Ο κ. Βασίλης Καζάς είναι Ορκωτός Ελεγκτής Λογιστής και διευθύνων σύμβουλος της

Grant Thornton. Έχει πολυετή εμπειρία στον έλεγχο μεγάλων επιχειρήσεων. Άρθρα

του για θέματα λογιστικής, ελεγκτικής και εταιρικής διακυβέρνησης έχουν

δημοσιευτεί στον ημερήσιο και περιοδικό Τύπο. Ήταν επικεφαλής της ομάδας

εργασίας για τον σχεδιασμό και τη συγγραφή του βιβλίου «Διεθνή Λογιστικά

Πρότυπα, IFRS – Αναλυτική Παρουσίαση». H Grant Thornton στην Ελλάδα, μέλος της

Grant Thornton International, απασχολεί σήμερα πάνω από 260 άτομα

εξειδικευμένο προσωπικό και ο κύκλος εργασιών της για το 2005 προβλέπεται στα

11.000.000 ευρώ. Ο κ. Καζάς μίλησε στο «Ανοιχτό MBA» για τη σημασία της

Λογιστικής για κάθε επιχείρηση, για την υιοθέτηση των Διεθνών Λογιστικών

Προτύπων και τις δυσκολίες που συναντάμε στην Ελλάδα, καθώς και για τα

προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις από την πολυνομία και την

έλλειψη κανονιστικού πλαισίου.

Ποια είναι η χρησιμότητα της Λογιστικής;

H Λογιστική είναι η επιστήμη για τη συστηματική συλλογή, καταγραφή και

παρουσίαση των συναλλαγών των οικονομικών μονάδων. Είναι, ουσιαστικά, το μέσο

για την επικοινωνία της επιχείρησης με τους χρήστες των οικονομικών

καταστάσεων, σε όποια πλευρά και αν ανήκουν (επενδυτές, πιστωτές, φορολογικές

αρχές, κοινωνικοί φορείς κλπ). Ο ρόλος, επομένως, της Λογιστικής δεν είναι να

παράγει επιχειρηματικότητα, αλλά να την αναδεικνύει και να την απεικονίζει με

τέτοιο τρόπο, ώστε να παρέχονται όλες οι απαραίτητες πληροφορίες στους

ενδιαφερομένους, κάτι που είναι ζωτικής σημασίας, από κάθε άποψη, σε ένα

σύγχρονο οικονομικό περιβάλλον.

Τι ρόλο παίζουν οι αριθμοδείκτες στην ανάλυση των οικονομικών καταστάσεων;

H ανάλυση των οικονομικών καταστάσεων με τη χρήση αριθμοδεικτών αποτελεί ένα

χρήσιμο εργαλείο για τη συστηματική εξέταση των οικονομικών μεγεθών των

επιχειρήσεων. Με τους αριθμοδείκτες έχουμε τη δυνατότητα να μελετήσουμε την

απόδοση μίας επιχείρησης διαχρονικά και να βγάλουμε ουσιαστικά συμπεράσματα

για την εξέλιξη των μεγεθών της. Μπορούμε, όμως, να συγκρίνουμε και την

απόδοσή της με αυτή άλλων ομοειδών επιχειρήσεων ή σε σχέση με πρότυπους

δείκτες (benchmark). Γενικά θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι αριθμοδείκτες

αποτελούν την «ακτινογραφία» της επιχείρησης και μας βοηθούν να διαπιστώσουμε

τα ισχυρά και τα αδύνατα σημεία της. Θα πρέπει, όμως, πάντοτε να έχουμε στο

μυαλό μας ότι τα μεγέθη είναι ιστορικά και, στις περισσότερες περιπτώσεις, δεν

αντικατοπτρίζουν ή δεν μπορούν να προβλέψουν τη δυναμική που έχει μία

επιχείρηση.

H Λογιστική έχει τη φήμη του πιο δύσκολου, αλλά και του πιο χρήσιμου

μαθήματος. Συμφωνείτε με αυτή την άποψη;

H Λογιστική αποτελεί σίγουρα αναπόσπαστο κομμάτι του εκπαιδευτικού

προγράμματος μιας Σχολής Διοίκησης Επιχειρήσεων. H χρησιμότητά της δεν θα

πρέπει σε καμία περίπτωση να παραγνωρίζεται, αλλά ούτε και να υπερεκτιμάται.

Όλοι οι κλάδοι της λογιστικής επιστήμης (Χρηματοοικονομική, Διοικητική,

Κόστους κ.λπ.) θα πρέπει να διδάσκονται με τέτοιο συστηματικό τρόπο, ώστε ο

σπουδαστής να έχει μία ολοκληρωμένη εικόνα για τον ρόλο που καλείται να

επιτελέσει η Λογιστική σε μία σύγχρονη επιχείρηση.

Επίσης, η προσέγγιση θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη της τόσο τη θεωρητική όσο και

την πρακτική πλευρά του αντικειμένου με τρόπο ισορροπημένο και να αποφεύγονται

ακραίες απόψεις, όπως, για παράδειγμα, ότι η Λογιστική είναι ένα κατεξοχήν

πρακτικό αντικείμενο και μόνο έτσι θα πρέπει να παρουσιάζεται.

Τι ονομάζουμε «Δημιουργική λογιστική»;

Δημιουργική λογιστική είναι η παρουσίαση των οικονομικών δεδομένων μίας

επιχείρησης με τρόπο παραπλανητικό, συνήθως χάρη στα κενά που υπάρχουν στα

εφαρμοζόμενα λογιστικά συστήματα. Με τη Δημιουργική λογιστική επιτυγχάνεται η

«ωραιοποίηση» της εικόνας μιας επιχείρησης μέσα από ερμηνείες παραδεκτών

λογιστικών κανόνων για γεγονότα και συναλλαγές που ο τρόπος χειρισμού τους δεν

είναι ξεκάθαρος.

Αυτό μπορεί να γίνει με διάφορους τρόπους και εξαρτάται από τη «φαντασία» του

συντάκτη των οικονομικών καταστάσεων. Συνήθως, τα μεγέθη τα οποία οι

επιχειρήσεις θέλουν να παρουσιάσουν με τον τρόπο που τις συμφέρει είναι: τα

έσοδά τους και ο χρόνος αναγνώρισης αυτών, οι ταμιακές ροές τους και ο τρόπος

απεικόνισης των ταμειακών δραστηριοτήτων τους, αλλά και συμψηφισμοί απαιτήσεων

και υποχρεώσεων χωρίς να υπάρχει αντίστοιχο νομικό δικαίωμα.

Πόσο εύκολη είναι η υιοθέτηση των διεθνών λογιστικών προτύπων στην ελληνική

αγορά;

H μετάβαση σε νέες λογιστικές αρχές είναι, σε κάθε περίπτωση, ένα δύσκολο

εγχείρημα. Στην Ελλάδα, η υιοθέτηση των προτύπων παρουσιάζει επιπλέον

δυσκολίες για δύο, κυρίως, λόγους. Ο ένας έχει να κάνει με την έντονη επιρροή

που έχουν οι οικονομικές καταστάσεις από τη φορολογική νομοθεσία (πολλά

κονδύλια των ισολογισμών αποτιμούνταν με βάση φορολογικές διατάξεις). Ο

δεύτερος – και σημαντικότερος – έχει να κάνει με το γεγονός ότι το προϋπάρχον

σύστημα ήταν αυστηρά περιοριστικό, σε αντίθεση με τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα

που απαιτούν την ενεργή συμμετοχή της διοίκησης στη σύνταξη των οικονομικών

καταστάσεων. H συμμετοχή αυτή απαιτεί ωριμότητα και σε καμία περίπτωση δεν θα

πρέπει να εκληφθεί ως δυνατότητα λήψης αυθαίρετων αποφάσεων. Ο προσανατολισμός

των διοικήσεων των εταιρειών θα πρέπει να είναι πάντα η «δικαιότερη

απεικόνιση» των δραστηριοτήτων τους.

Ποιες αναμένεται να είναι οι επιπτώσεις στις οικονομικές καταστάσεις των

επιχειρήσεων από την εφαρμογή των Διεθνών Λογιστικών Προτύπων;

Δεν υπάρχει ένας γενικός κανόνας για τις επιπτώσεις που θα έχει η εφαρμογή των

Προτύπων στην οικονομική θέση και στα αποτελέσματα των επιχειρήσεων. Θα

μπορούσαμε να πούμε ότι το ύψος και το είδος των επιδράσεων εξαρτάται από τα

ειδικά χαρακτηριστικά κάθε επιχείρησης, τον κλάδο στον οποίο

δραστηριοποιείται, αλλά και τη συνέπεια με την οποία εφάρμοζε τις προηγούμενες

λογιστικές αρχές. Έτσι, μία επιχείρηση που έχει σημαντικές χρηματοδοτικές

μισθώσεις θα εμφανίσει αυξημένη παγιοποίηση αλλά και υποχρεώσεις. Μία

επιχείρηση που δραστηριοποιείται στον κατασκευαστικό κλάδο, θα έχει

ουσιαστικές επιπτώσεις στην αναγνώριση των εσόδων της. Τέλος, μία επιχείρηση η

οποία εμφανίζει σημαντικές παρατηρήσεις στο πιστοποιητικό του Ορκωτού Ελεγκτή,

θα πρέπει να τις ενσωματώσει, με συνέπεια να μειωθούν τα ίδια κεφάλαιά της και

τα αποτελέσματα των χρήσεων στα οποία αναφέρονται οι σχετικές παρατηρήσεις.

Πολύς λόγος γίνεται για τη σημασία της κοστολόγησης. Γιατί το θέμα της

κοστολόγησης είναι τόσο σημαντικό;

Στην Ελλάδα, η παροχή λογιστικών χρηματοοικονομικών πληροφοριών εστιάζεται

κυρίως στην κάλυψη των φορολογικών και εμπορικών υποχρεώσεων των επιχειρήσεων

– και λιγότερο ή καθόλου στην παροχή πληροφοριών για την άσκηση

αποτελεσματικής διοίκησης. H διοικητική λογιστική αποτελεί έναν ιδιαίτερα

σημαντικό κλάδο, η ανάπτυξη του οποίου έχει ζωτική σημασία για τις

επιχειρήσεις, ιδιαίτερα στις περιπτώσεις σύνθετων ή πολυεθνικών

επιχειρηματικών σχημάτων. H παροχή πληροφοριών κατά τομέα (segment reporting)

ή η ανάλυση της διάρθρωσης του κόστους, είναι θέματα που θα πρέπει να

εντάσσονται στην οργανωτική δομή κάθε σύγχρονης επιχείρησης. Επιπλέον, η

κοστολόγηση επηρεάζει άμεσα τα αποτελέσματα των επιχειρήσεων, καθώς και τον

τρόπο με τον οποίο αποτιμούν τα αποθέματά τους.

Πιστεύετε ότι η πολυνομία που υπάρχει στην Ελλάδα εμποδίζει την

επιχειρηματικότητα;

Οι όροι με τους οποίους διεξάγεται το επιχειρηματικό παιχνίδι, θα πρέπει

πάντοτε να είναι κατανοητοί, απλοί και – κυρίως – να τους διακρίνει

σταθερότητα σε βάθος χρόνου. H πολυνομία και η έλλειψη κανονιστικού πλαισίου

που να λαμβάνει υπόψη του όλες τις σύγχρονες μορφές συναλλαγών, είναι προφανές

ότι αποτελεί σημαντικό ανασχετικό παράγοντα στην ανάπτυξη της

επιχειρηματικότητας.

Δύσκολη η ενιαία φορολόγηση στην Ευρώπη

Πόσο θα βοηθούσε – αλλά και πόσο εύκολο είναι – να υπάρχει ένα ενιαίο

φορολογικό καθεστώς στην E.E.;

Είναι προφανές ότι η ανάπτυξη ενιαίας αγοράς προϋποθέτει την ύπαρξη ενιαίου

φορολογικού συστήματος. H εφαρμογή, όμως, ενός τέτοιου συστήματος είναι

ιδιαίτερα δύσκολη και θα πρέπει να λάβει υπόψη της δύο πάρα πολύ σημαντικές

παραμέτρους: Πρώτον, τη δυνατότητα που έχουν τα επιμέρους κράτη-μέλη που

συμμετέχουν στο σύστημα, να καταγράφουν και να ελέγχουν τις συναλλαγές έτσι

ώστε αυτές να εκκαθαρίζονται σε κεντρική βάση. Δεύτερον, την ισορροπία στην

κατανομή του πλούτου έτσι ώστε το ενιαίο σύστημα να μην οδηγήσει στη

δημιουργία φτωχών και υπανάπτυκτων «επαρχιών». Έτσι, για παράδειγμα, η απόδοση

του ΦΠΑ στη χώρα αποστολής θα ευνοήσει τις εξαγωγικές χώρες μεταφέροντας

πόρους προς αυτές και στερώντας τους ταυτόχρονα από τις χώρες που λειτουργούν

οι λήπτες αγαθών και υπηρεσιών. H ύπαρξη διαφορετικών φορολογικών συστημάτων

στα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης δυσχεραίνει τη σύγκριση των οικονομικών

καταστάσεων μεταξύ ομοειδών επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται σε

διαφορετικές χώρες.