H απόφαση της κυβέρνησης Καραμανλή να μετατρέψει τις Ιερατικές Σχολές σε

Πανεπιστήμια ειδικού θεοκρατικού καθεστώτος συνιστά μείζονα πρόκληση. Απέναντι

στους πολίτες που αξιώνουν μέτρα και μεταρρυθμίσεις για την αναβάθμιση του

εκπαιδευτικού μας συστήματος στα ευρωπαϊκά και διεθνή πρότυπα. Απέναντι στην

εκπαίδευση που υποχρηματοδοτείται. Απέναντι στην πανεπιστημιακή κοινότητα και

ιδιαίτερα απέναντι στις πανεπιστημιακές Θεολογικές Σχολές, που αντιμετωπίζουν

τη μεγάλη πρόκληση της αναβάθμισης και του εκσυγχρονισμού των προγραμμάτων

σπουδών. Εντάσσεται στην επιχείρηση της N.Δ. να θέσει την ιεραρχία σε μόνιμη

και απόλυτη ομηρεία προκειμένου να εξυπηρετεί, κατά τας περιστάσεις, τις

μικροκομματικές της σκοπιμότητες. H νέα αυτή «μεταρρύθμιση» Καραμανλή είναι

ενδεικτική. Έχει ορίζοντα στο παρελθόν, άρωμα Μεσαίωνα και πολιτική κουλτούρα

«Μαυρογιαλούρου».

Συναντά δικαίως την ομόθυμη αντίδραση του ακαδημαϊκού κόσμου, σημαντικού

τμήματος της εκκλησιαστικής κοινότητας, όλων των σκεπτόμενων πολιτών,

ανεξάρτητα από τις πολιτικές ή ιδεολογικές τους επιλογές και αφετηρίες. Το

νομοσχέδιο κινείται εξόφθαλμα εκτός συνταγματικών πλαισίων, εκτός ευρωπαϊκού

κεκτημένου και, βεβαίως, εκτός οποιασδήποτε σύγχρονης αντίληψης για το τι

είναι «Πανεπιστήμιο». Εκθέτει την Ελλάδα στον ευρωπαϊκό και διεθνή χώρο και

πλήττει ευθέως τον ελληνικό ακαδημαϊκό πολιτισμό, που από τις βαθύτατες

παραδόσεις του είναι συνδεδεμένος με τον ελεύθερο διαλογισμό, την

απροκατάληπτη έρευνα και τις αξίες της οικουμενικότητας.

Τα επιχειρήματα του υπουργείου Παιδείας ότι δήθεν ενδιαφέρεται και φροντίζει

για την άνοδο του μορφωτικού επιπέδου των ιεραρχών είναι προσχηματικά και

έωλα. Οι Εκκλησιαστικές Σχολές υπάρχουν και λειτουργούν. Είναι αναφαίρετο

δικαίωμα της Ορθόδοξης Εκκλησίας να φροντίζει για την ποιότητα της παρεχόμενης

εκπαίδευσης σε αυτές, καθώς και για την κατάρτιση των στελεχών της. Είναι

καθήκον της Πολιτείας να βοηθά και να συμπαραστέκεται. Δεν είναι όμως κατά

κανέναν τρόπο νοητό στην Ελλάδα του 21ου αιώνα να ιδρύονται θεοκρατικά,

δογματικά δημόσια Πανεπιστήμια, εκτός εκπαιδευτικού πλαισίου. Όπου οι

Μητροπολίτες και άλλοι εκτός εκπαιδευτικού συστήματος παράγοντες θα ρυθμίζουν

την εισαγωγή των σπουδαστών με βάση τα εκκλησιαστικά φρονήματα. Όπου οι

γυναίκες και οι «αλλόθρησκοι» εκ προοιμίου θα αποκλείονται και όπου η διοίκηση

θα ασκείται ελέω υπουργού, σε «διαπραγμάτευση» με την Αρχιεπισκοπή, πάντα

ασφαλώς με τα λεφτά του φορολογούμενου πολίτη.

Είναι φανερό ότι η κυβέρνηση της N.Δ., όχι μόνο δεν διαθέτει σχέδιο για την

εκπαίδευση, αλλά πολιτεύεται αποκλειστικά στη βάση σκοπιμοτήτων με μοναδικό

γνώμονα τη διατήρηση της εξουσίας για την εξουσία. Ενδιαφέρεται για τα

κομματικά ερείσματα που μπορεί να εξασφαλίσει η Ιεραρχία. Χωρίς αρχές, χωρίς

περιεχόμενο και στόχους. Νυν και αεί.

Το ΠΑΣΟΚ είναι ρητά και κατηγορηματικά αντίθετο στην αξιοποίηση της Εκκλησίας

για την εξυπηρέτηση κομματικών στόχων. Είναι αντίθετο με την ίδρυση ανωτάτων

σχολών με προδιαγραφές ελεγχόμενης και κατευθυνόμενης ιδεολογίας. Υποστηρίζει

την ανάγκη στρατηγικού σχεδιασμού στην Ανώτατη Εκπαίδευση και την ίδρυση νέων

τμημάτων, μόνο έπειτα από εδραιωμένη μελέτη σκοπιμότητας και εξειδικευμένη

διάγνωση αναγκών. Αναγνωρίζει στην Εκκλησία κάθε δικαίωμα να μορφώνει και

εκπαιδεύει τα στελέχη της εντός των δικών της πλαισίων. Δεν της αναγνωρίζει το

δικαίωμα να διοικεί το δημόσιο Πανεπιστήμιο. Για τους λόγους αυτούς, ζητάμε

από την κυβέρνηση να αποσύρει αμέσως αυτό το απαράδεκτο νομοθέτημα.

H Μαρία Δαμανάκη είναι βουλευτής Επικρατείας και μέλος του Πολιτικού

Συμβουλίου του ΠΑΣΟΚ, υπεύθυνη για τα θέματα Παιδείας