Αγκάθι εξακολουθεί να αποτελεί για το μέλλον του αγωγού Μπουργκάς –

Αλεξανδρούπολης το θέμα των ποσοστών συμμετοχής στην εταιρεία Trans Balkan

Pipeline που θα κατασκευάσει το έργο. Κορυφαίοι κυβερνητικοί παράγοντες

παραδέχθηκαν χθες πως συμφωνία για τα ποσοστά δεν έχει επιτευχθεί και ότι η

διαπραγμάτευση θα είναι σκληρή.

Την ίδια ώρα όμως μεγαλώνει και η ανησυχία για τις πιθανές περιβαλλοντικές

επιπτώσεις, αν και η κυβέρνηση προτίμησε να τηρήσει για το θέμα αυτό σιγήν

ιχθύος. Τους φόβους της πάντως για τις πιθανές περιβαλλοντικές επιπτώσεις

εξέφρασε η αντιπολίτευση, βουλευτές της Ν.Δ. αλλά και ο πρόεδρος των ΕΛ.ΠΕ.

Τίμος Χριστοδούλου.Όσοι γνωρίζουν την προϊστορία του αγωγού λένε πως η

σημαντικότερη αιτία εμπλοκής ήταν το θέμα των ποσοστών, καθώς από την αρχή η

ρωσική πλευρά επεδίωκε το μεγαλύτερο μερίδιο ενώ η βουλγαρική είχε

επαναδιαπραγματευτεί δύο φορές τα ποσοστά, τα οποία στη Σόφια τα θεωρούσαν

πολύ μικρά. Όπως παραδέχτηκε χθες εμμέσως πλην σαφώς ο κυβερνητικός εκπρόσωπος

Θόδωρος Ρουσόπουλος το ζήτημα αυτό παραμένει ανοιχτό: «Τα ποσοστά με τα οποία

θα συμμετέχουν στη διεθνή εταιρεία εταιρείες των τριών χωρών είναι ένα από τα

ζητήματα», είπε ο κ. Ρουσόπουλος και πρόσθεσε ότι θα πραγματοποιηθεί μια

συνάντηση, στην Αθήνα, εντός του 2006, στην οποία θα μετέχουν οι υπουργοί

Ενέργειας Ελλάδας, Ρωσίας και Βουλγαρίας με τους επικεφαλής των εταιρειών,

ώστε να λύσουν το πρόβλημα.

Οι Βούλγαροι

Κυβερνητικά στελέχη εκτιμούν ότι μπορεί και οι τρεις πλευρές να δεσμεύτηκαν

χθες στο χρονοδιάγραμμα αυτό, ωστόσο υπάρχουν δικαιολογημένες αμφιβολίες για

το κατά πόσο οι Βούλγαροι θα τηρήσουν από την πλευρά τους τη συμφωνία.

Επισημαίνουν, μάλιστα, πως η συζήτηση για το ύψος της βουλγαρικής συμμετοχής

στο έργο βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη στη γειτονική χώρα και ότι εν όψει των

εκλογών του Νοεμβρίου δύσκολα θα υπάρξει δέσμευση της βουλγαρικής πλευράς σε

μικρό ποσοστό, αν οι Ρώσοι επιμείνουν να ζητούν πλήρη έλεγχο του αγωγού.

«Πρόκειται για μια δύσκολη διαπραγμάτευση», παραδέχτηκε ο υπουργός Ανάπτυξης

Δημήτρης Σιούφας μιλώντας σχετικά στη ΝΕΤ 105,8.

«Πιο εξαρτημένη η Ελλάδα»

ΑΚΟΜΗ ΠΙΟ εξαρτημένη από το πετρέλαιο θα είναι η Ελλάδα με τη

λειτουργία του αγωγού Μπουργκάς – Αλεξανδρούπολης. Όπως λέει στα «ΝΕΑ» ο

διευθυντής του ελληνικού γραφείου της Greenpeace κ. Νίκος Χαραλαμπίδης, εκτός

από τις άλλες περιβαλλοντικές επιπτώσεις η επιλογή του αγωγού κάνει την Ελλάδα

ακόμη πιο εξαρτημένη από τα πετρελαϊκά καύσιμα, με τις γνωστές συνέπειες που

έχει το πετρέλαιο στο περιβάλλον και τις κλιματικές αλλαγές. Όπως προσθέτει,

«η Ελλάδα είναι η πρώτη χώρα σε εξάρτηση από το πετρέλαιο στην Ευρώπη. Κι ενώ

θα περίμενε κανείς να ληφθούν μέτρα από την Πολιτεία προκειμένου να

περιοριστεί η ρύπανση, γινόμαστε ακόμη πιο εξαρτημένοι».

Αντισταθμιστικά οφέλη

Το ρίσκο μιας περιβαλλοντικής καταστροφής που αναλαμβάνει η χώρα μας με τη

δημιουργία του αγωγού Μπουργκάς – Αλεξανδρούπολης υπογράμμισε χθες και ο

βουλευτής της Ν.Δ. και υποψήφιος νομάρχης Έβρου Σταύρος Κελέτσης, τονίζοντας

ότι εξ αυτού του λόγου θα πρέπει ο ακριτικός νομός να πάρει το μεγαλύτερο

μερίδιο από τα αντισταθμιστικά οφέλη που συνοδεύουν τη διακρατική συμφωνία.

«Εμείς κυρίως αναλαμβάνουμε ένα ρίσκο που έχει το έργο αυτό, τις πιθανές

περιβαλλοντικές επιπτώσεις στην περίπτωση ενός ατυχήματος», ανέφερε ο

κυβερνητικός βουλευτής στο κρατικό ραδιόφωνο και ζήτησε «να διασφαλιστεί η

λειτουργία του έργου με όρους αυστηρούς σε σχέση με την προστασία του

περιβάλλοντος».

Επικίνδυνα για το Αιγαίο τα μονοπύθμενα

ΓΙΑ ΤΙΣ περιβαλλοντικές επιπτώσεις του αγωγού τα κυβερνητικά στελέχη

προτίμησαν να μην κάνουν δηλώσεις. Πάντως το ενδεχόμενο ναυτικού ατυχήματος

που θα μπορούσε να μολύνει ολόκληρο το Αιγαίο, το οποίο όπως παραδέχονται

ναυτιλιακά στελέχη δεν είναι απίθανο, ειδικά λόγω της αύξησης των δρομολογίων

των σούπερ τάνκερ προς την Αλεξανδρούπολη μετά την κατασκευή του αγωγού,

απασχολεί πλέον και τα πολιτικά κόμματα. Ο εκπρόσωπος του ΠΑΣΟΚ Νίκος

Αθανασάκης εξέφρασε τον προβληματισμό εάν μπορεί να φανταστεί η κυβέρνηση να

λειτουργεί ο αγωγός Μπουργκάς – Αλεξανδρούπολης και να διαπλέουν το Αιγαίο

μονοπύθμενα τάνκερ: «Τι επιπτώσεις θα μπορούσε να έχει αυτό στην περίπτωση

ενός ναυτικού ατυχήματος;» αναρωτήθηκε, υπενθυμίζοντας εμμέσως πλην σαφώς ότι

η κυβέρνηση είχε βάλει βέτο σε ευρωπαϊκή οδηγία που ποινικοποιούσε τη θαλάσσια

ρύπανση και ζητούσε περιορισμούς στα μονοπύθμενα τάνκερ.

Με επίκαιρη ερώτηση προς τον υπουργό Ανάπτυξης Δημήτρη Σιούφα, ο βουλευτής του

ΣΥΝ Γιάννης Δραγασάκης επισημαίνει τους περιβαλλοντικούς κινδύνους και ρωτά αν

η Ελλάδα προτίθεται να προωθήσει μονομερώς την εκπόνηση των αναγκαίων

περιβαλλοντικών μελετών για την περιοχή της Αλεξανδρούπολης και να περιληφθούν

στην τελική συμφωνία οι αναγκαίες ρυθμίσεις για την αποτροπή των όποιων

περιβαλλοντικών κινδύνων.

Ο Τίμος Χριστοδούλου

Αίσθηση προκαλεί πάντως ότι την ύπαρξη περιβαλλοντικών κινδύνων για το Αιγαίο

παραδέχεται ένα κορυφαίο αρμόδιο κυβερνητικό στέλεχος, ο πρόεδρος των ΕΛ.ΠΕ.

και πρώην υπουργός της Ν.Δ. Τίμος Χριστοδούλου. Μιλώντας στη ΝΕΤ δήλωσε ότι

«προβλήματα υπάρχουν ούτως ή άλλως απ’ τη διέλευση τόσο μεγάλου αριθμού,

εκατομμυρίων τόνων, από το Αιγαίο που είναι μια θάλασσα σχετικά στενή και η

οποία θα πρέπει να προστατευθεί και γενικότερα». Ο κ. Χριστοδούλου είπε βέβαια

πως «δεν νομίζει ότι ο αγωγός θα χειροτερέψει την κατάσταση», επεσήμανε όμως

ότι αυτό που θα πρέπει να κάνουν οι αρχές «είναι να ελέγχουν αυτούς οι οποίοι

περνάνε από το Αιγαίο πηγαίνοντας προς τη Μαύρη Θάλασσα ή ερχόμενοι από τη

Μαύρη Θάλασσα ώστε να μη δημιουργηθεί κανένα ατύχημα».

Σκληρά επιχειρηματικά παζάρια

ΚΑΙ ΑΠΟ σκληρά επιχειρηματικά παζάρια, όμως, αναμένεται να περάσει η

πολιτική συμφωνία για την κατασκευή του αγωγού Μπουργκάς – Αλεξανδρούπολης.

Αυτά θα παιχτούν κατ’ αρχήν στα πρόσθετα οικονομικά οφέλη που θα διεκδικήσουν

στις διαπραγματεύσεις τους με τις ρωσικές εταιρείες οι τρεις μεγάλοι ελληνικοί

ενεργειακοί όμιλοι, των ΕΛ.ΠΕ., του Λάτση και του Κοπελούζου, οι οποίοι έχουν

συνασπισθεί υπό την κοινοπραξία ΘΡΑΚΗ, προκειμένου να υπάρχει ένα νομικό

πρόσωπο που τους εκπροσωπεί.

Τα πρόσθετα αυτά οφέλη αφορούν, σύμφωνα με πληροφορίες, τις εγγυήσεις που θα

ζητήσει από τους Ρώσους η ελληνική πλευρά για την απόδοση των ιδίων κεφαλαίων

που θα χρειαστεί να επενδύσει προκειμένου να κατασκευαστεί ο αγωγός. Τα ίδια

κεφάλαια που θα βάλουν οι ελληνικές εταιρείες υπολογίζονται σε περίπου 75 –

100 εκατ. ευρώ (επί συνολικού προϋπολογισμού του έργου 800 – 900 εκατ. ευρώ),

γι’ αυτό και ζητούν εγγυήσεις, αφού τα μοναδικά τους έσοδα θα προέρχονται από

τις ταρίφες διέλευσης που θα καταβάλλουν στην κοινοπραξία οι ρωσικές

εταιρείες. Επειδή όμως οι τελευταίες έχουν το πάνω χέρι στον αγωγό, οι Έλληνες

φοβούνται ότι θα «παίζουν» με τις ταρίφες, ανεβοκατεβάζοντάς τες ανάλογα με τα

συμφέροντά τους. Γι’ αυτό η ελληνική πλευρά θα επιδιώξει στις διαπραγματεύσεις

που θα ακολουθήσουν με τους Ρώσους να εξασφαλίσει ένα στάνταρ ετήσιο έσοδο,

ανεξαρτήτως των κερδών που θα έχει η κοινοπραξία. Το παζάρι μεταξύ των τριών

πλευρών επιβεβαίωσε και ο πρόεδρος των ΕΛ.ΠΕ. Τίμος Χριστοδούλου. Ερωτηθείς τι

σημαίνει για τα ΕΛ.ΠΕ. η τριμερής πολιτική συμφωνία απάντησε ότι «… από τις

διαπραγματεύσεις θα κριθεί και το άμεσο ενδιαφέρον των ΕΛ.ΠΕ. Στη

διαπραγμάτευση τα πράγματα θα είναι διαφορετικά, θα δούμε τι ζητάει ο καθένας,

τι θα πάρουμε, τι παζάρι θα γίνει κ.λπ.».