Βλέπω τα βιογραφικά που καταφτάνουν σωρηδόν και καίγεται η καρδιά μου.

Εικοσιπεντάρηδες, πολύγλωσσοι, με πτυχία, μάστερ, τεχνογνωσία και απεριόριστη

φιλοδοξία, ξεροσταλιάζουν στα γραφεία σαν σιωπηλή χαρτούρα που ζητάει την

προσοχή μας. Ο νόμος του Βιλπέν έχει παντού πιάσει τα πόστα.

H τρίτη μεταπολεμική γενιά, σκέπτομαι, θα βγει πιο γερασμένη από τους γονείς

της και ασφαλώς θα ζήσει τρις χειρότερα. Συντηρητικοί με το στανιό, οι νέοι

άνθρωποι τα δίνουν όλα για μια θεσούλα μικρή μικρότατη κι ας στραμπουληχθούν,

κι ας βγουν από εκεί μέσα με πολλαπλά ψυχικά κατάγματα.

Όσοι από ταμπεραμέντο κατορθώσουν να μπουν από νωρίς «στα κόλπα», έχει καλώς.

Οι υπόλοιποι, οι κανονικοί, θα σερβιριστούν πριν της ώρας τους

αντικαταθλιπτικά και αγχολυτικά, πολύ πριν πιάσουν τα τριάντα.

Ντρέπομαι που δεν έχω τα ντοκτορά και τις εξειδικεύσεις τους. Που έχω τη

δουλειά που ενδεχομένως επιθυμούν, την οποία όμως δεν παραχωρώ που να

χτυπιούνται. Έτσι τα ‘φερε η κατάρα.

Πού ο παλιός καλός καιρός, τότε που το «αμισθί» και το αβέβαιον ήταν για μας

κλειδί για τον πειραματισμό και την αυτοπραγμάτωση. Με τέτοια καριέρα στην

ακατάσχετη περιπέτεια, είναι δύσκολο να καταλάβουμε τη γενιά της ανάγκης.

Κυρίες, κύριοι και αγαπητά μου παιδιά, η ευφορία της δεκαετίας του 1980 έλαβε

οριστικά τέλος.