Πέρασαν χρόνια από τότε που ανακαλύψαμε τους μαγικούς οικισμούς της Τήνου.

Αναγνωρίσαμε τότε μέσα στα συνεκτικά οικιστικά σύνολα τα αρχέτυπα μιας

αυθεντικής αρχιτεκτονικής που προέκυπτε από τις ανάγκες της κατοίκησης και από

την ευρηματική ερμηνεία τους στη γη και στο τοπίο.

Βρεθήκαμε πάλι στην Τήνο, στο ερειπωμένο χωριό Μοναστήρια, με την ευκαιρία της

καλλιτεχνικής επέμβασης με τίτλο: Αντανακλάσεις (εντάσσεται στο πλαίσιο του

Φεστιβάλ Εξωμβούργου· ο χώρος θα είναι ανοιχτός στο κοινό μέχρι 30-9-2006).

Ο εικαστικός Κώστας Τσόκλης, ο αρχιτέκτονας Γιώργος Τριανταφύλλου και ο

συνθέτης Νίκος Ξυδάκης πραγματοποίησαν αυτή την παρέμβαση, που μοιάζει με

θεατρική παράσταση στην οποία πρωταγωνιστούν τα ερείπια του εγκαταλελειμμένου

οικισμού και οι θεατές-επισκέπτες, οι οποίοι συμμετέχουν στη δράση, καθώς

ξετυλίγεται το νήμα μιας προσδιορισμένης πορείας.

Μέσα από τις διακριτικές εικαστικές επεμβάσεις, την αρχιτεκτονική πρόταση των

διαδρομών και τους ήχους της μουσικής που εισχωρεί ανάμεσα από τα χάσματα και

τα κενά των ερειπίων, η μνήμη προκαλείται να αναζητήσει στα οικιστικά

συμπλέγματα και στις μονάδες των σπιτιών, πέρα από νοσταλγικές αφηγήσεις, το

κουκούλι και τη σπίθα της κατοίκησης, την άρρηκτη σχέση του χώρου με τον

άνθρωπο, με το σώμα και τις αισθήσεις του.

Τα ίχνη της καθημερινής ζωής εξανθρωπίζουν τα κτίσματα, τα φθαρμένα

αντικείμενα και τις κατασκευές, που μετρούν τον χώρο και τον χρόνο, δηλαδή

κατοικούνται.

Η ανάσα της κατοίκησης αναδύεται από τις πόρτες, τα παράθυρα, τις εισόδους,

από τα κενά και τα πλήρη, από την επεξεργασία των λιθοδομών.

Ο ρυθμός της ζωής, σιωπηλός πλέον – όπως γράφει ο Ν. Ξυδάκης – φωλιάζει στη

συνεχή ροή των μονολιθικών ορίων που διαμορφώνουν επιφάνειες, κολόνες,

πεζούλια, στηθαία, καθίσματα, τραπέζια, κόγχες, τζάκια, πλατώματα, πλατύσκαλα,

σκαλοπάτια, δάπεδα και οροφές από σχιστόλιθο..

Οι γέφυρες-δρόμοι επισημαίνουν με τις αναλογίες της χάραξης τη σημασία της

διαδρομής μέσα και έξω από τα κτίσματα. Οι διαπλατύνσεις και οι εκτροπές της

πορείας με τα γραμμικά τοποθετημένα μαδέρια που μετρούν τα βήματα και η

διαμόρφωση των σκαλοπατιών που παραλαμβάνουν τις υψομετρικές διαφορές ορίζουν

με την απαιτούμενη ακρίβεια την κίνηση και τη στάση, την έναρξη και το πέρας

της πορείας στο οικιστικό σύνολο ανάμεσα στα ερειπωμένα σπίτια.

Οι συνεχείς αλλά διακριτικές εικαστικές εκπλήξεις-παρεμβάσεις προκαλούν το

βλέμμα να δει πέρα από τα αυτονόητα των τοίχων, να σταθεί στις λίγες αλλά

καίριες χρωματικές επισημάνσεις, να αναγνωρίσει το κενό, να το εκτιμήσει, να

το διερευνήσει, να διαπιστώσει αν πρόκειται για πραγματικότητα ή ψευδαίσθηση,

καθώς οι καθρέπτες που τοποθετούνται έντεχνα σε επιλεγμένα σημεία της

διαδρομής μέσα και έξω από τα κελύφη των σπιτιών μπερδεύουν την πραγματικότητα

με την ψευδαίσθηση.

Ο καθρέπτης με την άυλη εμφάνισή του – τόσο διαφορετικός από τη στιβαρή

λιθοδομή -. προσδίδει με τη στιλπνότητά του μεταφυσική διάσταση στον χώρο.

Οι αντανακλάσεις αιχμαλωτίζουν το βλέμμα και παραπέμπουν στην ακίνητη

επιφάνεια του νερού.

Τα κάτοπτρα προκαλούν τον επισκέπτη-περιπατητή, που συνήθως αδιαφορεί και

προσπερνά, να σταματήσει, να δει το είδωλό του και να διαπιστώσει αν πρόκειται

για πραγματικό ή παραπλανητικό παράθυρο ή πόρτα, να ξαναδεί το τοπίο και τα

απέναντι κτίσματα, να ασκήσει το βλέμμα του.

Για όσους διαχειρίζονται τον χώρο: τη διαδρομή και τη στάση, τις επιφάνειες

που μαρτυρούν το βάθος, τις αντανακλάσεις της ζωής και τα μηνύματα της φθοράς,

την παλλόμενη μουσική των ορίων, τις σιωπές και τις εντάσεις των κατασκευών, η

παρέμβαση στο οικιστικό σύνολο και στο τέλος η ακίνητη θεατρική φιγούρα του

αρχιτέκτονα μπροστά στον ασβεστωμένο βράχο οδηγούνται στην έξοδο από τη θηλιά

της διαδρομής, με ερωτήματα αλλά και ελπίδες.

Τα θραύσματα της καθημερινότητας και οι αντανακλάσεις των κατόπτρων φωτίζουν

τη βεβαιότητα ότι η ζωή συνεχίζεται και ότι αυτό που απαιτείται είναι η

επίμονη αναζήτηση με νέους όρους της ποιητικής διάστασης του κατοικείν…

Η Σουζάνα Αντωνακάκη είναι αρχιτέκτονας.