«Το μυστικό της ευτυχίας είναι να μη συγκρίνεις τον εαυτό σου με ανθρώπους

που είναι πιο επιτυχημένοι από σένα. Πάντα να συγκρίνεις προς τα κάτω, όχι

προς τα πάνω». Ρίτσαρντ Λέιαρντ

Ανιόλο Μπροντσίνο: «Αλληγορία της ευτυχίας» (1564)

Τον 19ο αιώνα, τα οικονομικά ήταν γνωστά ως «η επιστήμη της ευτυχίας». Οπαδοί

των θεωριών του φιλοσόφου Τζέρεμυ Μπένθαμ, που ίδρυσε τον ωφελιμισμό, οι

οικονομολόγοι της εποχής πίεζαν τις κυβερνήσεις να δίνουν έμφαση στην ευτυχία,

επισημαίνοντας για παράδειγμα ότι ένα δολάριο δίνει μεγαλύτερη ευτυχία σε έναν

φτωχό απ’ ό,τι σε έναν πλούσιο (άρα ο δεύτερος πρέπει να πληρώνει μεγαλύτερους

φόρους). Τη δεκαετία του ’30 η λογική αυτή ανατράπηκε. Μπεχαβιοριστές όπως ο

Μπ.Φ. Σκίνερ από το Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ υποστήριξαν ότι «νοητικά»

φαινόμενα όπως οι σκέψεις και τα αισθήματα δεν είναι μετρήσιμα. Αντί λοιπόν να

επιδιώκεται η μεγιστοποίηση της ευτυχίας – είπαν – είναι καλύτερα να

μεγιστοποιούνται οι ευκαιρίες των ανθρώπων να ικανοποιούν τα γούστα τους ή τις

προτιμήσεις τους αγοράζοντας ή πουλώντας αγαθά.

Έτσι, οι οικονομολόγοι έστρεψαν την έμφασή τους από την ευτυχία στην

ελευθερία, παρέχοντας τη θεωρητική βάση για την πολιτική της ελεύθερης αγοράς

που κυριάρχησε στη συνέχεια. Κι αν οι μπεχαβιοριστές έκαναν λάθος; Δεδομένου

ότι οι πρόοδοι της επιστήμης επιτρέπουν σήμερα τη μέτρηση των αισθημάτων μας,

δηλαδή της ευτυχίας, δεν είναι καλύτερα να επιστρέψουμε στην προσέγγιση του

Μπένθαμ, αφού όλοι αναγνωρίζουμε ότι δεν υπάρχει τίποτα σημαντικότερο από το

να αισθανόμαστε καλά; Τα ερωτήματα αυτά θέτει ένας εξέχων Βρετανός

οικονομολόγος και σύμβουλος του Εργατικού Κόμματος, ο Ρίτσαρντ Λέιαρντ. Στο

καινούργιο του βιβλίο με τίτλο «Ευτυχία: Μαθήματα από μια Νέα Επιστήμη» (εκδ.

Penguin), ο Λέιαρντ παρατηρεί ότι τα τελευταία 50 χρόνια η άνοδος του βιοτικού

επιπέδου τόσο στην Αμερική όσο και στην Ευρώπη δεν συνοδεύθηκε από αύξηση του

ποσοστού των ανθρώπων που δηλώνουν ευτυχείς. Και γι’ αυτό ευθύνονται οι λάθος

συμβουλές των οικονομολόγων, που επικεντρώνουν την προσοχή τους όχι στην

ευτυχία, αλλά στη δημιουργία πλούτου.

Ο συγγραφέας προτείνει παρέμβαση σε διάφορα επίπεδα. Στον τρόπο διακυβέρνησης,

για παράδειγμα, όπου η πρόοδος πρέπει να αξιολογείται με βάση το κριτήριο της

ευτυχίας. Στην περίθαλψη: η μεγαλύτερες πηγές δυστυχίας είναι σήμερα η

κατάθλιψη, το άγχος και οι φοβίες, άρα εκεί πρέπει να στρέψουν οι κυβερνήσεις

την προσοχή τους. Και κυρίως στην εκπαίδευση: τα παιδιά πρέπει να μαθαίνουν

πως όταν βοηθούν τους άλλους, βοηθούν και τον εαυτό τους. Μια από τις πιο

αιρετικές προτάσεις του Λέιλαντ είναι να αυξηθούν οι φόροι ώστε να

αποθαρρυνθεί η υπερβολική εργασία και να αυξηθεί ο ελεύθερος χρόνος. Καλύτερα

όμως να μην επιμείνει σ’ αυτήν· έρχονται δύσκολες εκλογές για τους Εργατικούς

και στους ψηφοφόρους δεν αρέσουν οι προκλήσεις.

LINK:

http://diastaseis.blogspot.com

*Κάθε παρέμβαση είναι ευπρόσδεκτη