Ο στρατός του Έβρου, λέει το παλιό ισπανικό τραγούδι, από την εποχή του

ισπανικού εμφυλίου πολέμου, αν δεν κάνω λάθος, ο στρατός του Έβρου μια νύχτα

πέρασε το ποτάμι. Και στην Ισπανία στρατό είχε ο Έβρος, άλλος Έβρος μεν,

σύνορο κάποτε κι εκείνος δε. Στρατιωτική σημασία είχε κι εκεί ο Έβρος, όπως κι

εδώ, που είναι σύνορο Ελλάδος και Τουρκίας. Καλά φυλαγμένος ο Έβρος,

εκατέρωθεν. Φυλάκια από ‘δώ, φυλάκια από ‘κεί. Διαβατήρια από ‘δώ, σφραγίδες,

έλεγχοι, ώρες κι ώρες για να περάσεις, τα ίδια κι από ‘κεί. Καρφίτσα δεν

περνούσε στον Έβρο χωρίς να τη στραβοκοιτάξουν. Κι από ‘δώ κι από ‘κεί. Τώρα

όμως ο ίδιος ο Έβρος αποφάσισε να ξεπεράσει τα δικά του σύνορα. Να κάτι που

δεν το είχαν προβλέψει οι επιτελείς και των δύο υπουργείων Άμυνας. Ο Έβρος

βγήκε από τις όχθες του και οι στρατοί του Έβρου έμειναν άοπλοι και αμήχανοι

μπροστά σ’ αυτή την απρόσμενη επανάσταση των νερών. Ο Έβρος ξεχείλισε και δεν

βρέθηκε τρόπος να τον συγκρατήσουν. Ξαφνικά τα ακριβά όπλα και τα μελετημένα

σχέδια, και οι θητείες νέων στο άνθος της ηλικίας τους, τα σενάρια, τα

γυμνάσια, τα καψώνια, τα κιάλια, τα συρματοπλέγματα κάθε είδους, ο φόβος για

τα περάσματα, οι προετοιμασίες για τον εχθρό, όλα μα όλα, αποδείχτηκαν άχρηστα

μπροστά στο απλό ξεχείλισμα του Έβρου. Τόσα κονδύλια, τόσα έξοδα, τόσο χρήμα

χρεωμένο και διπλοπληρωμένο και χιλιοψηφισμένο και ξανατοκισμένο, και με μια

πλημμύρα να ξαναγίνεται το πανάκριβο ακριτικό ποτάμι ένα πάμφτωχο, μακρινό

μέρος, που υφίσταται μοιρολατρικά τις συμφορές. Όλα τα είχαν προβλέψει οι

επιτελάρχες εκτός από αυτό. Ότι τα σύνορα ήταν αλλού και για τους δύο, Έλληνες

και Τούρκους, δεν είχε περάσει από το μυαλό τους. Άι Καρμέλα, που έλεγαν οι

Ισπανοί στο τραγούδι για τον Έβρο.