Τα ερείπια…

… δεν είναι μονάχα απομεινάρια παλιών καιρών. Μπορεί να γίνουν μνημεία της

ζωής που ζούμε, ή ακόμη και προαισθήματα της ζωής που θα ζήσουμε, όπως τα

ερείπια που άφησε η 11η Σεπτεμβρίου 2001 στη Νέα Υόρκη: άλλοι τα βλέπουν σαν

σύμβολα της χαμένης ανθρώπινης ελπίδας και άλλοι σαν σύμβολα της ηττημένης

υλικής ισχύος. Πολλά μπορεί να μάθει κανείς από έναν σωρό ξεχασμένες πέτρες.

Ένα βιβλίο…

… ολόκληρο έγραψε για τα ερείπια ο Κρίστοφερ Γούντγουορντ (Εκδ. Chatto

& Windus). Πριν από αυτόν, ο Πέρσι Σέλεϊ είχε βάλει τον «Προμηθέα» του

στον ίσκιο από τις Θέρμες του Καρακάλλα και ο Βαν Γκογκ είχε ζωγραφίσει «Το

καμπαναριό της παλιάς εκκλησίας», για να δείξει τη χαμένη πίστη του στη

χριστιανοσύνη. Τα ερείπια είναι το πάθος του αρχαιοδίφη. Είτε πρόκειται για τη

Βαβυλώνα ή τη Νινευή είτε για τα Σόδομα ή τη Νέα Υόρκη, συχνά τα πέτρινα

θραύσματα κρύβουν μέσα τους επιθυμίες ή απογοητεύσεις. Στη φαντασίωση ενός

ερειπωμένου μέλλοντος, η σκοτεινή μητρόπολη καταστρέφεται αναπόφευκτα από τον

εκδικητή χρόνο. Όμως, κανείς δεν φανταζόταν πως αυτό το μέλλον ήταν τόσο

κοντινό. Μετά τη Βαβυλώνα και τη Νινευή και τα Σόδομα και την Τύρο, η Αμερική

δεν φανταζόταν ποτέ πως θα έπρεπε να μάθει και αυτή με τα ερείπιά της

(μολονότι η αυτοκρατορία της δεν έχει παρέλθει).

Ένα ερειπωμένο…

… τοπίο μπορεί να φέρνει στον νου το ερειπωμένο ιδιωτικό παρελθόν ενός

εκάστου: απομακρυσμένα παιδικά χρόνια, ξεχασμένα όνειρα και χαμένες

φιλοδοξίες. Να γιατί η λογοτεχνία κατοικεί τόσο συχνά σε ερειπωμένα σπίτια. Η

«Πτώση του οίκου των Άσερ» πρέπει να είναι κυριολεκτική: «Είδα τους χοντρούς

τοίχους να σωριάζονται ορμητικά και η βαθιά και υγρή γούβα μπροστά στα πόδια

μου έκλεισε σκυθρωπά και βουβά πάνω από τα ερείπια του οίκου των Άσερ». Η

λατρεία των ερειπίων πολλές φορές γίνεται εμμονή. Στον «Φάουστ», ο Γκαίτε

σατίριζε αυτήν ακριβώς την εμμονή των Άγγλων στο ξεφτισμένο υλικό του

παρελθόντος – ένα θλιβερό υποπροϊόν της είναι η περίπτωση του Ελγίνου.

Η ψυχή…

… των ερειπίων είναι η κατακερματισμένη ανθρώπινη ψυχή. Ο Φρόυντ γοητευόταν

από την αρχαιολογία και έλεγε πως από τα ερείπια της Πομπηίας «ο θάνατος

αρχίζει να μιλά». Μπροστά στις πέτρες του Κολοσσαίου, ο Σατωβριάνδος έβλεπε

πως ο άνθρωπος είναι ο ίδιος «ένα ερείπιο ακόμη πιο ασταθές, που θα πέσει πριν

από αυτά τα απομεινάρια». Ένα δραματικό νόημα αποκτούν αυτά που έλεγαν κάποιοι

που βγήκαν ζωντανοί από την καταστροφή της Νέας Υόρκης, μέσα στην πρώτη ταραχή

τους: πως η έρημη χώρα γύρω τους έμοιαζε με κάτι «σαν την Πομπηία». Και είναι

ένα μέτρο αυτό που δείχνει πόσο βαθιά η θέα των ερειπίων μπορεί να εισχωρήσει

στην ανθρώπινη ψυχή.