Λαμπερές τοιχογραφίες στολίζουν τη ζωγραφισμένη με εντυπωσιακά, φωτεινά

χρώματα (ένδειξη του πως θα ήταν και τα χρώματα του Παρθενώνα) λίθινη κλίνη

ενός μακεδονικού τάφου στην τούμπα Μπέλλα της Βεργίνας, η οποία όμως μένει

απροσπέλαστη στο κοινό

Τα χρώματα που λείπουν από την αρχιτεκτονική του Παρθενώνα, τη μεγάλη

ζωγραφική με τις φωτοσκιάσεις και την προοπτική, τη διασταύρωση της υψηλής

τέχνης με την πολυτιμότητα των υλικών, τον άφθονο χρυσό, το ασήμι, το

ελεφαντόδοντο, όλα εκείνα που έλειπαν για να συμπληρωθεί η εικόνα του αρχαίου

ελληνικού κόσμου, αποκαλύφθηκαν, από μια ιδιοτροπία της Ιστορίας, με το

άνοιγμα ενός ασύλητου βασιλικού τάφου σε ένα χωριουδάκι της Μακεδονίας, τη

Βεργίνα. Αποκαλύφθηκαν σε εξαιρετικά έργα που βρέθηκαν άθικτα, έτσι όπως τα

τοποθέτησαν στους θαλάμους της τελευταίας κατοικίας μιας διάσημης

προσωπικότητας που δολοφονήθηκε το 336 π.Χ. του Φιλίππου Β’, πατέρα του

Μεγάλου Αλεξάνδρου.

Ο θησαυρός που αποκαλύφθηκε τον Νοέμβριο του 1978 δεν ήταν ένα τυχαίο εύρημα.

Είχαν προηγηθεί μια τριακονταετία συστηματικών ερευνών του αρχαιολόγου Μανόλη

Ανδρόνικου και δεκαετίες ερευνών άλλων αρχαιολόγων στα αποσπασματικά κατάλοιπα

μιας κατεστραμμένης πόλης με άγνωστο όνομα. Ήταν οι Αιγές, η μητρόπολη του

βασιλείου της Μακεδονίας, της οποίας ακόμη παραμένει θαμμένο το μεγαλύτερο

μέρος.

«Το βιβλίο αυτό είναι μια σκιαγραφία και μια σύνθεση που περιλαμβάνει

ό,τι βαρυσήμαντα υπήρχαν μέχρι το 1992, χρονιά που πέθανε ο Μανόλης Ανδρόνικος

και ό,τι νέα δεδομένα έχουν προκύψει στα κατοπινά χρόνια», λέει η καθηγήτρια

της Αρχαιολογίας Στέλλα Δρούγου, η οποία υπογράφει μαζί με την επίσης

καθηγήτρια αρχαιολόγο Χρυσούλα Παλιαδέλη – Σαατσόγλου μια πλούσια

εικονογραφημένη έκδοση. Η οποία «φωτίζει» σπάνιο υλικό, παλιά σχέδια,

αναπαραστάσεις και φωτογραφίες μνημείων απρόσιτων για τον επισκέπτη και

ευρημάτων που βρίσκονται ακόμα στις αποθήκες. Υλικό τόσο πλούσιο, ώστε απαιτεί

την ανέγερση ενός αρχαιολογικού μουσείου για να ξεδιπλωθεί η ιστορία μιας

πόλης που είχε διάρκεια χιλίων χρόνων.

Παραδείγματα αποτελούν το ωραίο άγαλμα που εικονίζει τη βασίλισσα Ευρυδίκη,

γιαγιά του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Οι εξαιρετικές πήλινες κεφαλές θεαινών από

τάφους του 5ου αι. π.Χ. Όπλα και προσωπικά είδη από τους τάφους πολεμιστών της

εποχής του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Ένα τεραστίων διαστάσεων κουλουριασμένο φίδι,

μαρμάρινο, ενσάρκωση του Διός Μειλίχιου.

«Στη Βεργίνα αποτυπώνεται ολόκληρη η ιστορική διαδρομή των Μακεδόνων, η

εγκατάσταση, η κοινωνική εξέλιξή τους, η έκφραση της βασιλείας με αφορμή την

ταφική διαδικασία», παρατηρεί η Χρυσούλα Παλιαδέλη. «Έμμεσα αποκαλύπτονται

πολυάριθμα δεδομένα της μεγάλης τέχνης της μητρόπολης».

Για να βρεθεί το νήμα της ιστορίας της, που ξεκινά από το 1000 π.Χ., έπρεπε να

ανοιχθούν οι τάφοι της εποχής του σιδήρου και να φανούν τα περίτεχνα κοσμήματα

και τα όπλα.

Για να αισθανθεί κάποιος τη βασιλική αύρα των Αιγών, πρέπει να σταθεί στις

λεπτοδουλεμένες λεπτομέρειες ενός τεράστιου αλλά κατεστραμμένου ανακτόρου του

4ου αι. π.Χ., που ήταν γνωστό εδώ και 150 χρόνια. Το όνομά του, το οποίο

διατηρήθηκε στα χείλη του λαού, ήταν «Παλατίτσια».

Για να αντιληφθεί κάποιος την κοινωνική οργάνωση των Αιγών, θα πρέπει να

θαυμάσει τη θέα του κάμπου από τον εξώστη του παλατιού και να εστιάσει λίγο

χαμηλότερα προς το θέατρο, όπου παίχτηκε το δράμα της δολοφονίας του Φιλίππου

Β’ το 336 π.Χ. στους γάμους της κόρης του Κλεοπάτρας με τον βασιλιά των

Ηπειρωτών Αλέξανδρο.

Για να συναντήσει τους αριστοκράτες χρειάζεται να αναζητήσει τις κρυμμένες

στις εξοχές κατοικίες τους, ναόσχημα ταφικά μνημεία, με επιβλητικές προσόψεις,

τονισμένες με πολύχρωμη ζωγραφική.

Κάποια από αυτά τα κτίρια είναι επισκέψιμα. Άλλα ανοίγουν πρώτη φορά στο κοινό

χάρη στη φωτογράφησή τους. Σε πολλά, πίσω από τις κλειστές μαρμάρινες θύρες,

βρίσκονται ακόμη απλωμένα σε περίτεχνες νεκρικές κλίνες, θρόνους, τραπέζια ή

στο δάπεδο τα αγαπημένα τους όπλα, κοσμήματα, σκεύη των συμποσίων, της

καθημερινής ζωής.

Οι τυμβωρύχοι όλων των εποχών έκαναν την τύχη τους, αφού εντόπισαν τους

περισσότερους από αυτούς τους μακεδονικούς τάφους. Για τους αρχαιολόγους

έμεινε άθικτος και ασύλητος όλος ο πλούτος της κατασκευής και της ζωγραφικής.


Σώθηκε χάρη στη… σύλησή του

Το επιβλητικό μαρμάρινο άγαλμα στο ιερό της Εύκλειας μπορεί τελικά να

παριστάνει τη βασίλισσα Ευρυδίκη, γιαγιά του Μεγάλου Αλεξάνδρου

Η μεγάλη τούμπα, που ανέσκαψε ο καθηγητής Μανόλης Ανδρόνικος, είναι ένας

τεχνητός λοφίσκος στην άκρη του χωριού της Βεργίνας με διάμετρο εκατό μέτρων.

Περικλείει δύο τάφους που βρέθηκαν ασύλητοι: του Φιλίππου και του Πρίγκιπα –

θεωρείται ως ο τάφος του γιου του Μεγάλου Αλεξάνδρου και της Ρωξάνης που

δολοφονήθηκε (περιέχει τα οστά 15χρονου). Ο τύμβος περικλείει άλλους δύο

κατεστραμμένους και συλημένους τάφους, καθώς και ένα ερειπωμένο, υπαίθριο

ιερό. Γνωρίζουμε ποιοι ήταν οι ληστές: το 274 π.Χ. ο βασιλιάς Πύρρος

εγκατέστησε στις Αιγές φρουρά από Γαλάτες, οι οποίοι, όπως αναφέρει ο

Πλούταρχος, «ήταν μια φυλή τρομερά άπληστη για πράγματα πολύτιμα, άρχισαν να

σκάβουν τους τάφους των βασιλέων, άρπαξαν τα πολύτιμα, ενώ τα οστά τα πέταξαν

ιερόσυλα». Οι Γαλάτες δεν φαντάστηκαν την ύπαρξη και άλλων τάφων πιο κάτω και

όταν έφυγαν, τα κατεστραμμένα ταφικά μνημεία επισωρεύθηκαν στη βασιλική τούμπα

σχηματίζοντας προστατευτικό συλημένο «στρώμα» που απέτρεψε περαιτέρω επιδρομές

αρχαιοκαπήλων!