Μπορεί να πρόκειται για υπερβάλλοντα ζήλο ή να είναι απλώς το αποτέλεσμα της

αστάθειας που επικρατεί στην παγκόσμια οικονομία τα τελευταία χρόνια (οι

κρίσεις στο Μεξικό το 1994 – ’95, στην Ανατολική Ασία το 1997 – ’98, στη Ρωσία

το 1998 και αργότερα στη Βραζιλία, την Τουρκία και την Αργεντινή), όμως εμείς

οι οικονομολόγοι ανησυχούμε πολύ περισσότερο απ’ ό,τι παλαιότερα για τις

εξελίξεις στο μέτωπο της νομισματικής πολιτικής και για το ενδεχόμενο

μελλοντικών καταστροφών.

Πρόσφατα, η Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών (BIS), που εδρεύει στην Ελβετία,

μπήκε στη λίστα των διεθνών οργανισμών που εξέφρασαν ανοιχτά την ανησυχία ότι

δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για μια παγκόσμια οικονομική κρίση. «Όλες οι

χώρες που χτυπήθηκαν από οικονομική κρίση έζησαν μια πολύ ισχυρή επιβράδυνση»,

αναφέρει η BIS για το πρόσφατο παρελθόν. Κάνει λόγο, επίσης, για τις

«ανισορροπίες στα ισοζύγια πληρωμών», ιδιαίτερα για «το έλλειμμα στις ΗΠΑ»,

προσθέτοντας ότι «δεν υπάρχει προηγούμενο χώρας με τόσο μεγάλα συναλλαγματικά

αποθέματα που να έχει τόσο μεγάλο έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών».

Εν ολίγοις, η BIS θεωρεί ότι ο κόσμος «κινδυνεύει όλο και περισσότερο από

οικονομική αστάθεια».

Το λένε… ευγενικά

H BIS αφήνει να εννοηθεί ότι υπάρχει πιθανότητα να δημιουργηθεί οικονομική

κρίση, η οποία -με τις ΗΠΑ στο επίκεντρο -θα είναι τόσο σοβαρή που θα μπορούσε

να επισκιάσει όλες τις κρίσεις που συνέβησαν μετά το 1933. Ωστόσο, παρά τις

προειδοποιήσεις αυτές που απευθύνει, η BIS δεν εισηγείται τίποτε πέρα από τα

συνηθισμένα. Αναφέρει ότι οι χώρες που αντιμετωπίζουν προβλήματα με το

ισοζύγιο πληρωμών τους θα πρέπει να αλλάξουν την πολιτική που ακολουθούν, ώστε

να ξαναβρούν τη σταθερότητά τους: «Οι χώρες με ελλείμματα θα πρέπει να

μειώσουν τον ρυθμό αύξησης των δαπανών, ώστε να είναι χαμηλότερος από τον

ρυθμό αύξησης της παραγωγής τους. Με το να επιτρέψουν στο νόμισμά τους να

υποτιμηθεί σε πραγματικούς όρους, θα κάνουν πιο ανταγωνιστικά τα προϊόντα τους

και, επίσης, θα παράσχουν ένα κίνητρο για να παραγάγουν εμπορεύσιμα προϊόντα».

Αυτός είναι ένας… ευγενικός τρόπος για να πουν οι οικονομολόγοι στην Αμερική

ότι θα πρέπει να μειώσει σταδιακά το έλλειμμα στον προϋπολογισμό της και ότι

άλλες χώρες -όπως η Κίνα και η Ιαπωνία -θα πρέπει σταδιακά να επιτρέψουν στο

δολάριο να υποχωρήσει και στα νομίσματά τους να ανατιμηθούν. Επομένως, η BIS

δεν προτείνει τίποτε καινούργιο ή κάτι που να προσελκύει ιδιαίτερα την

προσοχή.

Τεράστια υποκρισία

O υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, κ. Τζον Σνόου, αποφεύγει να μιλάει (δημοσίως)

για τον προϋπολογισμό, ενώ αντιθέτως έχει ασχοληθεί πολύ (επίσης δημοσίως) με

την Κίνα

Όμως, αν στραφούμε στην αμερικανική κυβέρνηση, μπορούμε να διαπιστώσουμε ότι

υπάρχει τεράστια υποκρισία, πως δήθεν το υπάρχον έλλειμμα δεν αποτελεί

πρόβλημα. Όπως έχει σημειώσει ο κ. Σταν Κόλεντερ, γνωστός αναλυτής του

προϋπολογισμού των ΗΠΑ, «κανείς από όσους έχουν καθήκον να ασχολούνται με τον

προϋπολογισμό δεν φαίνεται να ενδιαφέρεται γι’ αυτόν». Αυτό δεν συμβαίνει

«επειδή οι επιτροπές τού προϋπολογισμού είναι πολύ απασχολημένες. H Γερουσία

και το Κογκρέσο δεν κάνουν και πολλά πράγματα, επειδή δεν θέλουν». Στην

κυβέρνηση Μπους, ο διευθυντής τού Γραφείου που ασχολείται με τον

προϋπολογισμό, κ. Τζος Μπόλτεν, «είναι κυριολεκτικά «αόρατος»», ενώ «ο

πρόεδρος και ο αντιπρόεδρος… αποφεύγουν να μιλούν δημοσίως για τον

προϋπολογισμό».

Ας είμαστε ξεκάθαροι εδώ: δεν φταίει το ότι οι πολιτικοί που θέλουν να ηγηθούν

της δημοσιονομικής εξυγίανσης δεν έχουν τη δυνατότητα αυτή. Φταίει, ότι δεν

υπάρχουν πολιτικοί -τουλάχιστον από αυτούς που θα μπορούσαν να ασκήσουν την

επιρροή τους, ώστε το θέμα να μπει στην ατζέντα -που να επιθυμούν να οδηγήσουν

τις ΗΠΑ στην υιοθέτηση μιας πιο υπεύθυνης δημοσιονομικής πολιτικής.

Αποτυχία της ηγεσίας

Πρόκειται για μια περίεργη αποτυχία της ηγεσίας. Οι κυβερνήσεις που ακολουθούν

πολιτικές οι οποίες δημιουργούν μη διατηρήσιμες ανισότητες -είτε πρόκειται για

ολιγωρία στα δημοσιονομικά των ΗΠΑ είτε για τη συναλλαγματική ισοτιμία του

κινεζικού νομίσματος -το κάνουν επειδή θεωρούν ότι έχουν σημαντικούς

πολιτικούς λόγους. Οι εκκλήσεις επομένως να αλλάξουν την πολιτική τους, ώστε

να συνεισφέρουν στο παγκόσμιο καλό και στη δημιουργία οικονομικής

σταθερότητας, πέφτουν στο κενό. Εκτός κι αν θελήσουν κάποιοι άλλοι να

αναλάβουν υπεύθυνη δράση.

Ο συντονισμός της διεθνούς οικονομικής πολιτικής απαιτεί την ύπαρξη ενός

ηγέτη· κάποιου που θα κάνει την πρώτη κίνηση. Όμως, οι ΗΠΑ -που είναι η

μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο -βρίσκονται στην πιο πλεονεκτική θέση για να

αναλάβουν αυτόν τον ρόλο, μέχρι σήμερα δεν έχουν καταφέρει να το κάνουν. Ο

υπουργός Οικονομικών, κ. Τζον Σνόου, δεν έχει ασχοληθεί σχεδόν καθόλου

(δημοσίως) με τον προϋπολογισμό, αλλά έχει ασχοληθεί πολύ (δημοσίως) με την

Κίνα, ενώ οι Ρεπουμπλικάνοι νοιάζονται πολύ λιγότερο για τις εθνικές

αποταμιεύσεις απ’ ό,τι ενδιαφέρονται για τις απώλειες θέσεων εργασίας στη

βιομηχανία.

«Αυτά είναι γνωστά», μπορεί να πείτε, και να έχετε δίκιο! H λίστα με τα θέματα

τα οποία η κυβέρνηση Μπους απέτυχε να αντιμετωπίσει είναι μεγάλη, και η

αποτυχία να ληφθούν τα απαραίτητα μέτρα ώστε να μειωθούν οι κίνδυνοι μιας

οικονομικής καταστροφής στο μέλλον δεν φαίνεται να «μετράει» πολύ. Στο σύνολό

της η κυβέρνηση Μπους χαρακτηρίζεται από μια σειρά αποτυχιών, οπότε γιατί να

επιμείνουμε στη φτωχή οικονομική διαχείριση που έχει κάνει;

Ίσως να ενδιαφερόταν

Από μια πρακτική σκοπιά, ένας λόγος είναι πως μπορεί -σχετικά εύκολα -να

επιτευχθεί πραγματική πρόοδος στη διασφάλιση της διεθνούς οικονομικής

σταθερότητας. Μπορεί η κυβέρνηση Μπους να μη νοιάζεται για το αν η μείωση του

ελλείμματος είναι η σωστή πολιτική για την Αμερική, αλλά ίσως να έδειχνε πολύ

μεγαλύτερο ενδιαφέρον, αν το θέμα αυτό παρουσιαζόταν στο πλαίσιο τής ανάγκης

να υπάρξουν αλλαγές πολιτικής σε άλλες χώρες, οι οποίες (σ.σ.: αλλαγές) θα

μείωναν την πίεση στη βιομηχανία των ΗΠΑ από τις εισαγωγές προϊόντων από το εξωτερικό.

© Project Syndicate, 2005 www.project-syndicate.org

Ο J. Bradford DeLong είναι καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο

Μπέρκλεϊ της Καλιφόρνιας και πρώην βοηθός του υπουργού Οικονομίας των ΗΠΑ επί

προεδρίας Κλίντον

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΔΙΕΘΝΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ: ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΣ