Τι να άκουγαν άραγε οι ωτακουστές με την τρομερή τεχνολογία τόσους μήνες μέσω

τόσων σούπερ λογισμικών; Μπαίνει στον πειρασμό να τους φανταστεί κανείς, την

καθημερινότητά τους, με τα ακουστικά στ’ αυτιά, την αδιακρισία, πέραν της

παρανομίας. Να ακούνε και να σημειώνουν, ώρες, με τις ώρες, με τις μέρες, με

τα χρόνια. Και τι καταλάβαιναν άραγε από ό,τι άκουγαν; Άλλος πειρασμός κι αυτή

η ερώτηση. Εδώ μιλάμε πρόσωπο με πρόσωπο, φίλοι κι αγαπημένοι, και προσπαθούμε

χρόνια, και δεν καταλαβαινόμαστε. Αυτοί τι άκουγαν και τι νόμιζαν ότι άκουγαν,

ακούγοντας αυτό που άκουγαν; Αρρωστημένη πολιτική επιλογή, να υποκλέπτεις

συνομιλία, και πόσο μάταιη προσπάθεια κατά βάθος. Το λογισμικό δεν σε βοηθάει

να ακούς τα πράγματα λογικά. Το μόνο που καταλαβαίνω και δικαιολογώ, είναι

αυτό το τηλέφωνο της δεκαεξάχρονης μαθήτριας, που μπαινόβγαινε στις λίστες.

Μαθήτριες και φοιτήτριες συχνά προσφέρουν τη συνομιλία τους στη δημόσια

ακρόαση, στον δρόμο, στο Μετρό, στο λεωφορείο, στο σινεμά, κι αμέσως στήνουν

όλοι αυτί ένα γύρο, ακόμα κι άθελά τους.

Είναι τόσο δροσερά και αστεία τα κορίτσια στο τηλέφωνο, ειδικά όταν

φλερτάρουν, χαριεντίζονται ή διηγούνται διάφορα περιστατικά με γλαφυρότητα που

τη συνοδεύουν γέλια, κινήσεις, φωνές, ζωηρές ματιές, κοκκινίσματα που δεν τα

βλέπει ο αόρατος ακροατής, μόνο οι άσχετοι γύρω τους τα παρακολουθούν. Θα

είναι πολύ διασκεδαστικό προφανώς να ακούει κανείς και την άλλη πλευρά, να

απολαμβάνει πλήρη τη νεανική συνομιλία. Κλέβει τη συγκίνηση της επαφής των δύο

ανθρώπων, μαθαίνει κι από πρώτο χέρι το λεξιλόγιο της νεολαίας, χώρια τα

μυστικά των παιδιών. Υποκλοπή συνομιλίας νεαρών θα έπρεπε να είναι ποινικό

αδίκημα μεγαλύτερου βάρους από τη σκέτη υποκλοπή, αλλά ακόμα είμαστε αθώα

κοινωνία…