Εκείνο το βράδυ η Εθνική Οδός που με «επέστρεφε» στην Αθήνα μού φάνηκε

θλιβερή. Και τα σκουπίδια στις άκρες του δρόμου ένα μίζερο ενιαίο πέπλο. Ήταν

φανερό πως ήμουν τσαντισμένος. Μετά το Ρίο, μια κουρασμένη Μερσεντές με

αλβανικές πινακίδες εμφανιζόταν και χανόταν «αναζητώντας» τον δρόμο για την

Αθήνα. Γρήγορα στις στροφές, σιγά στις ευθείες! Ο πατέρας της Σονίλα δεν είχε

έρθει με αυτοκίνητο. Πρώτη φορά ήταν το 1992. Πέρασε τα βουνά με τα πόδια και

ύστερα από 6 μέρες κάθησε θαμπωμένος στην κεντρική πλατεία της Νάουσας. H χαρά

του κράτησε όσο και ένα τσιγάρο. Αστυνομία, κλούβα και επιστροφή στην Αλβανία.

Λίγους μήνες μετά ο Μάρκο ήταν ξανά εδώ. Αυτή τη φορά σε άλλη πόλη. Και όχι

πια σε πλατείες. Πέντε – έξι μήνες μεροκάματα και μετά πίσω στο Ελμπασάν, στη

γυναίκα του, την κόρη του, τον γιο του. Και κάθε που λιγόστευαν τα λεφτά,

ετοίμαζε το σακίδιο. Ώσπου το ’98 αποφάσισε να τους πάρει όλους μαζί του.

Άλλωστε η κόρη του Σονίλα, η αδυναμία του, του το είχε ξεκόψει. Δεν ήθελε

άλλες κούκλες. Εκείνον ήθελε.

H Σονίλα με τον αδελφό της Αλγκέρς (αριστερά) στο Ελμπασάν της Αλβανίας, λίγο

πριν ταξιδέψουν για την «παραμυθένια χώρα». H ταλαιπωρημένη φωτογραφία

συνόδευε πάντα τον Μάρκο Μετούσι στα ταξίδια του στην Ελλάδα

Τους πρώτους μήνες της ζωής της στην Ελλάδα η Σονίλα έβλεπε θολά τον ουρανό.

Κοιμόταν στο θερμοκήπιο όπου δούλευε ο πατέρας της και «βοηθούσε» η μάνα της.

Κρατώντας από το χέρι τον αδελφό της Αλγκρές, κάποια στιγμή παρουσιάστηκε στο

σχολείο. Ένας δάσκαλος – γιατί υπάρχουν ακόμη λίγοι δάσκαλοι – τη βοήθησε και

μέσα σε λίγες εβδομάδες «το Αλβανάκι» άρχισε να «ζωγραφίζει». Και στο Γυμνάσιο

«θέριζε» τα 20άρια όπως ο πατέρας της φύτευε τους σπόρους. Ξαφνικά όμως τον

Οκτώβριο του 2004 η πόρτα του σχολείου βρέθηκε κλειστή. Θα θυμάστε ίσως την

ιστορία. «Κατέλαβαν Γυμνάσιο για να μην γίνει σημαιοφόρος Αλβανίδα».

«Εδώ κάποτε ήταν οι στάβλοι των βασιλιάδων» με ενημερώνει ο ζαχαροπλάστης της

Λάππας Αχαΐας. Όσο για το σπίτι των Μετούσι; Πάνω από το μοναδικό

βιβλιοπωλείο! Μια βιτρίνα γεμάτη με «Μπάρμπι», «αρκουδάκια», «τρανσφόρμερ» και

λίγα μπεστ σέλερ. Το κουδούνι δεν είχε όνομα, αλλά η οικογένεια με περίμενε με

την πόρτα ανοιχτή. Όλα καθαρά, τίποτε περιττό. Παρ’ όλες τις δυσκολίες (ή

μήπως χάριν αυτών;) είναι φανερό ότι σε αυτά τα δωμάτια «συντηρείται ήσυχα μια

οικιακή φλόγα». H Σονίλα, πιο όμορφη από ό,τι στις φωτογραφίες και πιο ώριμη

από όσο είχα φανταστεί, o πατέρας, η μητέρα και ο Αλγκρές, η «Παναθηναϊκάρα».

«Γι’ αυτό κι εγώ έγινα Ολυμπιακός, για να υπάρχει λίγη ένταση στην οικογένεια»

προσθέτει γελώντας η Σονίλα. H συνέχεια δεν είχε γέλια. Αντιθέτως, τα δάκρυα

έπαιζαν συνεχώς κρυφτό στο πρόσωπο της μικρής Αλβανίδας. Έχουν περάσει σχεδόν

17 μήνες από «τότε». «Θα σας τα πω όλα, γιατί τότε δεν τα είπα» άρχισε

απομακρύνοντας τα δάκρυα από τα μάτια της.

Πότε άκουσες πρώτη φορά για την Ελλάδα;

Ο πατέρας μου από τότε που τον θυμάμαι ταξίδευε στην Ελλάδα. Κάναμε μήνες να

τον δούμε. Κάποια στιγμή μας είπε ότι θα μας πάρει μαζί του. Εγώ ονειρευόμουν

μια παραμυθένια χώρα.

Τι σου έφερνε όταν ερχόταν από την Ελλάδα;

Παιχνίδια, αλλά εμένα μου αρκούσε η παρουσία του. Μου έλειπε πολύ. Όταν πήραμε

τον δρόμο για την Ελλάδα και περπατούσαμε στα βουνά για να αποφύγουμε τους

ελέγχους στα σύνορα, εκεί κατάλαβα ότι δεν ήταν τόσο παραμυθένια τα πράγματα.

Τελικά μας πήρε κρυφά ένα αυτοκίνητο, φτάσαμε στην Αθήνα και μετά με λεωφορείο

ήρθαμε εδώ. Για έξι μήνες μέναμε στο θερμοκήπιο.

Δεν είχατε σπίτι;

Ούτε δωμάτιο. Έξι μήνες κρυβόμασταν. Έβλεπα τους άλλους να φοβούνται και

φοβόμουν κι εγώ.

Μίλησέ μου για το πρώτο σου σχολείο.

Στην A’ τάξη Δημοτικού πήγα μόνο δυο – τρεις εβδομάδες. Μετά με βοήθησε ο

διευθυντής του σχολείου και πήγα κατευθείαν στην Γ’ Δημοτικού.

Πάντα αριστούχος;

Το Γυμνάσιο το τελείωσα με 20, φέτος το πρώτο τετράμηνο είχα 19,1, αλλά θα το

βελτιώσω.

Τι θες να γίνεις;

Ίσως γίνω γιατρός. Θα δούμε.

Να γυρίσουμε λίγο πίσω σε όλα αυτά που έγιναν πέρυσι, παραμονές της

παρέλασης;

Ήταν κάτι πολύ δυσάρεστο.

Ποιο ήταν το πιο δυσάρεστο;

Το ότι οι συμμαθητές μου, οι φίλοι μου, έκαναν κατάληψη για να μην κρατήσω τη

σημαία. Εγώ στην αρχή δεν κατάλαβα τι γινόταν. Όταν ανακοινώθηκε ότι θα είμαι

σημαιοφόρος, άκουσα έναν συμμαθητή μου να λέει ότι θα κάνουν κατάληψη. Νόμιζα

ότι μου έκαναν πλάκα.

Δεν σκέφθηκες ότι οι συμμαθητές σου βρήκαν μια αφορμή για να κάνουν κοπάνα;

Αρκετά παιδιά το είδαν σαν ευκαιρία για να χάσουν μάθημα, αλλά οι μεγάλοι

γιατί το επέτρεψαν; Μπορούσαν να κάνουν κάτι.

Οι «μεγάλοι» εννοείς οι καθηγητές;

Οι καθηγητές είπαν ότι η καλύτερη μαθήτρια πρέπει να σηκώσει τη σημαία.

Οι γονείς λοιπόν…

Ναι, οι γονείς είναι αυτοί που άρχισαν την ιστορία. Θα σκέφθηκαν «γιατί αυτή

και όχι τα δικά μας παιδιά». Και είπαν ότι τη σημαία πρέπει να τη σηκώνουν

Έλληνες.

Κι εσύ αφού είχες το δίκιο με το μέρος σου, γιατί παραιτήθηκες από

σημαιοφόρος;

Μα ήμουν μόνη μου. Δεν υπήρχε άλλη λύση. Στο σχολείο πέταξαν χαρτιά που

έγραφαν «νυν υπέρ πάντων ο αγών».

Και δεν πήγες καν στην παρέλαση…

H

Σονίλα με τον αδελφό της Αλγκέρς, τον πατ έρα της Μάρκο και τη μητέρα της

Ναντιρέ στον καναπέ του σπιτιού τους στη Λάππα Αχαΐας

Θα ήταν υποκρισία αν πήγαινα στην παρέλαση. Ήρθαν οι φίλες μου και μου είπαν

«Σονίλα, έλα μαζί μας στην παρέλαση». Τις ημέρες όμως που χρειάστηκα

υποστήριξη μού έλεγαν «δεν έχεις δικαίωμα εσύ». Στα δύσκολα φαίνεται η φιλία.

Ένιωσες ότι σε πρόδωσαν;

Ναι, αν και τώρα τις καταλαβαίνω. Ήθελε πολύ θάρρος για να με υποστηρίξουν.

Τέλος πάντων. Ήμασταν μικρά τότε, όταν μεγαλώσουμε ίσως να σκεφτόμαστε

καλύτερα.

Φέτος θα κάνεις παρέλαση;

Όχι, δεν θα το κάνω. Ο λυκειάρχης μου είπε να πάω να εκπροσωπήσω την A’ τάξη

ως παραστάτρια, αλλά και στο Γυμνάσιο κάθε χρονιά ήμουν παραστάτρια. Και όταν

στην Γ’ τάξη μπορούσα κι εγώ να γίνω σημαιοφόρος, είδα τους συμμαθητές μου να

κάνουν κατάληψη για να μην κρατήσω τη σημαία. E, δεν θέλω να περάσω πάλι τα

ίδια.

Μπορεί όμως να έχουν αλλάξει τα πράγματα.

Είναι δύσκολο να αλλάξουν οι άνθρωποι και δεν θέλω να το ρισκάρω. H σχέση μου

με τα παιδιά πια είναι καλή, μιλήσαμε, μου εξήγησαν, απλώς οι ίδιοι δεν είχαν

καταλάβει πόσο κακό μου έκαναν… Τέλος πάντων. Θέλω να είμαστε όλοι καλά και

ούτε παρέλαση ούτε τίποτα.

Άλλες ρατσιστικές συμπεριφορές έχεις νιώσει;

Δυσπιστία έχω νιώσει. Τους λέω ότι είμαι από την Αλβανία και με κοιτάζουν

διαφορετικά. Αλλάζει το βλέμμα τους. Έτσι έχουν μάθει. Έχουν συνδυάσει το

«Αλβανός» με εγκληματίες, κλέφτες, με ανθρώπους που δεν έχουν παιδεία. Και εγώ

κάθε φορά είμαι υποχρεωμένη να αποδεικνύω ότι δεν είμαι σαν τους άλλους.

Με τους συμμαθητές σου δεν έχεις πια κανένα πρόβλημα;

Καμιά φορά μπορεί να κάνει κάποιος κάτι άσχημο και να του πουν κοροϊδευτικά

«άντε ρε Αλβανέ». Και ξεχνούν ότι εγώ είμαι από την Αλβανία. Όταν το θυμούνται

αισθάνονται άβολα. Τα παιδιά πάντως λειτουργούν αυθόρμητα. Ο ρατσισμός των

μεγάλων είναι πιο ενοχλητικός. Θεωρούν ότι είναι ανώτεροι από τους Αλβανούς.

Εγώ θαυμάζω τον ελληνικό πολιτισμό, αλλά υπάρχουν και άλλοι πολιτισμοί. Δεν

μπορούμε να τους συγκρίνουμε ούτε να τους βάλουμε στη ζυγαριά.

Πώς θέλεις να συνεχίσεις τη ζωή σου;

Θέλω να σπουδάσω στο εξωτερικό και να πάω να ζήσω στην Αλβανία. Το όνειρό μου

είναι να σπουδάσω στο Harvard. Θα κάνω αίτηση και αν με δεχθούν θα φύγω.

Γιατί δεν θες να ζήσεις εδώ;

Κάθε ξενιτεμένος ονειρεύεται να γυρίσει στα μέρη του. Είναι η γιαγιά μου εκεί,

το σπίτι όπου μεγάλωσα, το σχολείο, οι πρώτες μου συμμαθήτριες.

Θέλεις να κάνεις κάτι μεγάλο για τη χώρα όπου γεννήθηκες;

Ως γιατρός ελπίζω να βοηθήσω τους ανθρώπους εκεί. Ένα κομμάτι μου είναι

συνεχώς στην Αλβανία. Ενώ ο αδελφός μου που ήρθε πολύ μικρός εδώ, έχει

ταυτιστεί με τον ελληνικό τρόπο ζωής.

Πηγαίνεις στην Αλβανία;

Πηγαίνω κάθε χρόνο.

Πώς είναι;

Έχουν διορθωθεί πολλά πράγματα. Οι άνθρωποι δεν φοβούνται τους ξένους. Βέβαια

δεν ήρθαν ποτέ άνθρωποι από άλλες χώρες για να αποδείξουν ότι μπορούν να τους

συμπεριφέρονται καλά.

Εάν δεν είχαν συμβεί αυτά με την παρέλαση, θα είχες την ίδια γνώμη για την

Ελλάδα;

Δεν ξέρω. Πάντως σίγουρα με ωρίμασαν όλα αυτά που πέρασα. Το πιο δύσκολο για

μένα ήταν το «μετά». Έπρεπε να ξαναγυρίσω στο σχολείο σαν να μη συνέβη τίποτε.

Κάποιες στιγμές έκλαιγα στο δωμάτιό μου και σκεφτόμουν ότι δεν είμαι

εγκληματίας για να μου φέρονται έτσι.

Πάντως να ξέρεις ότι υπήρχαν πολλοί στην Ελλάδα που ήταν με το μέρος σου…

Κι εδώ υπήρχαν άνθρωποι που έλεγαν «μπράβο», αλλά μου το έλεγαν κρυφά.

Φοβόντουσαν.

Κάτι άλλο εκτός από διάβασμα κάνεις σε αυτό το χωριό;

Καμιά φορά το σχολείο μας κάνει πάρτι. Και φέτος πάω στην Πάτρα φροντιστήριο.

Μου έχει δώσει υποτροφία ο κ. Ακρίδης και πάω…

Πώς θα ήθελες να είσαι στα γεράματά σου;

Να έχω μεγάλη οικογένεια και να έχω κάνει κάτι σημαντικό για την κοινωνία. Και

κυρίως να έχουν αλλάξει οι σχέσεις των Ελλήνων με τους Αλβανούς. Δεν μιλάω για

την πολιτική, για εμάς τους ανθρώπους μιλάω.

«H χειρότερη στιγμή της ζωής μου»

H αριστούχος Σολίνα (δεξιά στη δεύτερη σειρά) εκπροσωπούσε την τάξη της στις

παρελάσεις του Γυμνασίου. Όταν στην Γ’ τάξη ήρθε η σειρά της να σηκώσει τη

σημαία, κάποιοι «θυμήθηκαν» ότι είναι… «Αλβανή»

«Πάει τελείωσαν αυτά», επαναλαμβάνει συνεχώς ο πατέρας της. Δεν μπορεί να

βλέπει την κόρη του να στενοχωριέται για μια «ανοησία». H Σονίλα όμως έχει τις

λέξεις, έχει και την τόλμη και κλαίει για το δίκιο της. Δεν κλαίγεται. Και

πρέπει όλοι να καταλάβουν ότι τότε δεν υποχώρησε από φόβο. H γνώση την έκανε

να «φύγει». Να πώς περιγράφει τις ημέρες πριν από την παρέλαση. «Να πηγαίνεις

στο σχολείο και να μη σε αφήνουν να μπεις μέσα, να έχουν αγοράσει

συρματοπλέγματα, να έχουν κλείσει όλο το σχολείο και να έχω μείνει έξω μόνο

εγώ με τον αδερφό μου, με τις τσάντες μας. Αυτή ήτανε η χειρότερη στιγμή της

ζωής μου».

Τι είχαν πάρει; Για ξαναπές το μου αυτό…

Είχαν αγοράσει συρματοπλέγματα, είχαν κλειδώσει όλο το σχολείο, είχαν σηκώσει

πανό… Και ήταν μέσα όλα τα παιδιά με τα οποία έπαιζα κάθε μέρα… Οι

συμμαθητές μου. Και γύρω γύρω άνθρωποι που δεν με ήξεραν, να μιλάνε πάρα πολύ

άσχημα. Ότι είμαι Αλβανή, ότι δεν είμαι ορθόδοξη.

Το θρήσκευμά σου πιο είναι;

Στην Αλβανία οι περισσότεροι είναι άθεοι. Ήταν, δηλαδή, υποχρεωτική η αθεΐα

από το δικτατορικό καθεστώς. Οι γονείς τού πατέρα μου ήταν μουσουλμάνοι. Εγώ

δεν έχω γνωρίσει τον μουσουλμανισμό.

Δεν σκέφθηκες ποτέ να βαφτιστείς χριστιανή για να διαφέρεις «λιγότερο»;

Δεν βαφτίζεσαι χριστιανός για να έχεις πλεονέκτημα ή απλώς για να σε βλέπουν

οι άλλοι καλύτερα. Δεν είναι λύση. Στην οικογένειά μας είμαστε ελεύθεροι, δεν

είμαστε απόλυτοι. Στο σχολείο κάνουμε για τον χριστιανισμό και αν κάποια

στιγμή νιώσω ότι ο χριστιανισμός ή μια άλλη θρησκεία με καλύπτει, τότε θα

ενταχθώ σε αυτήν τη θρησκεία, συνειδητά όμως, όχι για να αποκτήσω κάποια

προνόμια. Εκείνη την περίοδο με τις καταλήψεις αναρωτιόμουν πώς μπορεί να

λέγονται χριστιανοί όλοι αυτοί που δεν τηρούν την ισότητα και την αγάπη που

διδάσκει ο χριστιανισμός.

H κατάληψη και τα συρματοπλέγματα πόσο κράτησαν;

Τρεις μέρες. Το μόνο που θυμάμαι είναι ότι πήγαινα μαζί με τον αδερφό μου, δεν

μας άφηναν να μπούμε μέσα και γυρνάγαμε στο σπίτι. Μετά, σας είπα,

παραιτήθηκα.