείρησε να κατοχυρώσει για λογαριασμό της παράταξής του την

αρετή. Στελέχη που μιλούσαν τότε μαζί του λένε πως δεν είχε μεγάλη εμπιστοσύνη

στις διαχειριστικές ικανότητες της ομάδας του. Επεδίωκε να εδραιώσει τη

νεόκοπη εξουσία του στο επιχείρημα ότι η κυβέρνησή του μπορεί να είναι το ίδιο

αναποτελεσματική, πλην όμως πιο τίμια από την προηγούμενη.

Λίγοι μήνες όμως ήταν αρκετοί για να δείξουν ότι τα πράγματα δεν είναι έτσι…

Ήδη τον Ιούλιο του 2004 η Ν.Δ. συγκλονίζεται από την αποπομπή του Ι. Κεραμιδά,

διευθυντή του γραφείου του υφυπουργού Τουρισμού Αντώνη Λιάσκου, ύστερα από

καταγγελία επιχειρηματία ότι τον εκβίαζε ζητώντας χρήματα. Τότε, ο γραμματέας

της Κεντρικής Επιτροπής της Ν.Δ. είχε παραδεχθεί πως «τέτοια κρούσματα μπορεί

να εμφανίζονται, όμως το ζητούμενο είναι η αντιμετώπισή τους». Ο κ. Μεϊμαράκης

είχε κάθε λόγο να μιλάει για τέτοια φαινόμενα – ως γραμματέας είχε συνολική

εποπτεία για το ποιόν των στελεχών και άλλωστε γνώριζε καλά την

ανθρωπογεωγραφία του κομματικού μηχανισμού.


Βαγγέλης Πολύζος. Ο βουλευτής της Ν.Δ. παραδέχθηκε πως διεφθαρμένοι υπάρχουν

σε όλους τους χώρους. Διαγράφεται με συνοπτικές διαδικασίες

Συναγερμός. Οι ενδείξεις για κρούσματα ανάρμοστης συμπεριφοράς που

σωρεύονται από όλους τους τομείς της κυβερνητικής δραστηριότητας μέσα στο

πρώτο εξάμηνο είναι τόσες πολλές, ώστε τον Σεπτέμβριο του 2004 στη Ρηγίλλης

σήμανε συναγερμός. Στενοί συνεργάτες του Πρωθυπουργού στο «νεοκλασικό» και το

Μέγαρο Σταθάτου, του εισηγούνται «να πάρει από ένα κεφάλι» σε κάθε τομέα

κυβερνητικής δραστηριότητας ώστε να κοπεί κάθε διάθεση για «αρπαχτή». Ωστόσο ο

κ. Καραμανλής αμφιταλαντεύεται καθώς δεν έχει αποκλείσει ακόμα την πρόωρη

προσφυγή στις κάλπες, με αφορμή την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας. Σε

μια τέτοια συγκυρία θεωρεί ομολογία ήττας να παραδεχθεί ότι η διαφθορά δεν

αποτελεί μόνον υπόθεση του ΠΑΣΟΚ, όπως υποστήριζε. Επιπλέον, η υπόθεση του

Σινούκ τον πείθει ότι υπάρχει μέτωπο επιχειρηματικών συμφερόντων εναντίον του.

Η διαφθορά περνά σε δεύτερη μοίρα, προέχει η αντιπαράθεση με τους

«νταβατζήδες».

Υποχώρηση. Τον Απρίλιο του 2005, το εγχείρημα αυτό εγκαταλείπεται,

καθώς η κυβέρνηση έχει υποχρεωθεί σε πλήρη υποχώρηση. Μέσα σε αυτό το κλίμα,

το τελευταίο που θέλει είναι η ανάδειξη κρουσμάτων διαφθοράς στους κόλπους

της. Ενδεικτική είναι η αντίδρασή της όταν ξεσπά η υπόθεση Χούπη. Ο επικεφαλής

του γραφείου Τύπου του υπουργείου Εσωτερικών υποχρεώνεται σε παραίτηση και η

κυβέρνηση αποφεύγει κάθε διερεύνηση των καταγγελιών, στερώντας από τον κ.

Χούπη ακόμα και τη δυνατότητα να αποκατασταθεί, αποδεικνύοντας ότι οι

καταγγελίες ήταν αβάσιμες. Είναι ενδεικτικό ότι ο πρόεδρος του Ταμιευτηρίου κ.

Τσουπίδης παρέμεινε στη θέση του. Ουδέποτε διενεργήθηκε έρευνα, σαν να μην

είχε ρόλο στην υπόθεση. Το μόνο που ενδιέφερε όμως την κυβέρνηση ήταν να μην

ξαναγίνει λόγος για τον Χούπη.


Τώρα ομολογεί πως… τα βρίσκει σκούρα

Από τις καταγγελίες Κοκκινούλη αρχίζουν αποκαλύψεις που κορυφώνονται με την

αποπομπή του Α. Οικονομόπουλου (αριστερά). Την ίδια ώρα ο Γ. Παλαιοκρασσάς

κατηγορεί τον Κ. Καραμανλή ότι έχει συμβιβαστεί με τη διαπλοκή

Εκτεταμένα φαινόμενα διαφθοράς και χρηματισμού στελεχών υπουργείων καταγγέλλει

τον Σεπτέμβριο του 2005, λίγες μέρες πριν από τη ΔΕΘ, ο αγροτοσυνδικαλιστής

Θανάσης Κοκκινούλης. Την ταραχή που δημιουργείται στο Μαξίμου «πληρώνει» ο

Βαγγέλης Πολύζος, ο οποίος παραδέχεται πως διεφθαρμένοι υπάρχουν σε όλους τους

χώρους και διαγράφεται με συνοπτικές διαδικασίες. Στο Μαξίμου πίστευαν πως η

υπεροχή της Ν.Δ. έναντι του ΠΑΣΟΚ που κατέγραφαν οι δημοσκοπήσεις δεν

οφειλόταν στις συμπεριφορές των αρχηγών, αλλά των στελεχών, και έλεγαν πως δεν

μπορεί να παραδεχθεί τέτοιες συμπεριφορές στο κόμμα του χωρίς η υπεροχή να

καταρρεύσει. Ο Θόδωρος Ρουσόπουλος συνοψίζει το δόγμα σε μια φράση: «Οι

κατηγορίες περί χρηματισμού δεν συνάδουν με τα στελέχη της Ν.Δ.».

Το φθινόπωρο του 2005 πάντως δεν είναι η πλέον κατάλληλη περίοδος για τέτοιες

δηλώσεις. Ξεσπά κύμα αποκαλύψεων για επιλήψιμες συμπεριφορές στη Ν.Δ., που

κορυφώνεται με την αποπομπή του προέδρου του Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας

Άγγελου Οικονομόπουλου. Την ίδια περίοδο όμως που αποδεικνύεται ότι η Ν.Δ. δεν

έχει μόνον ενάρετους, η κυβέρνηση βρίσκεται σε άμυνα και για το θέμα της

διαπλοκής. Κορυφαίο στέλεχος της Ν.Δ., ο πρώην υπουργός Οικονομικών και

επίτροπος Γιάννης Παλαιοκρασσάς, ο οποίος λόγω διαφωνιών με τον Δημήτρη Σιούφα

αποπέμπεται από τη ΔΕΗ, κατηγορεί για πρώτη φορά τον κ. Καραμανλή ότι

συμβιβάστηκε με τη διαπλοκή.

Κυβερνητικοί βουλευτές επισημαίνουν πως περίπου τότε η γλώσσα και η στάση της

Ν.Δ. απέναντι στα φαινόμενα διαφθοράς γίνεται πιο ελαστική, ενώ η λέξη

διαπλοκή εξοβελίζεται πλήρως από το κυβερνητικό λεξιλόγιο (θα χρειαστεί

ιδιαίτερη ερώτηση στον Πρωθυπουργό για να χρησιμοποιήσει τη λέξη στη Διεθνή

Έκθεση Θεσσαλονίκης). Η αλλαγή στάσης απέναντι στη διαφθορά γίνεται πιο σαφής

τον τελευταίο μήνα: μιλώντας με βιομήχανους από τη Βόρεια Ελλάδα μάλιστα, ο κ.

Καραμανλής καθιστά σαφές πως η αντιμετώπιση της διαφθοράς είναι δυσκολότερη

από ό,τι υπολόγιζε. Στην ομιλία του στη ΔΕΘ, το «γρηγορόσημο» που άλλοτε

χαρακτήριζε ντροπή, περιγράφεται ως παθογένεια του συστήματος.

Δημοσκοπήσεις καταγράφουν τη δυσαρέσκεια

Κυβερνητικά στελέχη επισημαίνουν ότι η στροφή στον «ρεαλισμό» έγινε χωρίς

καμιά επεξεργασία και προκάλεσε απογοήτευση στην κοινή γνώμη που θεωρεί πλέον

στην πλειονότητά της (όπως καταγράφουν οι δημοσκοπήσεις), ότι η κυβέρνηση δεν

μπορεί να αντιμετωπίσει τη διαφθορά. Η ανοχή εξαντλείται. Η Ν.Δ. είναι ήδη

ευάλωτη – και ενοχλημένη – από την κριτική της αντιπολίτευσης για διαφθορά

όταν ξεσπά τα σκάνδαλο με τη μίζα – μαμούθ στη ΜΕΒΓΑΛ, στο οποίο εμπλέκονται

αποκλειστικά στελέχη της Ν.Δ. Η υπόθεση αυτή καταρρίπτει οριστικά οποιαδήποτε

αξίωση του Πρωθυπουργού για γαλάζιο μονοπώλιο στην αρετή, αλλά και τη

στρατηγική της τίμιας κυβέρνησης.

Δύο εβδομάδες αργότερα, και μετά την ανάδειξη των διασυνδέσεων των κουμπάρων

με τους υπουργούς, το Μαξίμου βρίσκεται σε πλήρη αμηχανία, καθώς τα περί

μηδενικής ανοχής στη διαφθορά προκαλούν θυμηδία. Με τη διαφθορά να αποτελεί

πλέον την αχίλλειο πτέρνα της Ν.Δ. υπάρχουν στελέχη που εισηγούνται ριζική

ανατροπή της στρατηγικής και τη συνεννόηση σε επίπεδο αρχηγών με το άλλο

μεγάλο κόμμα εξουσίας για την αντιμετώπιση του προβλήματος. Άλλη μία καλή

συμβουλή που δεν θα ακολουθήσει ο κ. Καραμανλής…